Παρασκευή 14 Δεκεμβρίου 2012

Ο ΑΓΙΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ



Ο   ΑΓΙΟΣ   ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ
       O Άγιος Ελευθέριος έζησε το 150 περίπου μ.Χ. και γεννήθηκε στην Ρώμη των  διωγμών. Οι γονείς του ήταν πλούσιοι και από τους ευγενείς της Ρώμης. Κατείχαν σπουδαία θέση στην Ρωμαϊκή κοινωνία. Το σπουδαιότερο όμως ήταν ότι ήταν πιστοί κι’ ευσεβείς Χριστιανοί.
Βαδίζανε στη ζωή τους με το δρόμο του Θεού και εφαρμόζανε τις εντολές Του, παρ’ όλες τις δυσκολίες που υπήρχαν την εποχή εκείνη, για να ζεί κανείς χριστιανικά. Η Μητέρα του, Άνθια ονομαζομένη, είχε διδαχθεί την πίστη του Χρίστου, από τους μαθητές του Αποστόλου Παύλου.   Η πιστή αυτή γυναίκα, όταν γέννησε το παιδί της, το ονόμασε Ελευθέριο. Σ’ αυτό έρριξε όλο το βάρος της φροντίδας της. Τον ανέθρεψε «εν παδεία καί νουθεσία Κυρίου», όπως προστάζει ο Απόστολος Παύλος.
          Ο πατέρας του ήταν πλούσιος και  κατείχε το αξίωμα του  «ύπατου» στη Ρώμη. Αυτός όμως έζησε  πολύ λίγο, μετά την γέννηση του Ελευθερίου. Η μητέρα του τον γνώρισε στον  Επίσκοπο Ρώμης, τον Ανίκητο. Εμορφώθη κοντά του και έμαθε πολύ καλά τα της πίστεώς για να γίνει ένας καλός Χριστιανός και αφοσιωμένος εργάτης του Ευαγγελίου.
           Ο Επίσκοπος γρήρορα τον έκανε αναγνώστη. Τόση μάλιστα ήταν η αγιότης του, ώστε αξιώθηκε να κάνει θαύματα από αυτήν ακόμη την  νεαρή του ηλικία.
   Το ήθος, ο χαρακτήρας, η ευταξία, η κοσμιότης και οι άλλες αρετές, που είχε ο Άγιος, ανάγκασαν τον Επίσκοπο Ρώμης Ανίκητο να τον χειροτονήσει Διάκονο, σε ηλικία μόλις δεκαεπτά ετών. Λίγο αργότερα τον χειροτόνησε σε Επίσκοπο Αυλώνος του Ιλλυρικού, της σημερινής δηλ. Αλβανίας. Η δράση του νεαρού Επισκόπου στην Ιλλυρία ήταν μεγάλη. Εργάζονταν ακούραστα, και ασταμάτητα, διά την διάδοση του Ευαγγελίου και τον αγιασμό των πιστών. Αγωνιζόταν να πάρει τους ανθρώπους από το στόμα του Σατανά και να τους βάλει στον Παράδεισο. Την εποχή εκείνη ο Αυτοκράτορας της Ρώμης κίνησε τρομερό διωγμό κατά των Χριστιανών.
          Κάποια ημέρα έστειλε ο Αυτοκράτορας τον στρατηγό Φήλικα, δια να τον συλλάβει. Ο στρατηγός περικύκλωσε με στρατό την Εκκλησία, όπου ήταν ο Άγιος και κήρυττε. Αυτός μπήκε μέσα σ’ αυτήν. Οι διαθέσεις του ήταν άγριες. Βλέποντας όμως το ιλαρό και νεανικό πρόσωπο του Επισκόπου Ελευθερίου και ακούγοντας τα μελιστάλακτα λόγια του, γοητεύθηκε τόσο πολύ, που εγκατέλειψε τα πάντα και πίστεψε στο Χριστό.
      Έπεσε μόνον στα πόδια του Αγίου. Δήλωσε μετάνοια και πίστη στο Χριστό. Παρεκάλεσε επίμονα τον Άγιο να τον βαπτίσει και να τον κάνει Χριστιανό. Ο Άγιος, πράγματι, τον κατήχησε και τον δίδαξε τα της Πίστεως μας. Κατόπιν τον συμβούλεψε να πάνε μαζί στη Ρώμη. Δεν ήθελε ο Άγιος να χάσει το στέφανο του μαρτυρίου. Στο δρόμο δεν έπαυσε να τον διδάσκει. Κάπου βρήκανε μια βρύση με πολύ νερό. Ο στρατηγός ζήτησε να βαπτισθεί.

Πράγματι! Ο Άγιος που είδε τον πολύ πόθο του, τον βάπτισε. Χαρούμενοι τώρα και οι δυο προχωρούσαν για τη Ρώμη, ο Φήλιξ, διότι αξιώθηκε να αναγεννηθεί, αλλά και ο Ελευθέριος, διότι πήγαινε να πάρει το στέφανο του Μαρτυρίου.
Ο τύραννος με γλυκά λόγια του υπόσχεται δώρα πολλά και πλούσια. Θα σε ανεβάσω, του είπε, σε μεγάλα αξιώματα και θα σε κάνω μεγάλο και σπουδαίο, αρκεί μόνο να θυσιάσεις στους θεούς μας.
-Εγώ, του απάντησε ο Άγιος, ποτέ δεν θα καταδεχθώ να προσκυνήσω τέτοιους αναίσθητους και άψυχους θεούς. Εγώ σας λυπάμαι, και σας κλαίω, διότι εσείς ενώ έχετε λάβει από τον Θεό το λογικό, γίνατε ανόητοι, και προσκυνάτε, αντί του Θεού, του Δημιουργού του Σύμπαντος, τα ξύλα, τα λιθάρια και τους δαίμονες, που κρύβονται πίσω από τα είδωλα αυτά. Εγώ, σου το δηλώνω καθαρά, λατρεύω τον αληθινό Θεό και προσκυνώ τον Ιησού Χριστό.
Μάθε δε, ότι τις τιμές και τις δωρεές, που μου υπόσχεσαι δεν τις θέλω. Εγώ έχω αρνηθεί τα πάντα, για τον Χριστό. Ούτε και τα βάσανα και τα φρικτά μαρτύρια λογαριάζω. Τον θάνατο διά τον Χριστό μου τον θεωρώ τρυφή και αγαλλίαση. Παίδεψέ με, λοιπόν, όσο θέλεις. Δεν θα σε υπακούσω.
Τότε ο αυτοκράτορας διάταξε να τον ρίξουν στο πυρακτωμένο κρεβάτι αλλά ο Θεός τον προστάτεψε και βγήκες βλαβής. Μετά έδωσε εντολή να τον ψήσουν σε σχάρα, αλλά ο Θεός έκανε πάλι το θαύμα του και τον διέσωσε. Τότε με μανία διέταξε να βάλουν λίπος, κερί και πίσσα σ' ένα καζάνι να τα βράσουν και να βάλουν τον μάρτυρα. Κάνει τον Σταυρό του και λέγει:
-Κύριε Ιησού Χριστέ, βοήθει μοι.  Πέφτει πρόθυμα στην πίσσα και πάλι ο Θεός τον φύλαξε και βγήκε σώος και αβλαβής. Ο Λαός βλέπει και αυτό το θαύμα και ενθουσιάζεται. Ξεσπά σε αλαλαγμούς. Πολλοί πιστεύουν και διακηρύττουν θαρραλέα:
-Είμεθα και μείς Χριστιανοί. Πιστεύουμε στο Χριστό, το Θεό του Ελευθερίου.
Ο Έπαρχος  της Ρώμης Κορέμων, ενώ στην αρχή τον δίωκε τελικά ομολόγησε την πίστη του στο Χριστό και αποκεφαλίσθηκε.
Ο Αυτοκράτορας σκέφθηκε και βρήκε άλλον τρόπο εξοντώσεως του Αγίου. Διέταξε να δέσουν σε ένα αμάξι άγρια άλογα και πίσω τους να δέσουν τον Άγιο Ελευθέριο, όπερ και εγένετο.
Και όμως ούτε μ’ αυτό κατόρθωσε ο αιμοδιψής εκείνος Αυτοκράτορας να κάνει τίποτε στον Άγιο. Διότι ο Θεός επενέβει και τον προστάτεψε και εδώ θαυματουργικώς. Άγγελος  Κυρίου ήλθε και ημέρεψε τα άγρια άλογα. Έλυσε κατόπιν από τα δεσμά τον Μάρτυρα και τον έβαλε να καθίσει επάνω στο αμάξι, τα δε ήμερα πια άλογα τον πήγαν ήσυχα στο κοντινό βουνό.
Εκεί στο βουνό έγινε και άλλο θαύμα καταπληκτικό. Καθώς ο Ιεράρχης δοξολογούσε τον Κύριο, μαζεύονταν ημερωμένα οι αρκούδες, τα λιοντάρια και άλλα άγρια θηρία του δάσους. Περικυκλώνανε τον Άγιο, σκιρτούσαν από τη χαρά τους και σκύβανε τα κεφάλια τους στη γη από σεβασμό. Σε λίγο καιρό πήγανε στρατιώτες  να τον συλλάβουν.
Τα θηρία όμως, μόλις είδαν τους στρατιώτες ορμήσανε με μανία κατ’ επάνω τους να τους κατασπαράξουν με τα δόντια και τα νύχια τους. Ο Άγιος όμως τα διέταξε να μη πειράξουν κανένα, αλλά να πάνε στις φωλιές τους. Πράγματι εκείνα υπάκουσαν σαν να ήταν σκυλάκια ήμερα και φύγανε. Τότε γύρισε στους στρατιώτες και τους είπε:
-Γιατί ήλθατε εδώ με όπλα και ξίφη να με κυνηγήσετε σαν να ήμουνα κανένας φονιάς ή ληστής; Δεν υπήρχε λόγος. Εμπρός να πάμε, όπου θέλετε.
Κατόπιν τους ακολούθησε πρόθυμα. Σ’ όλο δε το δρόμο τους δίδασκε να πάρουν παράδειγμα από τα άγρια θηρία που είδανε και να πιστέψουν στο Δημιουργό τού παντός, για να μη κολασθούν αλλά να ζήσουν κοντά στο Θεό ζωή αιώνια και ευτυχισμένη.  Από εκείνη την διδασκαλία του, πολλοί από αυτούς πιστέψανε εις τον Χριστό.
Βλέποντας ο τύραννος, ότι ο Ιεράρχης υπερπηδούσε όλα τα βασανιστήρια, απελπίστηκε τελείως. Τότε καταντροπιασμένος πια έδωσε διαταγή και του έκοψαν το κεφάλι δύο  στρατιώτες με το ξίφος τους.
Σε όλα αυτά τα φρικτά μαρτύρια ο Άγιος Ελευθέριος ριχνότανε πρόθυμα. Είχε λάβει την ηρωική απόφαση να θυσιαστεί για την Πίστη του Χριστού. Ο Θεός, όμως τον διαφύλαττε από όλα αυτά, διότι ήθελε να δουν τα πλήθη την προστασία, την δύναμη και την παρουσία του Θεού, και έτσι να πιστέψουν.
Η μητέρα όμως του Αγίου Ελευθερίου, η Άνθια, παρακολουθούσε τα μαρτύρια του γιου της μέχρι τέλους, με πόνο και χαρά. Πονούσε, διότι ήταν σπλάχνο της. Χαιρόταν, όμως, διότι με αυτά εξασφάλιζε τον Παράδεισο. Μόλις, λοιπόν, τον αποκεφάλισαν, αγκάλιασε το Άγιο Λείψανο και το καταφιλούσε. Οι άγριοι όμως στρατιώτες της έκοψαν και αυτής το κεφάλι. Τοιουτοτρόπως, πήρε και αυτή τον στέφανο του μαρτυρίου. Έγινε συναθλήτρια με το γιο της και εορτάζουν μαζί στις 15 Δεκεμβρίου.
Στην Πάτρα και στον Ιερό Ναό του Παντοκράτορος  φυλάσσεται ως ατίμητος θησαυρός το χέρι του Αγίου Ελευθερίου και πλήθη πιστών προσέρχονται να το ασπασθούνκαι να ζητήσουν την βοήθεια του Αγίου.
Απολυτίκιο του Αγίου:  Ἦχος πλ. Α΄  Τὸν συνάναρχον Λόγον.  
''ερων ποδρει κατακοσμομενος,
 κα αμτων τος εθροις πισταζμενος,
 τ Δεσπτ σου Χριστ μκαρ νδραμες,
 λευθριε σοφ, καθαιρτα το Σατν.
 Δι μ πασ πρεσβεων,
 πρ τν πστει τιμντων,
 τν μακαραν σου θλησιν''.-