Παρασκευή 15 Φεβρουαρίου 2008

Γ.΄ Η ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΑ ΤΗΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ:

Πέρα από την Εκκλησία και τον μοναχισμό και η αυτοκρατορική εξουσία έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην Βυζαντινή πρόνοια. Ο αυτοκράτορας έπρεπε να μιμείται το Θεό στα καλά έργα και όπως ο Θεός κυβερνά τον κόσμο, έτσι και ο αυτοκράτορας την Πολιτεία. Ο επίγειος βασιλιάς πρέπει ν’ αντανακλά τις φιλάνθρωπες ιδιότητες του ουρανίου Βασιλέως. Αυτή η ιδέα είχε διαποτίσει τη Βυζαντινή αυτοκρατορία σε όλη την χιλιόχρονη ιστορική της πορεία.
Ο ίδιος ο Μέγας Κωνσταντίνος, ο πρώτος Βυζαντινός και χριστιανός αυτοκράτορας φρόντισε για την κοινωνική πρόνοια των υπηκόων του κάνοντας τομές και στον τομέα εν σχέσει με τους προκατόχους του. Ο ιστορικός Ευσέβιος Καισαρείας μας πληροφορεί ότι ο Κωνσταντίνος προσέφερε χρήματα στις Εκκλησίες να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για το φιλανθρωπικό της έργο, «για τους ενδεείς, τα ορφανά και τις άπορες γυναίκες». Ανήγειρε μαζί με τη μητέρα του Αγία Ελένη πολλά φιλανθρωπικά ιδρύματα όπως πτωχοκομεία, γηροκομεία, νοσοκομεία κ.λ.π. ιδρύματα για την ανακούφιση των φτωχών. Η Φλάκιλλα, σύζυγος του Μ. Θεοδοσίου, επισκεπτόταν αρρώστους στα σπίτια τους και τους παρείχε ό,τι είχαν ανάγκη . ΄Εδειξε ενδιαφέρον για τα νοσοκομεία και τα διάφορα άσυλα τα οποία ανακαίνισε και πολλές φορές τα επισκεπτόταν φροντίζοντας η ίδια τους ασθενείς.
Ο Ιουστινιανός περιόρισε τα έξοδα για δεξιώσεις και πανηγύρεις για να ενισχύσει φτωχούς και σεισμόπληκτους .΄Όταν ολοκληρώθηκε η Αγία Σοφία, μοίρασε στους φτωχούς τριάντα χιλιάδες μοδίους σιταριού και διατήρησε την δωρεάν διανομή ψωμιού στους φτωχούς απαγορεύοντας την πώλησή του. Στην νομοθεσία του φρόντισε ν’ ανακουφίσει τις ασθενείς τάξεις, να κάνει πιο δίκαιους τους νόμους του και να προστατεύονται οι φτωχοί. Μετά τον Ιουστινιανό δόθηκαν με νόμους προνόμια στις Ενορίες που τους επέτρεπαν να έχουν και να συντηρούν ορφανοτροφεία, πτωχοκομεία, ιδρύματα για ηλικιωμένους και ξένους και να μοιράζουν ενδύματα και τροφές στους φτωχούς. Στην νομοθεσία των Ισαύρων προστατεύονταν οι φτωχοί από τους δυνατούς και γινόταν ειδική μνεία για τα φιλανθρωπικά ιδρύματα των Ενοριών και των Επισκοπών.
Τον 9ο αιώνα ο αυτοκράτορας Θεόφιλος, παρά το ότι ήταν εικονομάχος ήταν συμπαθής στο λαό γιατί ήταν φιλάνθρωπος και αυτό του αναγνωρίζεται. Είχε πάθος για τη δικαιοσύνη, εκδίκαζε ο ίδιος στο βασιλικό δικαστήριο πολλές φορές και ήταν άτεγκτος και σε άτομα του στενού του συγγενικού κύκλου. Μία φορά την εβδομάδα επισκεπτόταν την αγορά πάνω στο άλογό του ελέγχοντας τα εμπορεύματα, τις τιμές, ακούγοντας τα παράπονα και τα αιτήματα των ανθρώπων. Η γυναίκα του Θεοδώρα, όταν παρέδωσε στον γιό της Μιχαήλ, αφιερώθηκε στα φιλανθρωπικά έργα.
Ο Βασίλειος ο Α΄ ο Μακεδών, ανήγειρε πάνω από εκατό ιδρύματα όπως αναφέρει ο Θεοφάνης στη χρονογραφία του. Ο γιος του Λέων ΣΤ΄ ο σοφός έδειξε ενδιαφέρον για τα φιλανθρωπικά ιδρύματα της αυτοκρατορίας , εξέδωσε προστατευτικό νόμο για την οικονομική τους άνεση και τα απάλλαξε από τη φορολογία. Με την νεαρά του με τον αριθμό 12 επίσης ο Λέων προσέφερε στο ναό της Αγίας Σοφίας 1100 εργαστήρια τα έσοδα των οποίων έπρεπε να δαπανώνται σε έργα κοινωνικής προνοίας και ισχυριζόταν ότι έτσι διαιωνίζεται το φιλανθρωπικό πρόγραμμα που είχε αρχίσει πριν 500 περίπου χρόνια ο Μέγας Κων/νος και συνέχιζαν οι διάδοχοί του. Από τη νεαρά αυτή καταλαβαίνουμε πόσο μεγάλο και εκτεταμένο ήταν το φιλανθρωπικό έργο της Μεγάλης Εκκλησίας, της Αγια-Σοφιάς.
Ο Κωνσταντίνος ο Πορφυρογέννητος, κάθε Τετάρτη του Πάσχα, προσκαλούσε ορφανά στα ανάκτορα, γίνονταν δεκτά από τον ίδιο και όταν έφευγαν τους έδινε και ένα πορτοφόλι με χρήματα. Αλλά και για τους φυλακισμένους έδειχνε ιδιαίτερο ενδιαφέρον, φροντίζοντας τη βελτίωση τους. ΄Εδειξε επίσης ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα λεπροκομεία και ιδιαίτερα γι’ αυτό του Ζωτικού, επισκεπτόταν τους ασθενείς και έβαζε αλοιφές στα σώματά τους με τα ίδια του τα χέρια, έδειξε δε ιδιαίτερο ενδιαφέρον και για την λεγομένη τρίτη ηλικία ανεγείροντας νέα γηροκομεία. Η τακτική του για τη κοινωνική πρόνοια φαίνεται και από τους νόμους που έκανε εναντίον των δυνατών ,δηλαδή, των απλήστων πλουσίων, που προσπαθούσαν να πλουτίσουν παράνομα σε βάρος των αδυνάτων και φτωχών. Αξιόλογη φιλανθρωπική δράση ανέπτυξε ο Ρωμανός Λεκαπηνός, που θεωρείται ο πιο φιλάνθρωπος Βυζ. Αυτοκράτορας. Από τους χρονογράφους της εποχής του σκιαγραφείται σαν συμπονετικός και φιλάνθρωπος. Στον λιμό 928 πήρε γενναία μέτρα για την ανακούφιση των πληγέντων. Κάθε μέρα καλούσε τρεις φτωχούς να δειπνήσουν φάνε μαζί του και κάθε Τετάρτη και Παρασκευή συνέτρωγε με τρεις φτωχούς μοναχούς. Ανήγειρε επίσης γηροκομεία, ξενώνες και νοσοκομεία για την ωφέλεια της ψυχής του μετά το θάνατό του. Στην διαθήκη του όρισε να μοιράζονται 3.000 καρβέλια ψωμί στους φτωχούς κοντά στον τάφο του κάθε μέρα όπως αναφέρει ο Θεοφάνης.
Σπουδαίο κεφάλαιο στη Βυζαντινή πρόνοια και φιλανθρωπία αποτελεί η δυναστεία των Κομνηνών τον 11ο και 12ο αιώνα. Ο Αλέξιος Κομνηνός χαρακτηρίζεται από τους συγχρόνους του ως «φιλάνθρωπος» και «ανθρωπιστής». Ο όρος ανθρωπισμός για τους Δυτικούς είναι νεώτερος. Ανακάλυψαν τον ανθρωπισμό τον 15ο αιώνα, ενώ στην Ελληνορθόδοξη Ανατολή ο «ανθρωπισμός» ήταν αδιάκοπος και θα παραμένει αδιάκοπος όσο βαστάμε τις παραδόσεις μας και διατηρούμε την Ελληνορθόδοξη ταυτότητά μας, τα οποία δυστυχώς σήμερα κάποιοι έχουν βαλθεί να μας ξεριζώσουν.
Ο Ιστορικός και κανονολόγος Ιωάννης Ζωναράς γράφει για τον Αλέξιο Κομνηνό: «αυτός ο βασιλιάς ανακαίνισε το ορφανοτροφείο που ήταν ακατοίκητο, το ενίσχυσε περιουσιακά και τοποθέτησε σ’ αυτό πολλούς ηλικιωμένους που είχαν ανάγκη φροντίδας. Ακόμη μέσα στο χώρο του ορφανοτροφείου έκτισε κατοικίες για μοναχούς και μοναχές καθώς και σχολείο για ορφανά και πτωχά παιδιά. Τοποθέτησε δασκάλους και παιδαγωγούς και τους χορήγησε τα απαραίτητα για τη συντήρησή τους» (Ιωάννου Ζωναρά, επιτομή ιστοριών, ΙΙΙ,744). Η σύζυγος του Αλ. Κομνηνού Ειρήνη, ίδρυσε το μοναστήρι της «ΚΕΧΑΡΙΤΩΜΕΝΗΣ» και μέσα σ’ αυτό έχτισε διάφορα φιλανθρωπικά ιδρύματα. Στο τυπικό του μοναστηριού αναφέρονται οι φιλανθρωπίες που πρέπει να γίνονται όπως διανομή διαφόρων αγαθών στους φτωχούς , υιοθεσία ορφανών κοριτσιών και προικοδότησή τους όταν μεγαλώσουν κ.λ.π φιλανθρωπικές ενέργειες.
Η Ειρήνη, σύζυγος του Ιωάννου Κομνηνού, βοήθησε στην ίδρυση της μονής «ΠΑΝΤΟΚΡΑΤΟΡΟΣ». Ο Ιωάννης Κίνναμος, σύγχρονός της ιστορικός μας πληροφορεί πώς τα χρήματα που είχε η Ειρήνη, δεν τα δαπανούσε σε κοσμήματα και πολυτέλειες, αλλά τα προσέφερε σ’ αυτούς που είχαν ανάγκη. Υπήρξε πολύ σπλαχνική ώστε φρόντιζε για φιλανθρωπίες και μετά το θάνατό της. Την ίδια τακτική ακολούθησαν σχεδόν όλοι οι αυτοκράτορες του Βυζαντίου μέχρι την αποφράδα ημέρα της 29ης Μαίου του 1453, όπου το φως του κόσμου της εποχής εκείνης έσβησε και παραχώρησε τη θέση στο σκοτάδι της πικρής σκλαβιάς.
Πολλοί από τους μελετητές του Βυζαντινού πολιτισμού προβληματίζονται και προσπαθούν να εξηγήσουν την φιλανθρωπία της πλειονότητας των αυτοκρατόρων του Βυζαντίου. ΄Ησαν πράγματι φιλάνθρωποι, ή το έργο τους αυτό είχε πολιτική σκοπιμότητα; Γινόταν από πολιτικούς ή θρησκευτικούς λόγους, μήπως γινόταν ν’ ανακουφισθεί η συνείδησή τους και να εξασφαλισθεί η σωτηρία της ψυχής τους; Οι μαρτυρίες που σώζονται μας πληροφορούν ότι η φιλανθρωπία γινόταν από αρετή, γινόταν από τα ιδανικά από τα οποία ήταν διαποτισμένη όλη η Βυζαντινή κοινωνία. Το φιλανθρωπικό έργο των αυτοκρατόρων αλλά και όλων των Βυζαντινών σχετίζεται, κυρίως και κατ’ εξοχήν με το «φιλάνθρωπο» έργο του Θεού. Ο Θεός από αγάπη και φιλανθρωπία έγινε άνθρωπος. Αυτό το χριστιανικό ιδεώδες της αγάπης γινόταν έργο και πράξη. Ο αυτοκράτορας , ως ο πρώτος πολίτης, έπρεπε να είναι και ο πρώτος και που πίστευε και εφάρμοζε τη φιλανθρωπία. Μόνο μέσα από τη φιλανθρωπία θα έμοιαζε στο Θεό. Και στους τελευταίους αιώνες της πολιτικής και στρατιωτικής παρακμής , τα ιδανικά της αγάπης και της φιλανθρωπίας χαρακτηρίζουν την Βυζαντινή πολιτεία. Ο Ιωάννης Καντακουζηνός αναφέρει στην ιστορία του ότι η αυτοκρατορία «ήταν γεμάτη φιλανθρωπία». Ο αυτοκράτορας , τα μέλη της βασιλικής και οι άλλοι αξιωματούχοι, αλλά και μεμονωμένα άτομα, συναγωνίζονταν στον τομέα της φιλανθρωπίας.

Β΄ Η ΠΡΟΝΟΙΑΚΗ ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΥ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ:

Αρκετοί χωρίς να έχουν μελετήσει ιδιαίτερα το θέμα,(η ημιμάθεια είναι χειρότερη από την αμάθεια), αποφαίνονται ότι οι μοναχοί στο Βυζάντιο ήσαν ξεκομμένοι από την κοινωνική πραγματικότητα, ζούσαν για τον εαυτό τους και αυτό που κοίταζαν ήταν μόνο η καλοπέρασή τους. Τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά, αυτό λένε οι πηγές και οπωσδήποτε εάν υπήρχαν κάποιες εξαιρέσεις δεν ήταν ο κανόνας, εξαιρέσεις πάντα υπάρχουν. Ο άγιος Παχώμιος, πατέρας του κοινοβιακού συστήματος, πριν γίνει μοναχός, είχε παρατηρήσει πως οι Χριστιανοί, εν αντιθέσει προς τις άλλες θρησκευτικές κοινότητες που περιόριζαν την φιλανθρωπία στα μέλη τους , προχωρούσαν πολύ πιο πέρα. Βοηθούσαν όσους είχαν ανάγκη χωρίς καμία διάκριση. Αυτό εφάρμοσε και ο ίδιος όταν έγινε Χριστιανός. Μαζί με τον Μ. Βασίλειο έγραψαν κανόνες και δημιούργησαν κοινοβιακό σύστημα που δίνουν τον παγκόσμιο χαρακτήρα του μοναχισμού. Μετά την «Βασιλειάδα» του Μ. Βασιλείου, κάθε μοναστική κοινότητα είχε ειδικό κτίριο για ιατρείο όχι μόνο των μοναχών, αλλά και νοσοκομείο για τους λαϊκούς. Οι ξένοι, οι πτωχοί, οι άρρωστοι, εύρισκαν καταφύγιο εκεί. Από δόκιμοι οι μοναχοί μάθαιναν να είναι φιλόθεοι, φιλάνθρωποι και φιλόπτωχοι. Ο Μ. Βασίλειος θέσπισε ότι ο μοναχισμός δεν πρέπει να κινείται χωριστά από τις ανάγκες των λαϊκών και ότι η φιλανθρωπία πρέπει ν’ αποτελεί βασικό στοιχείο της ζωής του μοναχού.
Μοναστηριακοί κανόνες όριζαν να μοιράζεται φαγητό στην πύλη του μοναστηριού. Πολλοί που είχαν ανάγκη, πήγαιναν στα μοναστήρια τις μεγάλες γιορτές της χριστιανοσύνης για να πάρουν τρόφιμα και να γιορτάσουν και αυτοί όπως σιτάρι, κρασί, κρέας, μέλι, φασόλια κ.λ.π. είδη πρώτης ανάγκης. ΄Οπου υπήρχε ανάγκη μοίραζαν χρήματα και προσέφεραν ότι μπορούσαν περισσότερο σκεπτόμενοι ότι η προσφορά τους αυτή απευθυνόταν στον ίδιο το Χριστό. Παράλληλα με την περισυλλογή και την αδιάλειπτη προσευχή την οποία θεωρούσαν το ιδανικό, παράλληλα θεωρούσαν και μέγιστο καθήκον τους την συμμετοχή τους στα κοινωνικά προβλήματα.
Το πρώτο δείγμα συμπόνιας ήταν να μοιράσουν την περιουσία τους σ’ αυτούς που είχαν ανάγκη πριν ακόμη γίνουν μοναχοί. Η ενατένιση του Θεού έπρεπε να γίνεται μέσα από την έμπρακτη αγάπη για το συνάνθρωπο. Δεν μπορεί να πάσχει ο αδελφός μας και μεις να μένουμε αμέτοχοι, αρκούμενοι μόνο σ’ ευχολόγια. Από την Αίγυπτο μας έρχονται πληροφορίες πως οι μοναχοί συντηρούσαν πολλούς πτωχούς στην Αλεξάνδρεια. ΄Ενας κληρικός, ο Σεραπίων, ήταν υπεύθυνος για τα προϊόντα των μοναχών στην περιοχή της Αρσινόης. Φρόντιζε να μην υπάρχει πεινασμένος και παρακολουθούσε την μεταφορά του σταριού στην Αλεξάνδρεια.
Εκτός από τους φτωχούς καταφύγιο στα μοναστήρια εύρισκαν οι καταδιωκόμενοι, τα ορφανά και πολύ περισσότερο οι άρρωστοι. Ο μοναχός Υπάτιος που ήταν και γιατρός έγινε σύμβολο προσφοράς. Θεράπευε ασθενείς και ιδιαιτέρως φτωχούς που έπασχαν από ανίατες ασθένειες και ιδιαίτερα από λέπρα που ήταν και μεταδοτική. Σύνθημά του ήταν το χωρίο της Σοφίας Σειράχ (17,22) «ελεημοσύνη ανδρός ως σφραγίς μετ’ αυτού». Και στην Βιθυνία που πήγε οργάνωσε δικό του μοναστήρι με βασική φροντίδα τους φτωχούς, τους ξένους και τους αρρώστους. Ο Νικήτας από την Παφλαγονία, ευφυής και πολύ μορφωμένος όταν έγινε αναχωρητής στον Πόντο μοίρασε τα υπάρχοντά του σε σπουδαστές και φτωχούς. Το ίδιο έκανε και ο άγιος Νίκων το 998. Ο άγιος Φιλάρετος τακτικά καλούσε στο σπίτι του σε γιορτινές ημέρες να φάνε μαζί του αναπήρους, ακρωτηριασμένους, αρρώστους και κάθε είδους δυστυχισμένους. Με τέτοια παραδείγματα αγίων και μοναχών είναι γεμάτα τα αγιολογικά κείμενα.
Στο πρόσωπο του αγίου Κυρίλλου του Φιλεώτη, συναντάμε και άλλες ιδιότητες του Βυζαντινού μοναχού. Πέρα από τα φιλανθρωπικά έργα, ασχολήθηκε και με την κοινωνική δικαιοσύνη και έγινε ο συνήγορος των φτωχών και των αδυνάτων από την καταπίεση των πλουσίων. Ονομάσθηκε ελεήμων όχι γιατί μοίραζε μόνο χρήματα ,αλλά και γιατί μοίραζε είδη που είχαν ανάγκη οι φτωχοί αγρότες για να εργασθούν όπως γεωργικά μηχανήματα και άλλα εργαλεία. Δώρα αυτοκρατορικά που του δόθηκαν τα έδωσε σ’ αυτούς που τα είχαν ανάγκη.
Πέρα, όμως, από την ωραία αυτή εικόνα των μοναχών υπήρχαν και οι εξαιρέσεις. Υπήρξαν μοναχοί και μοναστήρια που δεν εκπλήρωναν και την κοινωνική τους αποστολή. Ο Ευστάθιος Θεσσαλονίκης μας παρουσιάζει μια τέτοια εικόνα τον 12ο αιώνα. Ενώ επαινεί το σωστό φιλανθρωπικό έργο των μοναχών, από την άλλη γίνεται σκληρός κριτής των μοναστικών καταχρήσεων. Πέρα όμως από τις όποιες καταχρήσεις και εξαιρέσεις, χωρίς αμφιβολία ο μοναχισμός διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο στην κοινωνική πρόνοια του Βυζαντίου. ΄Ηταν η σπονδυλική του στήλη. Ο Ακαδημαϊκός Αλέξανδρος Διομήδης, αυστηρός κριτικός του μοναχισμού παραδέχεται ότι ο Μοναχισμός « ήταν ένα φωτεινό στοιχείο της Ελληνοχριστιανικής Ανατολής στην άσκηση της φιλανθρωπίας»Το θέμα της προσφοράς του Μοναχισμού θα το εξετάσουμε μόνο του αν και θα μπορούσε να συμπεριληφθεί στο προηγούμενο κεφάλαιο. Επειδή ο μοναχισμός είχε τεράστια κοινωνική προσφορά στο Βυζάντιο αξίζει να το δούμε σε αυτοτελή ενότητα. Αρκετοί χωρίς να έχουν μελετήσει ιδιαίτερα το θέμα,(η ημιμάθεια είναι χειρότερη από την αμάθεια), αποφαίνονται ότι οι μοναχοί στο Βυζάντιο ήσαν ξεκομμένοι από την κοινωνική πραγματικότητα, ζούσαν για τον εαυτό τους και αυτό που κοίταζαν ήταν μόνο η καλοπέρασή τους. Τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά, αυτό λένε οι πηγές και οπωσδήποτε εάν υπήρχαν κάποιες εξαιρέσεις δεν ήταν ο κανόνας, εξαιρέσεις πάντα υπάρχουν. Ο άγιος Παχώμιος, πατέρας του κοινοβιακού συστήματος, πριν γίνει είχε παρατηρήσει πως οι Χριστιανοί, εν αντιθέσει προς τις άλλες θρησκευτικές κοινότητες που περιόριζαν την φιλανθρωπία στα μέλη τους , προχωρούσαν πολύ πιο πέρα. Βοηθούσαν όσους είχαν ανάγκη χωρίς καμία διάκριση. Αυτό εφάρμοσε και ο ίδιος όταν έγινε Χριστιανός. Μαζί με τον Μ. Βασίλειο έγραψαν κανόνες και δημιούργησαν κοινοβιακό σύστημα που δίνουν τον παγκόσμιο χαρακτήρα του μοναχισμού. Μετά την «Βασιλειάδα» του Μ. Βασιλείου, κάθε μοναστική κοινότητα είχε ειδικό κτίριο για ιατρείο όχι μόνο των μοναχών, αλλά και νοσοκομείο για τους λαϊκούς. Οι ξένοι, οι πτωχοί, οι άρρωστοι, εύρισκαν καταφύγιο εκεί. Από δόκιμοι οι μοναχοί μάθαιναν να είναι φιλόθεοι, φιλάνθρωποι και φιλόπτωχοι. Ο Μ. Βασίλειος θέσπισε ότι ο μοναχισμός δεν πρέπει να κινείται χωριστά από τις ανάγκες των λαϊκών και ότι η φιλανθρωπία πρέπει ν’ αποτελεί βασικό στοιχείο της ζωής του μοναχού.
Μοναστηριακοί κανόνες όριζαν να μοιράζεται φαγητό στην πύλη του μοναστηριού. Πολλοί που είχαν ανάγκη, πήγαιναν στα μοναστήρια τις μεγάλες γιορτές της χριστιανοσύνης για να πάρουν τρόφιμα και να γιορτάσουν και αυτοί όπως σιτάρι, κρασί, κρέας, μέλι, φασόλια κ.λ.π. είδη πρώτης ανάγκης. ΄Οπου υπήρχε ανάγκη μοίραζαν χρήματα και προσέφεραν ότι μπορούσαν περισσότερο σκεπτόμενοι ότι η προσφορά τους αυτή απευθυνόταν στον ίδιο το Χριστό. Παράλληλα με την περισυλλογή και την αδιάλειπτη προσευχή την οποία θεωρούσαν το ιδανικό, παράλληλα θεωρούσαν και μέγιστο καθήκον τους την συμμετοχή τους στα κοινωνικά προβλήματα.
Το πρώτο δείγμα συμπόνιας ήταν να μοιράσουν την περιουσία τους σ’ αυτούς που είχαν ανάγκη πριν ακόμη γίνουν μοναχοί. Η ενατένιση του Θεού έπρεπε να γίνεται μέσα από την έμπρακτη αγάπη για το συνάνθρωπο. Δεν μπορεί να πάσχει ο αδελφός μας και μεις να μένουμε αμέτοχοι, αρκούμενοι μόνο σ’ ευχολόγια. Από την Αίγυπτο μας έρχονται πληροφορίες πως οι μοναχοί συντηρούσαν πολλούς πτωχούς στην Αλεξάνδρεια. ΄Ενας κληρικός, ο Σεραπίων, ήταν υπεύθυνος για τα προϊόντα των μοναχών στην περιοχή της Αρσινόης. Φρόντιζε να μην υπάρχει πεινασμένος και παρακολουθούσε την μεταφορά του σταριού στην Αλεξάνδρεια.
Εκτός από τους φτωχούς καταφύγιο στα μοναστήρια εύρισκαν οι καταδιωκόμενοι, τα ορφανά και πολύ περισσότερο οι άρρωστοι. Ο μοναχός Υπάτιος που ήταν και γιατρός έγινε σύμβολο προσφοράς. Θεράπευε ασθενείς και ιδιαιτέρως φτωχούς που έπασχαν από ανίατες ασθένειες και ιδιαίτερα από λέπρα που ήταν και μεταδοτική. Σύνθημά του ήταν το χωρίο της Σοφίας Σειράχ (17,22) «ελεημοσύνη ανδρός ως σφραγίς μετ’ αυτού». Και στην Βιθυνία που πήγε οργάνωσε δικό του μοναστήρι με βασική φροντίδα τους φτωχούς, τους ξένους και τους αρρώστους. Ο Νικήτας από την Παφλαγονία, ευφυής και πολύ μορφωμένος όταν έγινε αναχωρητής στον Πόντο μοίρασε τα υπάρχοντά του σε σπουδαστές και φτωχούς. Το ίδιο έκανε και ο άγιος Νίκων το 998. Ο άγιος Φιλάρετος τακτικά καλούσε στο σπίτι του σε γιορτινές ημέρες να φάνε μαζί του αναπήρους, ακρωτηριασμένους, αρρώστους και κάθε είδους δυστυχισμένους. Με τέτοια παραδείγματα αγίων και μοναχών είναι γεμάτα τα αγιολογικά κείμενα.
Στο πρόσωπο του αγίου Κυρίλλου του Φιλεώτη, συναντάμε και άλλες ιδιότητες του Βυζαντινού μοναχού. Πέρα από τα φιλανθρωπικά έργα, ασχολήθηκε και με την κοινωνική δικαιοσύνη και έγινε ο συνήγορος των φτωχών και των αδυνάτων από την καταπίεση των πλουσίων. Ονομάσθηκε ελεήμων όχι γιατί μοίραζε μόνο χρήματα ,αλλά και γιατί μοίραζε είδη που είχαν ανάγκη οι φτωχοί αγρότες για να εργασθούν όπως γεωργικά μηχανήματα και άλλα εργαλεία. Δώρα αυτοκρατορικά που του δόθηκαν τα έδωσε σ’ αυτούς που τα είχαν ανάγκη.
Πέρα, όμως, από την ωραία αυτή εικόνα των μοναχών υπήρχαν και οι εξαιρέσεις. Υπήρξαν μοναχοί και μοναστήρια που δεν εκπλήρωναν και την κοινωνική τους αποστολή. Ο Ευστάθιος Θεσσαλονίκης μας παρουσιάζει μια τέτοια εικόνα τον 12ο αιώνα. Ενώ επαινεί το σωστό φιλανθρωπικό έργο των μοναχών, από την άλλη γίνεται σκληρός κριτής των μοναστικών καταχρήσεων. Πέρα όμως από τις όποιες καταχρήσεις και εξαιρέσεις, χωρίς αμφιβολία ο μοναχισμός διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο στην κοινωνική πρόνοια του Βυζαντίου. ΄Ηταν η σπονδυλική του στήλη. Ο Ακαδημαϊκός Αλέξανδρος Διομήδης, αυστηρός κριτικός του μοναχισμού παραδέχεται ότι ο Μοναχισμός «ήταν ένα φωτεινό στοιχείο της Ελληνοχριστιανικής Ανατολής στην άσκηση της φιλανθρωπίας»

Α) Η ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ:

Στο Βυζάντιο η Εκκλησία ακολούθησε την επανάσταση που έκανε στο χώρο αυτό η πρωτοχριστιανική Εκκλησία. Κανόνες τοπικών και Οικουμενικών συμβουλεύουν ότι πρέπει ν’ ανεγερθούν διάφορα φιλανθρωπικά ιδρύματα σε κάθε πόλη της αυτοκρατορίας. Οι επίσκοποι έθεταν τα ορφανά, τις χήρες ,τους φτωχούς και τους ξένους που δεν είχαν τα προς το ζην κάτω από τη φροντίδα Ιερέων και Διακόνων. Αμέσως μετά την κατάπαυση των διωγμών η Εκκλησία ανέλαβε να καλλιεργήσει μια πιο φιλάνθρωπη συνείδηση στην Ελληνική Ανατολή και στην Λατινική Δύση. Από την εποχή του μεγάλου Κωνσταντίνου η Εκκλησία ήταν παρούσα στα εργαστήρια, στην αγορά, στα σπίτια, στους δρόμους, ακόμη και στον Ιππόδρομο. Επί Θεοδοσίου του Β΄ και κυρίως επί του Ιουστινιανού , τα δικαστήρια αναδιοργανώθηκαν και επηρεάστηκαν από την Χριστιανική αντίληψη περί δικαιοσύνης με βάση την αγάπη και τη συμπόνια.
Η Εκκλησία σε καμία περίοδο της χιλιόχρονης αυτοκρατορίας δεν περιόρισε τα ενδιαφέροντά της μόνο στην προσευχή και στις μεταφυσικές αναζητήσεις. Οι προσευχές δεν λέγοντας μόνο για να τις ακούσει ο Θεός, αλλά γίνονταν και προτροπές προς τους πιστούς για να παρακινηθούν σε δραστηριότητα. Η λειτουργική της ζωή ήταν αγάπη και διακονία. Κλασσικό παράδειγμα ο Μέγας Βασίλειος. Από πρεσβύτερος ακόμη ανάπτυξε αξιόλογη φιλανθρωπική δραστηριότητα. Στον μεγάλο λιμό του 368 πρωτοστάτησε στα έργα αγάπης. Εκτός από τα κηρύγματα, πούλησε μεγάλο μέρος της πατρικής του περιουσίας και οργάνωσε συσσίτια για όλους τους φτωχούς, ξένους, χριστιανούς, ειδωλολάτρες και Εβραίους. Η πεποίθησή του ότι ο άνθρωπος είναι κοινωνικό ον τον οδήγησε να τονίσει ότι η μοναστική ζωή πρέπει να είναι μέσα στον κόσμο και να εκφράζεται με αγάπη στον πλησίον. Από τότε ένα μεγάλο μέρος του Βυζαντινού μοναχισμού τόνιζε την κοινωνική προσφορά και ιδιαίτερα την φροντίδα για τις ασθενείς τάξεις. ΄Ετσι δεν έχομε μόνο Μοναστήρια σε ερημικές περιοχές, αλλά έχομε Μοναστήρια και μέσα στον κόσμο, κοντά στις πόλεις και μέσα σ’ αυτές.
Άλλη βασική καινοτομία του Μ. Βασιλείου ήταν η συστηματική οργάνωση των διαφόρων φιλανθρωπικών ιδρυμάτων. Μετά την χειροτονία του σε επίσκοπο ο Βασίλειος χρησιμοποίησε το υπόλοιπο της περιουσίας του, καθώς και μεγάλες προσφορές πλουσίων φίλων και γνωστών του για την ίδρυση συγκροτήματος με νοσοκομείο, ορφανοτροφείο, γηροκομείο, ξενώνα για φτωχούς ταξιδιώτες, νοσοκομείο για αρρώστους με μεταδοτικές ασθένειες κ.λ.π ιδρύματα. ΄Ολο αυτό το συγκρότημα ονομάσθηκε «Βασιλειάς».
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν και οι άλλοι Καππαδόκες Πατέρες. Ο ΄Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος έγινε ο πιο δημοφιλής άγιος όχι γιατί υπήρξε μεγάλος Θεολόγος και ο μεγαλύτερος ρήτορας της Εκκλησίας μας, αλλά γιατί το ενδιαφέρον του και η αγάπη του στράφηκαν στους αδελφούς που είχαν ανάγκη. Διέθεσε την μεγάλη του περιουσία και τα προσωπικά του υπάρχοντα για την ανέγερση νοσοκομείων, πτωχοκομείων, κ.λ.π φιλανθρωπικών ιδρυμάτων. Καταδίκαζε την κοινωνική αδικία από όπου και αν προερχόταν. Υπερασπιζόταν πτωχούς, ξένους, χήρες, ορφανά, ταξιδιώτες, αιχμαλώτους, ασθενείς, λεπρούς και αναπήρους. Υπεραμυνόταν των δικαιωμάτων των εργατών καθώς και των αγροτών που τους εκμεταλλεύονταν πλούσιοι κτηματίες. Αναφέρει σχετικά σε ομιλία του απευθυνόμενος σε κρατικό αξιωματούχο:
«Χτίζετε μαρμάρινα παλάτια, ενώ καταπιέζετε τους πτωχούς, αρνείστε το νόμισμα στον ζητιάνο, στολίζετε όμως με χρυσά χαλινάρια τα άλογά σας. Περιφρονείτε τους πτωχούς, αλλά τιμάτε τους σκύλους και τ’ άλογα στον ιππόδρομο».
Ο Ιερός Χρυσόστομος παρότρυνε του πλούσιους να μην είναι πλεονέκτες, υπερήφανοι, άπληστοι και χυδαίοι, αλλά να είναι ευεργέτες , υπερασπιστές και σωτήρες της κοινωνίας. Ο πλούτος και το εμπόριο πρέπει να χρησιμοποιούνται ως μέσα για την ανάπτυξη του κοινωνικού συνόλου. (Εδώ μπορούμε να φαντασθούμε ποια θα ήταν η θέση του ιερού Χρυσοστόμου αν ζούσε σήμερα, στην εποχή της οικονομικής παγκοσμιοποίησης όπου ο πλούτος έχει συγκεντρωθεί σε ελάχιστα χέρια, αυτοί βεβαίως κολυμπούν μέσα στο χρήμα και στη χλιδή και από την άλλη μεριά δισεκατομμύρια άνθρωποι στον πλανήτη μας στερούνται βασικών αγαθών. Μόνο από αυτά που πετάει στα σκουπίδια η πολιτισμένη Δύση!!! Θα μπορούσαν να θρέψουν εκατομμύρια παιδιά και να μην πεθαίνουν από την πείνα).
Οι Κληρικοί έπρεπε να έχουν ιδιαίτερη αγάπη προς τους πτωχούς. Αυτό εθεωρείτο προσόν για τη χειροτονία τους. Όταν μια επισκοπική θέση ήταν κενή οι πιστοί έψαχναν να βρουν υποψήφιο για τη θέση ο οποίος θα ήταν άνθρωπος της αγάπης. Θα φημιζόταν για τη φιλανθρωπία του. Το ίδιο συνέβαινε και για τον Πατριαρχικό θρόνο όταν ήταν κενός και έχομε πολλά παραδείγματα αναδείξεως Πατριαρχών ανθρώπων των οποίων τα προσόντα υπερτερούσαν στη φιλανθρωπία και γενικά στα έργα αγάπης. Ο πατριάρχης Σισίνιος , ο επίσκοπος Κύπρου Θεοδώρητος, ο Επιφάνιος Κύπρου,ο άγιος Σπυρίδων, ο άγιος Νικόλαος, ο άγιος Ιωάννης ο ελεήμων έκαμε πρόγραμμα προνοίας για 7.500 ανθρώπους που είχαν ανάγκη στην Αλεξάνδρεια, αλλά και πάρα πολλοί άλλοι ανήκουν στη κατηγορία που βασικό τους προσόν για την χειροτονία ήταν η φιλανθρωπία τους. Ο επίσκοπος Μαϊουμά Ζήνων συνέχισε το επάγγελμα του υφαντουργού και μετά την χειροτονία του για να έχει τη δυνατότητα να βοηθάει τους πτωχούς. Ο πατριάρχης Ταράσιος δημιούργησε τόσα φιλανθρωπικά έργα που κατά το βιογράφο του δεν είναι εύκολο ν’ απαριθμηθούν. Στέγασε ξένους , βοήθησε λεπρούς και αναπήρους, προστάτεψε ορφανά και χήρες. Την Κυριακή του Πάσχα ο ίδιος επισκεπτόταν ίδρυμα όπου συντρόφευε και υπηρετούσε τους τροφίμους του. Αλλά και ο Θεοφύλακτος Νικομηδείας , χειροτονία του Ταρασίου συνέχισε το έργο του πνευματικού του. Πέρα από την ανέγερση φιλανθρωπικών ιδρυμάτων επισκεπτόταν τους αρρώστους στα νοσοκομεία, τους μοίραζε δώρα και τους εκδήλωνε την αγάπη του πλένοντας τις πληγές τους , ιδίως στα θύματα της λέπρας.
Ζηλωτές γενικά κληρικοί προσπαθούσαν να δώσουν νέα πνοή στην περιοχή τους μέσα από την φιλανθρωπία. Πολλοί κληρικοί για να ανταπεξέρχονται καλλίτερα στο έργο τους είχαν σπουδάσει και ιατρική. ΄Ετσι η προσφορά τους ήταν ακόμη μεγαλύτερη.
Παράλληλα με το έργο των κληρικών η Εκκλησία για να βοηθήσει καλλίτερα το φιλανθρωπικό της έργο χρησιμοποίησε και το θεσμό των Διακονισσών. Η τάξη αυτή έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην πρωτοχριστιανική Εκκλησία, αλλά και στο Βυζάντιο δεν υστέρησε. Εκτός από τη βοήθεια στη βάπτιση των γυναικών, οι Διακόνισσες ανέλαβαν τη φροντίδα αρρώστων , ταλαιπωρημένων και έτρεχαν για τις ανάγκες των πτωχών και των δυστυχισμένων. Μετά την επικράτηση του νηπιοβαπτισμού και με τον περιορισμό των θρησκευτικών καθηκόντων των διακονισσών , η τάξη τους απέκτησε κοινωνική σπουδαιότητα στο προνοιακό έργο της Εκκλησίας. Επί Ιουστινιανού η Αγία Σοφία είχε 40 διακόνισσες. Μέχρι τον 12ο αιώνα συναντούμε το θεσμό των διακονισσών.
Εκτός από το θεσμό των διακονισσών, η Εκκλησία χρησιμοποίησε για το ποιμαντικό και φιλανθρωπικό της έργο και τον οργανισμό των «Διακονιών». Οι «διακονίες» ήταν όργανο όχι μόνο διανομής υλικών αγαθών από την Εκκλησία, αλλά προσέφερε και πνευματική βοήθεια και θρησκευτική καθοδήγηση. Η «Διακονία» διατηρούσε αποθήκες τροφίμων και υλικών εφοδίων σε διάφορα ζωτικά μέρη των πόλεων . Είχε αρκετό προσωπικό με υπεύθυνο κληρικό. Οι υπηρεσίες της «διακονίας» περιελάμβαναν όχι μόνο τροφές και ρούχα, αλλά και φροντίδα για την υγεία και την καθαριότητα. Προσέφερε τις υπηρεσίες της σ’ όλους που είχαν ανάγκη, χωρίς να γινόταν διάκριση, φυλής, φύλου και θρησκείας. Εξ άλλου και σήμερα η Εκκλησία μας αυτή την πρακτική ακολουθεί. Στην Αλβανία ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος δεν κάνει καμία διάκριση στις έχοντες ανάγκη. Προσφέρει τη βοήθειά της Εκκλησίας αδιακρίτως φυλής και θρησκεύματος. Την περασμένη εβδομάδα ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Χριστόδουλος, επισκέφθηκε τους Αγίους Τόπους και προσέφερε οικονομική και φαρμακευτική βοήθεια στους δεινοπαθούντες Παλαιστινίους. Από πηγές που έχουν διασωθεί φαίνεται ότι ο θεσμός των «διακονιών» είχε εξαπλωθεί σε Ανατολή και Δύση προήλθε από Μοναστικές κοινότητες της Αιγύπτου. Στην Κωνσταντινούπολη διατηρήθηκε μέχρι και τον 12ο αιώνα.

Στο Βυζάντιο η Εκκλησία ακολούθησε την επανάσταση που έκανε στο χώρο αυτό η πρωτοχριστιανική Εκκλησία. Κανόνες τοπικών και Οικουμενικών συμβουλεύουν ότι πρέπει ν’ ανεγερθούν διάφορα φιλανθρωπικά ιδρύματα σε κάθε πόλη της αυτοκρατορίας. Οι επίσκοποι έθεταν τα ορφανά, τις χήρες ,τους φτωχούς και τους ξένους που δεν είχαν τα προς το ζην κάτω από τη φροντίδα Ιερέων και Διακόνων. Αμέσως μετά την κατάπαυση των διωγμών η Εκκλησία ανέλαβε να καλλιεργήσει μια πιο φιλάνθρωπη συνείδηση στην Ελληνική Ανατολή και στην Λατινική Δύση. Από την εποχή του μεγάλου Κωνσταντίνου η Εκκλησία ήταν παρούσα στα εργαστήρια, στην αγορά, στα σπίτια, στους δρόμους, ακόμη και στον Ιππόδρομο. Επί Θεοδοσίου του Β΄ και κυρίως επί του Ιουστινιανού , τα δικαστήρια αναδιοργανώθηκαν και επηρεάστηκαν από την Χριστιανική αντίληψη περί δικαιοσύνης με βάση την αγάπη και τη συμπόνια.
Η Εκκλησία σε καμία περίοδο της χιλιόχρονης αυτοκρατορίας δεν περιόρισε τα ενδιαφέροντά της μόνο στην προσευχή και στις μεταφυσικές αναζητήσεις. Οι προσευχές δεν λέγοντας μόνο για να τις ακούσει ο Θεός, αλλά γίνονταν και προτροπές προς τους πιστούς για να παρακινηθούν σε δραστηριότητα. Η λειτουργική της ζωή ήταν αγάπη και διακονία. Κλασσικό παράδειγμα ο Μέγας Βασίλειος. Από πρεσβύτερος ακόμη ανάπτυξε αξιόλογη φιλανθρωπική δραστηριότητα. Στον μεγάλο λιμό του 368 πρωτοστάτησε στα έργα αγάπης. Εκτός από τα κηρύγματα, πούλησε μεγάλο μέρος της πατρικής του περιουσίας και οργάνωσε συσσίτια για όλους τους φτωχούς, ξένους, χριστιανούς, ειδωλολάτρες και Εβραίους. Η πεποίθησή του ότι ο άνθρωπος είναι κοινωνικό ον τον οδήγησε να τονίσει ότι η μοναστική ζωή πρέπει να είναι μέσα στον κόσμο και να εκφράζεται με αγάπη στον πλησίον. Από τότε ένα μεγάλο μέρος του Βυζαντινού μοναχισμού τόνιζε την κοινωνική προσφορά και ιδιαίτερα την φροντίδα για τις ασθενείς τάξεις. ΄Ετσι δεν έχομε μόνο Μοναστήρια σε ερημικές περιοχές, αλλά έχομε Μοναστήρια και μέσα στον κόσμο, κοντά στις πόλεις και μέσα σ’ αυτές.
Άλλη βασική καινοτομία του Μ. Βασιλείου ήταν η συστηματική οργάνωση των διαφόρων φιλανθρωπικών ιδρυμάτων. Μετά την χειροτονία του σε επίσκοπο ο Βασίλειος χρησιμοποίησε το υπόλοιπο της περιουσίας του, καθώς και μεγάλες προσφορές πλουσίων φίλων και γνωστών του για την ίδρυση συγκροτήματος με νοσοκομείο, ορφανοτροφείο, γηροκομείο, ξενώνα για φτωχούς ταξιδιώτες, νοσοκομείο για αρρώστους με μεταδοτικές ασθένειες κ.λ.π ιδρύματα. ΄Ολο αυτό το συγκρότημα ονομάσθηκε «Βασιλειάς».
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν και οι άλλοι Καππαδόκες Πατέρες. Ο ΄Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος έγινε ο πιο δημοφιλής άγιος όχι γιατί υπήρξε μεγάλος Θεολόγος και ο μεγαλύτερος ρήτορας της Εκκλησίας μας, αλλά γιατί το ενδιαφέρον του και η αγάπη του στράφηκαν στους αδελφούς που είχαν ανάγκη. Διέθεσε την μεγάλη του περιουσία και τα προσωπικά του υπάρχοντα για την ανέγερση νοσοκομείων, πτωχοκομείων, κ.λ.π φιλανθρωπικών ιδρυμάτων. Καταδίκαζε την κοινωνική αδικία από όπου και αν προερχόταν. Υπερασπιζόταν πτωχούς, ξένους, χήρες, ορφανά, ταξιδιώτες, αιχμαλώτους, ασθενείς, λεπρούς και αναπήρους. Υπεραμυνόταν των δικαιωμάτων των εργατών καθώς και των αγροτών που τους εκμεταλλεύονταν πλούσιοι κτηματίες. Αναφέρει σχετικά σε ομιλία του απευθυνόμενος σε κρατικό αξιωματούχο:
«Χτίζετε μαρμάρινα παλάτια, ενώ καταπιέζετε τους πτωχούς, αρνείστε το νόμισμα στον ζητιάνο, στολίζετε όμως με χρυσά χαλινάρια τα άλογά σας. Περιφρονείτε τους πτωχούς, αλλά τιμάτε τους σκύλους και τ’ άλογα στον ιππόδρομο».
Ο Ιερός Χρυσόστομος παρότρυνε του πλούσιους να μην είναι πλεονέκτες, υπερήφανοι, άπληστοι και χυδαίοι, αλλά να είναι ευεργέτες , υπερασπιστές και σωτήρες της κοινωνίας. Ο πλούτος και το εμπόριο πρέπει να χρησιμοποιούνται ως μέσα για την ανάπτυξη του κοινωνικού συνόλου. (Εδώ μπορούμε να φαντασθούμε ποια θα ήταν η θέση του ιερού Χρυσοστόμου αν ζούσε σήμερα, στην εποχή της οικονομικής παγκοσμιοποίησης όπου ο πλούτος έχει συγκεντρωθεί σε ελάχιστα χέρια, αυτοί βεβαίως κολυμπούν μέσα στο χρήμα και στη χλιδή και από την άλλη μεριά δισεκατομμύρια άνθρωποι στον πλανήτη μας στερούνται βασικών αγαθών. Μόνο από αυτά που πετάει στα σκουπίδια η πολιτισμένη Δύση!!! Θα μπορούσαν να θρέψουν εκατομμύρια παιδιά και να μην πεθαίνουν από την πείνα).
Οι Κληρικοί έπρεπε να έχουν ιδιαίτερη αγάπη προς τους πτωχούς. Αυτό εθεωρείτο προσόν για τη χειροτονία τους. ΄Όταν μια επισκοπική θέση ήταν κενή οι πιστοί έψαχναν να βρουν υποψήφιο για τη θέση ο οποίος θα ήταν άνθρωπος της αγάπης. Θα φημιζόταν για τη φιλανθρωπία του. Το ίδιο συνέβαινε και για τον Πατριαρχικό θρόνο όταν ήταν κενός και έχομε πολλά παραδείγματα αναδείξεως Πατριαρχών ανθρώπων των οποίων τα προσόντα υπερτερούσαν στη φιλανθρωπία και γενικά στα έργα αγάπης. Ο πατριάρχης Σισίνιος , ο επίσκοπος Κύπρου Θεοδώρητος, ο Επιφάνιος Κύπρου,ο άγιος Σπυρίδων, ο άγιος Νικόλαος, ο άγιος Ιωάννης ο ελεήμων έκαμε πρόγραμμα προνοίας για 7.500 ανθρώπους που είχαν ανάγκη στην Αλεξάνδρεια, αλλά και πάρα πολλοί άλλοι ανήκουν στη κατηγορία που βασικό τους προσόν για την χειροτονία ήταν η φιλανθρωπία τους. Ο επίσκοπος Μαϊουμά Ζήνων συνέχισε το επάγγελμα του υφαντουργού και μετά την χειροτονία του για να έχει τη δυνατότητα να βοηθάει τους πτωχούς. Ο πατριάρχης Ταράσιος δημιούργησε τόσα φιλανθρωπικά έργα που κατά το βιογράφο του δεν είναι εύκολο ν’ απαριθμηθούν. Στέγασε ξένους , βοήθησε λεπρούς και αναπήρους, προστάτεψε ορφανά και χήρες. Την Κυριακή του Πάσχα ο ίδιος επισκεπτόταν ίδρυμα όπου συντρόφευε και υπηρετούσε τους τροφίμους του. Αλλά και ο Θεοφύλακτος Νικομηδείας , χειροτονία του Ταρασίου συνέχισε το έργο του πνευματικού του. Πέρα από την ανέγερση φιλανθρωπικών ιδρυμάτων επισκεπτόταν τους αρρώστους στα νοσοκομεία, τους μοίραζε δώρα και τους εκδήλωνε την αγάπη του πλένοντας τις πληγές τους , ιδίως στα θύματα της λέπρας.
Ζηλωτές γενικά κληρικοί προσπαθούσαν να δώσουν νέα πνοή στην περιοχή τους μέσα από την φιλανθρωπία. Πολλοί κληρικοί για να ανταπεξέρχονται καλλίτερα στο έργο τους είχαν σπουδάσει και ιατρική. ΄Ετσι η προσφορά τους ήταν ακόμη μεγαλύτερη.
Παράλληλα με το έργο των κληρικών η Εκκλησία για να βοηθήσει καλλίτερα το φιλανθρωπικό της έργο χρησιμοποίησε και το θεσμό των Διακονισσών. Η τάξη αυτή έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην πρωτοχριστιανική Εκκλησία, αλλά και στο Βυζάντιο δεν υστέρησε. Εκτός από τη βοήθεια στη βάπτιση των γυναικών, οι Διακόνισσες ανέλαβαν τη φροντίδα αρρώστων , ταλαιπωρημένων και έτρεχαν για τις ανάγκες των πτωχών και των δυστυχισμένων. Μετά την επικράτηση του νηπιοβαπτισμού και με τον περιορισμό των θρησκευτικών καθηκόντων των διακονισσών , η τάξη τους απέκτησε κοινωνική σπουδαιότητα στο προνοιακό έργο της Εκκλησίας. Επί Ιουστινιανού η Αγία Σοφία είχε 40 διακόνισσες. Μέχρι τον 12ο αιώνα συναντούμε το θεσμό των διακονισσών.
Εκτός από το θεσμό των διακονισσών, η Εκκλησία χρησιμοποίησε για το ποιμαντικό και φιλανθρωπικό της έργο και τον οργανισμό των «Διακονιών». Οι «διακονίες» ήταν όργανο όχι μόνο διανομής υλικών αγαθών από την Εκκλησία, αλλά προσέφερε και πνευματική βοήθεια και θρησκευτική καθοδήγηση. Η «Διακονία» διατηρούσε αποθήκες τροφίμων και υλικών εφοδίων σε διάφορα ζωτικά μέρη των πόλεων . Είχε αρκετό προσωπικό με υπεύθυνο κληρικό. Οι υπηρεσίες της «διακονίας» περιελάμβαναν όχι μόνο τροφές και ρούχα, αλλά και φροντίδα για την υγεία και την καθαριότητα. Προσέφερε τις υπηρεσίες της σ’ όλους που είχαν ανάγκη, χωρίς να γινόταν διάκριση, φυλής, φύλου και θρησκείας. Εξ άλλου και σήμερα η Εκκλησία μας αυτή την πρακτική ακολουθεί. Στην Αλβανία ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος δεν κάνει καμία διάκριση στις έχοντες ανάγκη. Προσφέρει τη βοήθειά της Εκκλησίας αδιακρίτως φυλής και θρησκεύματος. Την περασμένη εβδομάδα ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Χριστόδουλος, επισκέφθηκε τους Αγίους Τόπους και προσέφερε οικονομική και φαρμακευτική βοήθεια στους δεινοπαθούντες Παλαιστινίους. Από πηγές που έχουν διασωθεί φαίνεται ότι ο θεσμός των «διακονιών» είχε εξαπλωθεί σε Ανατολή και Δύση προήλθε από Μοναστικές κοινότητες της Αιγύπτου. Στην Κωνσταντινούπολη διατηρήθηκε μέχρι και τον 12ο αιώνα.

Α) Η ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ:

Στο Βυζάντιο η Εκκλησία ακολούθησε την επανάσταση που έκανε στο χώρο αυτό η πρωτοχριστιανική Εκκλησία. Κανόνες τοπικών και Οικουμενικών συμβουλεύουν ότι πρέπει ν’ ανεγερθούν διάφορα φιλανθρωπικά ιδρύματα σε κάθε πόλη της αυτοκρατορίας. Οι επίσκοποι έθεταν τα ορφανά, τις χήρες ,τους φτωχούς και τους ξένους που δεν είχαν τα προς το ζην κάτω από τη φροντίδα Ιερέων και Διακόνων. Αμέσως μετά την κατάπαυση των διωγμών η Εκκλησία ανέλαβε να καλλιεργήσει μια πιο φιλάνθρωπη συνείδηση στην Ελληνική Ανατολή και στην Λατινική Δύση. Από την εποχή του μεγάλου Κωνσταντίνου η Εκκλησία ήταν παρούσα στα εργαστήρια, στην αγορά, στα σπίτια, στους δρόμους, ακόμη και στον Ιππόδρομο. Επί Θεοδοσίου του Β΄ και κυρίως επί του Ιουστινιανού , τα δικαστήρια αναδιοργανώθηκαν και επηρεάστηκαν από την Χριστιανική αντίληψη περί δικαιοσύνης με βάση την αγάπη και τη συμπόνια.
Η Εκκλησία σε καμία περίοδο της χιλιόχρονης αυτοκρατορίας δεν περιόρισε τα ενδιαφέροντά της μόνο στην προσευχή και στις μεταφυσικές αναζητήσεις. Οι προσευχές δεν λέγοντας μόνο για να τις ακούσει ο Θεός, αλλά γίνονταν και προτροπές προς τους πιστούς για να παρακινηθούν σε δραστηριότητα. Η λειτουργική της ζωή ήταν αγάπη και διακονία. Κλασσικό παράδειγμα ο Μέγας Βασίλειος. Από πρεσβύτερος ακόμη ανάπτυξε αξιόλογη φιλανθρωπική δραστηριότητα. Στον μεγάλο λιμό του 368 πρωτοστάτησε στα έργα αγάπης. Εκτός από τα κηρύγματα, πούλησε μεγάλο μέρος της πατρικής του περιουσίας και οργάνωσε συσσίτια για όλους τους φτωχούς, ξένους, χριστιανούς, ειδωλολάτρες και Εβραίους. Η πεποίθησή του ότι ο άνθρωπος είναι κοινωνικό ον τον οδήγησε να τονίσει ότι η μοναστική ζωή πρέπει να είναι μέσα στον κόσμο και να εκφράζεται με αγάπη στον πλησίον. Από τότε ένα μεγάλο μέρος του Βυζαντινού μοναχισμού τόνιζε την κοινωνική προσφορά και ιδιαίτερα την φροντίδα για τις ασθενείς τάξεις. ΄Ετσι δεν έχομε μόνο Μοναστήρια σε ερημικές περιοχές, αλλά έχομε Μοναστήρια και μέσα στον κόσμο, κοντά στις πόλεις και μέσα σ’ αυτές.
Άλλη βασική καινοτομία του Μ. Βασιλείου ήταν η συστηματική οργάνωση των διαφόρων φιλανθρωπικών ιδρυμάτων. Μετά την χειροτονία του σε επίσκοπο ο Βασίλειος χρησιμοποίησε το υπόλοιπο της περιουσίας του, καθώς και μεγάλες προσφορές πλουσίων φίλων και γνωστών του για την ίδρυση συγκροτήματος με νοσοκομείο, ορφανοτροφείο, γηροκομείο, ξενώνα για φτωχούς ταξιδιώτες, νοσοκομείο για αρρώστους με μεταδοτικές ασθένειες κ.λ.π ιδρύματα. ΄Ολο αυτό το συγκρότημα ονομάσθηκε «Βασιλειάς».
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν και οι άλλοι Καππαδόκες Πατέρες. Ο ΄Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος έγινε ο πιο δημοφιλής άγιος όχι γιατί υπήρξε μεγάλος Θεολόγος και ο μεγαλύτερος ρήτορας της Εκκλησίας μας, αλλά γιατί το ενδιαφέρον του και η αγάπη του στράφηκαν στους αδελφούς που είχαν ανάγκη. Διέθεσε την μεγάλη του περιουσία και τα προσωπικά του υπάρχοντα για την ανέγερση νοσοκομείων, πτωχοκομείων, κ.λ.π φιλανθρωπικών ιδρυμάτων. Καταδίκαζε την κοινωνική αδικία από όπου και αν προερχόταν. Υπερασπιζόταν πτωχούς, ξένους, χήρες, ορφανά, ταξιδιώτες, αιχμαλώτους, ασθενείς, λεπρούς και αναπήρους. Υπεραμυνόταν των δικαιωμάτων των εργατών καθώς και των αγροτών που τους εκμεταλλεύονταν πλούσιοι κτηματίες. Αναφέρει σχετικά σε ομιλία του απευθυνόμενος σε κρατικό αξιωματούχο:
«Χτίζετε μαρμάρινα παλάτια, ενώ καταπιέζετε τους πτωχούς, αρνείστε το νόμισμα στον ζητιάνο, στολίζετε όμως με χρυσά χαλινάρια τα άλογά σας. Περιφρονείτε τους πτωχούς, αλλά τιμάτε τους σκύλους και τ’ άλογα στον ιππόδρομο».
Ο Ιερός Χρυσόστομος παρότρυνε του πλούσιους να μην είναι πλεονέκτες, υπερήφανοι, άπληστοι και χυδαίοι, αλλά να είναι ευεργέτες , υπερασπιστές και σωτήρες της κοινωνίας. Ο πλούτος και το εμπόριο πρέπει να χρησιμοποιούνται ως μέσα για την ανάπτυξη του κοινωνικού συνόλου. (Εδώ μπορούμε να φαντασθούμε ποια θα ήταν η θέση του ιερού Χρυσοστόμου αν ζούσε σήμερα, στην εποχή της οικονομικής παγκοσμιοποίησης όπου ο πλούτος έχει συγκεντρωθεί σε ελάχιστα χέρια, αυτοί βεβαίως κολυμπούν μέσα στο χρήμα και στη χλιδή και από την άλλη μεριά δισεκατομμύρια άνθρωποι στον πλανήτη μας στερούνται βασικών αγαθών. Μόνο από αυτά που πετάει στα σκουπίδια η πολιτισμένη Δύση!!! Θα μπορούσαν να θρέψουν εκατομμύρια παιδιά και να μην πεθαίνουν από την πείνα).
Οι Κληρικοί έπρεπε να έχουν ιδιαίτερη αγάπη προς τους πτωχούς. Αυτό εθεωρείτο προσόν για τη χειροτονία τους. Όταν μια επισκοπική θέση ήταν κενή οι πιστοί έψαχναν να βρουν υποψήφιο για τη θέση ο οποίος θα ήταν άνθρωπος της αγάπης. Θα φημιζόταν για τη φιλανθρωπία του. Το ίδιο συνέβαινε και για τον Πατριαρχικό θρόνο όταν ήταν κενός και έχομε πολλά παραδείγματα αναδείξεως Πατριαρχών ανθρώπων των οποίων τα προσόντα υπερτερούσαν στη φιλανθρωπία και γενικά στα έργα αγάπης. Ο πατριάρχης Σισίνιος , ο επίσκοπος Κύπρου Θεοδώρητος, ο Επιφάνιος Κύπρου,ο άγιος Σπυρίδων, ο άγιος Νικόλαος, ο άγιος Ιωάννης ο ελεήμων έκαμε πρόγραμμα προνοίας για 7.500 ανθρώπους που είχαν ανάγκη στην Αλεξάνδρεια, αλλά και πάρα πολλοί άλλοι ανήκουν στη κατηγορία που βασικό τους προσόν για την χειροτονία ήταν η φιλανθρωπία τους. Ο επίσκοπος Μαϊουμά Ζήνων συνέχισε το επάγγελμα του υφαντουργού και μετά την χειροτονία του για να έχει τη δυνατότητα να βοηθάει τους πτωχούς. Ο πατριάρχης Ταράσιος δημιούργησε τόσα φιλανθρωπικά έργα που κατά το βιογράφο του δεν είναι εύκολο ν’ απαριθμηθούν. Στέγασε ξένους , βοήθησε λεπρούς και αναπήρους, προστάτεψε ορφανά και χήρες. Την Κυριακή του Πάσχα ο ίδιος επισκεπτόταν ίδρυμα όπου συντρόφευε και υπηρετούσε τους τροφίμους του. Αλλά και ο Θεοφύλακτος Νικομηδείας , χειροτονία του Ταρασίου συνέχισε το έργο του πνευματικού του. Πέρα από την ανέγερση φιλανθρωπικών ιδρυμάτων επισκεπτόταν τους αρρώστους στα νοσοκομεία, τους μοίραζε δώρα και τους εκδήλωνε την αγάπη του πλένοντας τις πληγές τους , ιδίως στα θύματα της λέπρας.
Ζηλωτές γενικά κληρικοί προσπαθούσαν να δώσουν νέα πνοή στην περιοχή τους μέσα από την φιλανθρωπία. Πολλοί κληρικοί για να ανταπεξέρχονται καλλίτερα στο έργο τους είχαν σπουδάσει και ιατρική. ΄Ετσι η προσφορά τους ήταν ακόμη μεγαλύτερη.
Παράλληλα με το έργο των κληρικών η Εκκλησία για να βοηθήσει καλλίτερα το φιλανθρωπικό της έργο χρησιμοποίησε και το θεσμό των Διακονισσών. Η τάξη αυτή έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην πρωτοχριστιανική Εκκλησία, αλλά και στο Βυζάντιο δεν υστέρησε. Εκτός από τη βοήθεια στη βάπτιση των γυναικών, οι Διακόνισσες ανέλαβαν τη φροντίδα αρρώστων , ταλαιπωρημένων και έτρεχαν για τις ανάγκες των πτωχών και των δυστυχισμένων. Μετά την επικράτηση του νηπιοβαπτισμού και με τον περιορισμό των θρησκευτικών καθηκόντων των διακονισσών , η τάξη τους απέκτησε κοινωνική σπουδαιότητα στο προνοιακό έργο της Εκκλησίας. Επί Ιουστινιανού η Αγία Σοφία είχε 40 διακόνισσες. Μέχρι τον 12ο αιώνα συναντούμε το θεσμό των διακονισσών.
Εκτός από το θεσμό των διακονισσών, η Εκκλησία χρησιμοποίησε για το ποιμαντικό και φιλανθρωπικό της έργο και τον οργανισμό των «Διακονιών». Οι «διακονίες» ήταν όργανο όχι μόνο διανομής υλικών αγαθών από την Εκκλησία, αλλά προσέφερε και πνευματική βοήθεια και θρησκευτική καθοδήγηση. Η «Διακονία» διατηρούσε αποθήκες τροφίμων και υλικών εφοδίων σε διάφορα ζωτικά μέρη των πόλεων . Είχε αρκετό προσωπικό με υπεύθυνο κληρικό. Οι υπηρεσίες της «διακονίας» περιελάμβαναν όχι μόνο τροφές και ρούχα, αλλά και φροντίδα για την υγεία και την καθαριότητα. Προσέφερε τις υπηρεσίες της σ’ όλους που είχαν ανάγκη, χωρίς να γινόταν διάκριση, φυλής, φύλου και θρησκείας. Εξ άλλου και σήμερα η Εκκλησία μας αυτή την πρακτική ακολουθεί. Στην Αλβανία ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος δεν κάνει καμία διάκριση στις έχοντες ανάγκη. Προσφέρει τη βοήθειά της Εκκλησίας αδιακρίτως φυλής και θρησκεύματος. Την περασμένη εβδομάδα ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Χριστόδουλος, επισκέφθηκε τους Αγίους Τόπους και προσέφερε οικονομική και φαρμακευτική βοήθεια στους δεινοπαθούντες Παλαιστινίους. Από πηγές που έχουν διασωθεί φαίνεται ότι ο θεσμός των «διακονιών» είχε εξαπλωθεί σε Ανατολή και Δύση προήλθε από Μοναστικές κοινότητες της Αιγύπτου. Στην Κωνσταντινούπολη διατηρήθηκε μέχρι και τον 12ο αιώνα.

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ

Ομιλία Πρεσβ. Δημητρίου Λ. Παπαγεωργίου
κατά τη Θεία Λειτουργία που έγινε για την προστασία του περιβάλλοντος στις 5 Ιουνίου 2005 στο Εκκλησάκι του Αγίου Ραφαήλ Σαραβαλίου.

          Στην Ορθόδοξη παράδοση η αρμονική σχέση του ανθρώπου με το φυσικό περιβάλλον είναι κάτι το ουσιώδες. Ο άνθρωπος, η κορωνίδα της δημιουργίας, δημιουργήθηκε από το Θεό και τοποθετήθηκε όχι σε ένα εχθρικό περιβάλλον αλλά στον παράδεισο. Η Αγία Γραφή αναφέρει σχετικά: «Και έλαβεν Κύριος ο Θεός τον άνθρωπον, ον έπλασεν, και έθετο αυτόν εν τω παραδείσω εργάζεσθαι αυτόν και φυλάσσειν» (Γεν. 2,15).
        Η δυσαρμονία στις σχέσεις του ανθρώπου με το φυσικό περιβάλλον εμφανίζονται σαν συνέπεια της παρακοής και ανταρσίας του ανθρώπου εναντίον του Θεού. Ο άνθρωπος μέσα στον παράδεισο ήταν ο βασιλιάς της κτίσεως, αυτό εξάλλου σημαίνει και η ονοματοδοσία την οποία έδωσε ο άνθρωπος σε όλη την υλική κτίση. Αυτή η εξουσία του ανθρώπου πάνω στην υλική δημιουργία δεν είναι ούτε απόλυτη, ούτε απεριόριστη. Ο άνθρωπος είναι βασιλιάς, όχι σαν απόλυτος μονάρχης, αλλά σαν συνταγματικός. Έχει καθήκον να σεβαστεί το δώρο του Θεού.
           Με την πτώση του ο άνθρωπος συμπαρασύρει μαζί του και την κτίση. Από τότε και η κτίση «συστενάζει και συνωδίνη» μαζί του. Αυτό σημαίνει ότι ο άνθρωπος και ο κόσμος δεν χωρίζονται στο σχέδιο της δημιουργίας και η πτώση του ανθρώπου που είχε σαν αποτέλεσμα τη φθορά και το θάνατο τον δικό του, επέφερε και την εξαχρείωση όλης της κτίσης. Και η φύση έκαμε τη δική της ανταρσία. Επαναστάτησε κατά του άνθρώπου, αγρίεψε «ακάνθας και τριβόλους ανατελεί σοι… εν ιδρώτι του προσώπου σου φαγή τον άρτον σου … γη ει και εις γην απελεύσει» (Γεν. 3,18-19).
         Αυτή τη διαταραχθείσα σχέση Θεού και κόσμου ήλθε ν’ αποκαταστήσει ο Ιησούς Χριστός με την ενανθρώπισή του. Ο Χριστός με τον ερχομό του στη γη, λύτρωσε όχι μόνο την ανθρωπότητα, αλλά και ολόκληρο το φυσικό περιβάλλον του ανθρώπου. Εν Χριστώ σωτηρία σημαίνει ανάμεσα στ’ άλλα ότι ο άνθρωπος αποκτά την παλιά του θέση ως μεσολαβητής και αρχιερέας της δημιουργίας.
         Η μεγάλη σημασία της υλικής δημιουργίας φαίνεται με απλότητα σε όλες τις μεγάλες στιγμές της επίγειας ζωή του Χριστού: α) Στην ενανθρώπιση ο Κύριος έλαβε όχι μόνο ανθρώπινη ψυχή, αλλά και υλικό σώμα. το οποίο έκανε «πηγή αγιασμού». β) Με τη Βάπτισή του στον Ιορδάνη ο Κύριος πλένεται στο υλικό στοιχείο του νερού, που σημαίνει προτύπωση του μυστηρίου του βαπτίσματος, αλλά και κάθαρση και ανανέωση της υλικής δημιουργίας. γ) Στην Μεταμόρφωση βλέπομε το φυσικό σώμα του Χριστού να λάμπει από θεία δόξα. Την ίδια έμφαση στα υλικά πράγματα έδωσε ο Κύριος σε όλη τη διάρκεια της επίγειας ζωής Του.
        Ο Χριστός είναι ο ενανθρωπήσας Θεός, που προσέλαβε την ύλη, σκήνωσε μέσα στην ύλη και με αυτή απεργάσθηκε το μέγα μυστήριο της Θείας Οικονομίας που είναι η σωτηρία του ανθρώπου και η ανακαίνιση του κόσμου. Ο άνθρωπος σαν δημιούργημα του Θεού «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν» έχει εξουσία στον κόσμο, αλλά έχει και ευθύνες. Δεν μπορεί να χρησιμοποιεί τη φύση αυθαίρετα. Αν το κάνει οι συνέπειες είναι πολύ μεγάλες και τις γευόμαστε όλοι.