ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ Γεννήθηκε στήν Βηθσαϊδά τῆς Γαλιλαίας, στά παράλια τῆς Τιβεριάδος. Ἦταν παιδί τοῦ Ἰωνᾶ καί ἀδελφός τοῦ Σίμωνος Πέτρου καί ψαρᾶς μαζί μέ τόν ἀδελφό του καί τούς Ἰάκωβο καί Ἰωάννη. Ἔχοντας πνευματικές ἀναζητήσεις ἀκολουθεῖ τόν παρθενικό βίο καί ἀργότερα μαθητεύει πλησίον τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, ἀπό τόν ὁποῖον δέχεται τήν μαρτυρία περί τοῦ Ἰησοῦ ὅτι αὐτός εἶναι ὁ Ἀμνός τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἀνδρέας πρῶτος ἀποδέχεται τήν κλήση τοῦ Χριστοῦ προσκαλῶντας μαζί τουκαί τόν ἀδελφό του Πέτρο. Μετά τήν ἀποκεφάλιση τοῦ Προδρόμου ἐπιστρέφουν στήν ἁλιεία, ἀπό τήν ὁποία ὁ Χριστός τούς καλεῖ νά γίνουν μαθητές του. Αὐτοί Τόν ἀκολουθοῦν ἀφήνοντας συγγενεῖς καί ἐργασία. Ὁ Ἀνδρέας κατεῖχε ξεχωριστή θέση ἀνάμεσα στούς μαθητές κι αὐτό φαίνεται καί ἀπό τό γεγονός, ὅτι ὅταν κάποιοι ἕλληνες ζήτησαν νά δοῦν τόν Χριστό, ἀπευθύνθηκαν στόν Φίλιππο καί αὐτός μέ τήν σειρά του στόν Ἀνδρέα, ὁ ὁποῖος καί τούς προσήγαγε στόν Χριστό. Μετά τήν Πεντηκοστή ὁ Πρωτόκλητος κήρυξε στήν Βιθυνία, στήν περιοχή τῆς Μαύρης Θάλασσας, στήν Προποντίδα καί τό Βυζάντιο, στήν Σκυθία (Βόρεια παραλία τῆς Μαύρης Θάλασσας), Σκωτία (σύμφωνα μέ τοπική παράδοση), Θράκη, Μακεδονία, Θεσσαλία, Πελοπόννησο καταλήγοντας στήν Πάτρα. Ἐδῶ κήρυξε τό εὐαγγέλιο καί ἐπιτέλεσε πλῆθος σημείων. Ἡ θεραπεία τῆς Μαξιμίλλας συζύγου τοῦ ἀπόντος Ρωμαίου ἄρχοντος καί διοικητοῦ Αἰγεάτη καθώς καί τοῦ ἐμπίστου δούλου τοῦ ἀδελφοῦ τοῦ Αἰγεάτη, Στρατοκλῆ, ἔγινε αἰτία νά πιστεύσουν στόν Χριστό. Ὁ Αἰγεάτης ἐπιστρέφοντας φυλάκισε τόν Ἀπόστολο καί τόν καταδίκασε σέ σταυρικό θάνατο. Στήν φυλακή ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας χειροτονεῖ πρῶτο ἐπίσκοπο Πατρῶν τόν Στρατοκλῆ. Τό 62 μ. Χ. σέ ἡλικία 80 ἐτῶν καί στόν τόπο ὅπου εὑρίσκεται ὁ ἐπώνυμος τοῦ Ἁγίου Ναός τόν σταυρώνουν μέ καρφιά στόν σταυρό καί σύμφωνα μέ μία παράδοση μέ τό κεφάλι πρός τό ἔδαφος. Οἱ πατρινοί ἐπαναστατοῦν ζητῶντας νά ἐλευθερωθεῖ, ἀλλά ὁ Ἅγιος τούς ἐξηγεῖ, ὅτι γι’ αὐτόν ὁ θάνατος εἶναι χαρά καθώς ἔτσι θά βρεθεῖ πιό κοντά στό Θεό. Ὁ Αἰγεάτης ἀνακαλεῖ τήν καταδίκη ἀπό φόβο, ἀλλ’ ὁ Ἅγιος ἀρνεῖται. Καθώς βρίσκεται στίς τελευταίες του στιγμές συμβουλεύει τούς χριστιανούς νά εἶναι στερεωμένοι στήν πίστη, συγχωρεῖ τούς σταυρωτές, εὐλογεῖ ὅλους καί παραδίδει τήν ἁγία ψυχή του στά χέρια τοῦ Θεοῦ. Οἱ πατρινοί τόν ἐνταφίασαν στόν τόπο τοῦ μαρτυρίου, ὅπου ἀργότερα οἰκοδομήθηκε Ναός πάνω στόν τάφο τοῦ Ἁγίου. Ὁ Αἰγεάτης παραφρόνησε καί μέ τό ἄλογο του μαζί πέφτει ἀπό κάποιο ὑψηλό σημεῖο (πιθανόν τά Ψηλαλώνια) καί αὐτοκτονεῖ. Ὁ Ἀπόστολος Ἀνδρέας εἶναι ὁ μοναδικός ἀπό τούς δώδεκα μαθητές πού ὄχι μόνον κήρυξε ἀλλά καί μαρτύρησε στήν κυρίως Ἑλλάδα καί αὐτό ἀποτελεῖ μεγάλη τιμή, εὐλογία ἀλλά καί εὐθύνη γιά τήν πατρίδα μας καί περισσότερο γιά ὅσους κατοικοῦν στήν περιοχή τῶν Πατρῶν. Εἶναι ὁ πολιοῦχος τῶν Πατρῶν καί ἱδρυτής τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας. Λείψανα τοῦ Πρωτοκλήτου μεταφέρθηκαν στήν Κωνσταντινούπολη τό 357 ὑπό τοῦ Ἁγίου Ἀρτεμίου, Αὐγουστάλιου τοῦ Μ. Κωνσταντίνου. Πέντε αἰῶνες ἀργότερα ὁ Αὐτοκράτορας Βασιλείος Α΄ὁ Μακεδών (867-886) προσκύνησε Λείψανα τοῦ Ἀποστόλου στήν Πάτρα. Τό 1462 ἐξαιτίας τοῦ τουρκικοῦ κινδύνου μεταφέρθηκε ἡ Τιμία Κάρα ἀπό τόν Δεσπότη τοῦ Μωρέως Θωμᾶ Παλαιολόγο στήν Ρώμη καί παραδόθηκαν στόν Πάπα Πίο τόν Β΄. Τόν Νοέμβριο τοῦ 1847 ἕνας Ρῶσος Πρίγκηπας, ὁ Ἀνδρέας Μουράβιεφ δώρησε στήν πόλη τοῦ Πρωτοκλήτου Ἀποστόλου τεμάχιο δακτύλου χειρός τοῦ Ἁγίου. Ὁ Μουράβιεφ εἶχε λάβει τό παραπάνω ἱερό Λείψανο ἀπό τόν Καλλίνικο, πρώην Ἐπίσκοπο Μοσχονησίων, ὁ ὁποῖος μόναζε τότε στό Ἅγιο Ὄρος. Στήν πόλη μας ἐπανακομίσθηκαν καί φυλάσσονται ἀπό τήν 26η Σεπτεμβρίου 1964 ἡ τιμία Κάρα τοῦ Ἁγίου καί ἀπό τήν 19ην Ἰανουαρίου 1980 λείψανα τοῦ Σταυροῦ, τοῦ μαρτυρίου του.
ΑΓΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΜΕΘΩΝΗΣ Αφ' ότου η πόλις των Πατρών έλαβε την τιμή να γίνη Μητρόπολις (805 μ.Χ.) χάρις εις τον Απόστολον Ανδρέα όπου την επροστάτευσε με θαύμα ολοφάνερον εις όλους, έγινε πόλος έλξεως μεγάλων και αγίων μορφών της Εκκλησίας. Έκτοτε, η πόλις των Πατρών, δεν ήταν μόνον ένας συγκοινωνιακός & πολιτιστικός κόμβος που ένωνε τους Έλληνας της Δύσεως με την Κωνσταντινούπολι, κέντρον πλιτισμού όλου του κόσμου, αλλά και κιβωτός της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Το τότε πρόσφατο μέγα θαύμα του Πρωτοκλήτου, ως να ανακαίνισε την χάριν όπου εκληροδότησεν εις την πόλιν δια του Μαρτυρίου του, έγινε αφορμή να την ανασύρη από την αφάνεια και να ελκύση τους εκ της Νοτίου Ιταλίας και της Σικελίας Ελληνορθοδόξους πρόσφυγας. Ως είναι γνωστόν, οι Νορμανδοί, οι Φράγκοι και οι Γερμανοί, σπανίως επέτρεψαν την ειρηνική διαβίωσι εις τις περιοχές εκείνες. Όταν όμως εις αυτούς προσετέθησαν και οι λεηλασίες των Αράβων, οι εκεί κατοικούντες Έλληνες - Ρωμιοί αναγκάσθησαν, εγκαταλείποντες προσωρινώς την γενέτειρά τους, να έλθουν πρόσφυγες εις την Πελοπόννησο και μάλιστα εις την περιοχή της πόλεως των Πατρών. Μεταξύ των προσφύγων αυτών Ελλήνων συγκαταλέγονται και Άγιοι της Εκκλησίας, ένας εκ των οποίων είναι και ο Αθανάσιος επίσκοπος Μεθώνης. Ο άγιος Αθανάσιος εγεννήθη εις την Κατάνη της Σικελίας μάλλον μεταξύ των ετών 814 - 818. Περί τω 827 οι γονείς του, φεύγοντες τον αραβικό κίνδυνο που ελυμαίνετο την Σικελία, ήλθαν εις τας Παλαιάς Πάτρας της Πελοποννήσου, όπου ο Απόστολος Ανδρέας εδέχθη τον δια σταυρού θάνατον, μιμούμενος και εις τούτο, όπως και εις όλα τον Δεσπότην Χριστόν. Είναι η μεγάλη εποχή όπου εκατοικούσε ακόμη εις την Πόλιν μας ο συνομήλικος του και μελλοντικός μέγας και σοφός Ιεράρχης της Καισαρείας, Αρέθας ο Πατρεύς. Ενώ ακόμη ήταν μικρός την ηλικίαν, ο Αθανάσιος εζήτησε και έγινε μοναχός εις ένα από τα μοναστήρια της περιοχής. Αποχαιρετά λοιπόν τα εγκόσμια και τον μάταιο στροβιλισμό εις τον οποίον αδηγούνται όσοι εγκλωβίζουν τις προοπτικές της ζωης μόνον εις ότι βλέπουν και ψηλαφούν εις τον παρόντα βίον, και ενούμενος μετά του Θεού δια προσευχής και ασκήσεως, αγωνίζεται να εκγυμνασθή εις το αγαθόν και να στρέψη όλη του την έφεσιν εις την άσκησιν της αρετής. Με ανδρεία αποδύεται εις τους μοναχικούς αγώνας και βιάζεται να κατακτήση το βραβείον της άνω κλήσεως, γι αυτό και ο τότε Μητροπολίτης των Πατρών τον κατέστησεν ηγούμενο του μοναστηριού, παρά τις συνεχείς αρνήσεις του. Η θέσις του ως ηγούμενου όχι μόνο δεν ανέκοψε την ενάρετο ζωήν του, αλλά απέδειξε ότι θα ημπορούσε να υπηρετήση την Εκκλησία και εις υψηλότερον αξίωμα, γι αυτό και ο Πατρών τον χειροτονεί επίσκοπον Μεθώνης, όπου τότε υπήγετο εις την Μητρόπολιν του. Ως επίσκοπος ο Αθανάσιος εις την μικρά Μεθώνη, εργάσθηκε μετά ζήλου θαυμαστού προκειμένου να ανταποκριθή εις όλες τις υλικές και πνευματικές ανάγκες του ποιμνίου του, ενώ παραλλήλως ο ίδιος ήταν τέλειο υπόδειγμα της ευαγγελικής πενίας και όλων των χριστιανικών αρετών. Όταν επλησίασε η ώρα της προς τον Θεόν εκδημίας του, εκάλεσε τους μαθητάς του και τους συνεβούλευσε να ασκούν πάντοτε την αρετή της αγάπης και να διατηρούν αδιαλείπτως την μνήμη της Δευτέρας του Κυρίου Παρουσίας. Μετά την μακαρία του κοίμησι (περί τω 880), ο τάφος του έγινε πηγή θαυμάτων, γι αυτό και πλήθος κόσμου προσέτρεχε δια να λάβη την θεραπεία του. Η Εκκλησία ώρισε τότε την ημέρα όπου θα τελήται η μνήμη του (10η Δεκεμβρίου) και συνετάγη ιερά ακολουθία δια να ψάλλεται επ' εκκλησίαις. Κάποτε, την ημέρα αυτή, ήλθεν εις την Μεθώνη ο άγιος Πέτρος επίσκοπος του Άργους, και εξεφώνησεν ενώπιον του χαριτόβρυτου τάφου του λόγον πανηγυρικόν. Εις το κείμενον αυτό, ο Άγιος Πέτρος ομιλεί δια τον βίον και την πολιτείαν του αγίου Αθανασίου της Μεθώνης και μας δίδει πλήθος πληροφοριών για την επίγειον ζωήν του. Οι συμφορές, οι περιπέτειες και οι δουλείες (εις Φράγκους, Τούρκους και Βενετούς) της Πελοποννήσου έκαμαν να λησμονηθή από τους πολλούς το όνομα του Αγίου Αθανασίου της Μεθώνης, γι αυτό και η Ιερά Μητρόπολις των Πατρών απεφάσισε να υπενθυμίση και πάλι εις τους πιστούς ένα από τα λαμπρότερα τέκνα της που καθηγίασε την πόλι και τον μοναχισμό της περιοχής της και τον οποίον, ως άνδρα τέλειο πλήρη χάριτος και δυνάμεως, απέστειλλεν εις την Μεθώνη για να ποιμάνη τους εκεί χριστιανούς.
Σωσίπατρος ο Πατρεύς,Καταγόταν ἀπό τήν Ἀχαΐα. Μαθητής τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καί ἕνας ἐκ τῶν Ο΄ (70) Ἀποστόλων (Ρωμ. 16,21). Χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Ἰκονίου καί μαζί μέ τόν Ἰάσονα μαρτύρησαν στήν Κέρκυρα. Ἡ μνήμη του ἐπιτελεῖται στίς 29 Ἀπριλίου.
Ηρωδίων, Ἀνήκει στόν χορό τῶν Ο΄ (70) Ἀποστόλων τοῦ Κυρίου. Σύμφωνα μέ τίς πηγές ὑπῆρξε Ἐπίσκοπος Πατρῶν. Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται στίς 8 Ἀπριλίου.
Λουκάς ο Ευαγγελιστής. Ἅγιος Λουκᾶς ὁ Εὐαγγελιστής. Ἐκ τῶν Ο΄ (70) Ἀποστόλων. Ἐκήρυξεν εἰς τήν Ἀχαΐαν καί συμφώνως μέ διαφόρους Ἁγιολογικάς πηγάς ἐνταῦθα συνέγραψε τό Εὐαγγέλιον καί τάς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων. (18 Ὀκτωβρίου).
Παῦλος ὁ Πατρεύς, ὁ Ὁσιομάρτυς. Ἡγούμενος τῶν ἐν Ραϊθῷ μαρτυρησάντων Ἁγίων Πατέρων. (14 Ἰανουαρίου).
Αρτέμιος ο Μεγαλομάρτυς,Στρατιωτικός διοικητής τῆς Ἀλεξάνδρειας καί τῆς Αἰγύπτου ὡμολόγησε τήν πίστη του καί τελειώθηκε μαρτυρικῶς ἐπί Αὐτοκράτορος Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου. Συνδέεται στενά μέ τήν πόλη τῶν Πατρῶν, ἐπειδή ἦρθε κατ’ ἐντολήν τοῦ Αὐτοκράτορος Κωνσταντίου, γιοῦ τοῦ Μ. Κωνσταντίνου γιά νά παραλάβει τά σεπτά λείψανα τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου καί νά τά ἀνακομίσει στόν νεόκτιστο Ναό τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων στήν Κωνσταντινούπολη (3 Μαρτίου 357). Κατά τήν διαμονή του στήν Πάτρα καί μέ τήν ἐπίβλεψή του κατασκεύασε ὑδραγωγεῖο. Στρατοπεδευμένος στήν περιοχή τῆς Μονῆς Γηροκομείου ἐλεοῦσε καί βοηθοῦσε πλῆθος ἀναξιοπαθούντων καί κυρίως γερόντων, γεγονός πού δικαιολογεῖ τήν τοπονυμία Γηροκομεῖο. Τιμᾶται ἡ μνήμη του στίς 20 Ὀκτωβρίου, ἰδιαιτέρως στήν Μονή Γηροκομείου τῆς ὁποίας καί θεωρεῖται προστάτης.
Ἅγιος Ζαχαρίας ὁ Νεομάρτυς.Καταγόταν ἀπό τήν Ἄρτα καί ἐξασκοῦσε τό ἐπάγγελμα τοῦ γουνοποιοῦ στήν Πάτρα. Γιά ἄγνωστο λόγο ἔγινε μουσουλμάνος ἀλλά μετανόησε, ἐξωμολογήθηκε καί κατόπιν νηστείας καί προσευχῆς ὡμολόγησε τήν εἰς Χριστόν πίστη του ἐνώπιον τῶν Τούρκων. Μετά τίς κολακεῖες καί τίς ὑποσχέσεις ἀκολούθησαν ἡ φυλάκιση καί τά φρικτά βασανιστήρια μέχρι τίς 20 Ἰανουαρίου 1782, ὁπότε καί τελειώθηκε. Τά ἱερά του λείψανα ἔκρυψαν οἱ στρατιῶτες σέ κάποιο πηγάδι προκειμένου νά μήν τιμηθοῦν. Παλαιά εἰκόνα του σώζεται στήν Ἱερά Μονή «Κάτω Παναγιᾶς» Ἄρτης. Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται στίς 20 Ἰανουαρίου.
Ὅσιος Ἰωακείμ Νοτενῶν. Ἔζησε κατά τόν ΙΗ΄αἰῶνα. Γεννήθηκε στό χωριό Σκιαδᾶ ἀπό ὅπου ἔφυγε κρυφά προκειμένου νά μονάσει ἀποφεύγοντας ἔτσι τούς οἰκείους του, οἱ ὁποῖοι τόν πίεζαν νά νυμφευθεῖ. Χειροτονήθηκε ἱερεύς. Ἐγκαταβίωσε στήν Μονή Παναγίας Χρυσοπηγῆς στήν Δίβρη καί στήν συνέχεια ἀναδείχθηκε ἡγούμενος στήν Ἱερά Μονή Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Νοτενῶν κοντά στό χωριό του. Ἀργότερα ἀποσύρθηκε καί μόνασε σέ σπηλαιῶδες ἀσκητήριο πλησίον τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Νοτενῶν. Μία τριετία μετά τήν κοίμησή του, ἡ ὁποία συνέβηκε περί τό 1755-1760 ἔγινε ἡ ἀνακομιδή τῶν λειψάνων του ὑπό τοῦ Μητροπολίτου Παλαιῶν Πατρῶν Παρθενίου, ὁ ὁποῖος ἐξομολογεῖτο εἰς αὐτόν. Τό λείψανό του βρέθηκε ἄφθαρτο ὅμως κάηκε άργότερα ἀπό τούς Τούρκους. Ἡ μνήμη του τελεῖται τήν 3ην Ἰουλίου.
Παῦλος ὁ Πατρεύς, ὁ Ὁσιομάρτυς Καταγόταν ἀπό τό Σοπωτό (Ἀροανία) Καλαβρύτων. Ἔζησε στήν Πάτρα, ὅπου ἐργάσθηκε ὡς ὑποδηματοποιός ἐπί δεκατέσσερα χρόνια. Σέ κάποια στιγμή ἐπιπολαιότητος καί εὑρισκόμενος στήν περιοχή Καλαβρύτων καί ἐν συνεχείᾳ Τριπόλεως ἀρνήθηκε τόν Χριστό. Μετανοημένος ἐξομολογεῖται καί μεταβαίνει στό Ἅγιον Ὄρος, ὅπου κείρεται μοναχός στήν Μεγίστη Λαύρα καί ἀπό Παναγιώτης ὀνομάζεται Παῦλος. Μετά ἀπό μερικά ἔτη ἀσκήσεως καί δοκιμῆς καί μέ τίς εὐχές τῶν Ἀγιορειτῶν Πατέρων ἔρχεται στήν Τρίπολη, ὁμολογεῖ τόν Χριστό καί μετά ἀπό διάφορα βασανιστήρια δέχεται τόν διά ἀποκεφαλισμοῦ θάνατο τήν 22αν Μαΐου 1818. Τήν ἡμέρα αὐτή τῆς τελειώσεώς του συνεορτάζεται μέ τόν Ἅγιο Νεομάρτυρα Δημήτριο, ὡς Πολιοῦχοι τῆς Τριπόλεως. 18) Ἅγιοι Ἀναστασία καί Χριστόδουλος καί οἱ σύν αὐτοῖς Νεομάρτυρες Ὁ Χριστόδουλος ἡλικίας 14 ἐτῶν ἦταν τό μοναδικό μέλος μιᾶς χριστιανικῆς οἰκογένειας, τῆς ὁποίας ἡ μητέρα καί οἱ δύο θυγατέρες ἀλλαξοπίστησαν. Ἡ συνομήλική του Ἀναστασία ἦταν ὑπηρέτρια τῆς οἰκογένειας καί ἐνίσχυσε πνευματικῶς τόν Χριστόδουλο. Τελικά μαρτύρησαν στήν Πάτρα τήν Κυριακή τῶν Βαΐων τοῦ 1821, ὅπως διέσωσε ὡς αὐτόπτης ὁ ἱστορικός Πουκεβίλ, Πρόξενος τῆς Γαλλίας στήν Πάτρα τήν ἐποχή ἐκείνη, σημειώνοντας ὅτι καί ἄλλοι μαρτύρησαν μαζί μέ αὐτούς. Ἡ μνήμη τους ἐπιτελεῖται τήν Τρίτη τῆς Διακαινησίμου ἑβδομάδος.
Ἅγιος Μύρων ἱερομάρτυς Καταγόταν ἀπό εὐγενική οἰκογένεια τῆς Ἀχαΐας. Χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος. Κατά τόν διωγμό τοῦ Δεκίου συνελήφθη τήν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων ἀπό τόν Ἀντίπατρο, τόν ἄρχοντα τῆς Ἀχαΐας, ὁ ὁποῖος τόν ὑπέβαλε σέ μαρτύρια. Μετά τήν αὐτοχειριασμό τοῦ Ἀντιπάτρου μεταφέρθηκε στήν Κύζικο τῆς Μ. Ἀσίας ὅπου καί ἔλαβε τόν δι’ ἀποκεφαλισμοῦ θάνατο. Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται στίς 17 Αὐγούστου.
Ἅγιος Ἀσχόλιος (ἤ Ἀχόλιος), ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης Καταγόταν ἀπό τήν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας ἀλλά ἔζησε ἀπό τήν νεότητά του ὡς ἐρημίτης στήν Ἀχαΐα. Ἡ φήμη τῆς ἀγιότητάς του διαδόθηκε καί ἐξελέγη ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης. Συμμετεῖχε στήν Β΄ Οἰκουμενική Σύνοδο στήν Κωνσταντινούπολη (381). Κατά τό ἑπόμενο ἔτος ὁ Πάπας Ρώμης Δάμασος τόν διώρισε βικάριο τοῦ ἀνατολικοῦ Ἰλλυρικοῦ, τό ὁποῖο τότε ὑπήγετο ἐκκλησιαστικῶς στήν Ρώμη. Συνδέθηκε μέ βαθειά πνευματική φιλία μέ τόν Ἅγιο Ἀμβρόσιο ἐπίσκοπο Μεδιολάνων ἀπό τόν ὁποῖο ἐγκωμιάζεται, ὅπως ἐπίσης ἐπαινεῖται καί ἀπό τόν Μ. Βασίλειο. Ἐκοιμήθη ἐν εἰρήνῃ στήν Θεσσαλονίκη τό 383-384 καί ἡ μνήμη του τελεῖται στίς 23 Ἰανουαρίου.
Ἅγιος Ἡρωδίων ὁ Ἀπόστολος, Ἐπίσκοπος Πατρῶν. Ἐκ τῶν Ο΄ (70) Ἀποστόλων. (8 Ἀπριλίου).
Ὅσιος Ἰωσήφ ὁ Ὑμνογράφος. Ἕζησεν τόν Θ΄ αἰῶνα. Ἔζησε ὡς αἰχμάλωτος τῶν Σαρακηνῶν στήν Πάτρα μεταξύ τῶν ἐτῶν 840-842 μ.Χ.
Ὅσιος Ἠλίας ὁ Σικελιώτης. Ὁ Ὅσιος Ἠλίας (823–903 μ.Χ.) γεννήθηκε στήν Ἔννη τῆς Κεντρικῆς Σικελίας καί ἦρθε στήν Πάτρα τό 888 μ.Χ. ὅπου ἔζησε γιά ἕνα διάστημα προκειμένου νά ἀποφύγει τίς ἐπιδρομές τῶν Ἀγαρηνῶν στήν Σικελία. Τήν μνήμη του ἐπιτελοῦμε στίς 17 Αὐγούστου.
Ὅσιοι Ἠλίας ὁ Σπηλαιώτης καί Ἀρσένιος. Ὁ Ὅσιος Ἠλίας γόνος εὐγενοῦς οἰκογενείας τοῦ Ρηγίου τῆς Καλαβρίας, γεννήθηκε περί τό 864 μ.Χ. καί κοιμήθηκε στίς 11 Σεπτεμβρίου 960. Ἐξαιτίας τῶν ἀραβικῶν ἐπιδρομῶν ἔφυγαν ἀπό τό Ρήγιο καί κατέφυγαν μέ τόν γέροντά του ἱερομόναχο Ἀρσένιο καί πολλούς ἄλλους μοναχούς στήν Πάτρα ὅπου ἔζησαν γιά ὀκτώ χρόνια. Ἐπέστρεψαν στήν Ἰταλία ὅπου συνεδέθησαν πνευματικῶς καί μέ τόν Ὅσιο Ἠλία τόν Σικελιώτη, ὁ ὁποῖος ἔζησε ἐπίσης στήν Πάτρα. Καί οἱ τρεῖς εἶχαν λάβει τό προορατικό χάρισμα. Πρῶτος τελειώθηκε ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος (15 Ἰανουαρίου 904) καί ἀκολούθησε ὁ Ὅσιος Ἠλίας ὁ Σικελιώτης. Ἀργότερα δημιούργησε καί μοναστική ἀδελφότητα. Τήν προσωνυμία Σπηλαιώτης ἔλαβε ἐξαιτίας τοῦ γεγονότος ὅτι παρέμεινε τά περισσότερα χρόνια τῆς ζωῆς του σέ σπήλαιο. Ἡ μνήμη καί τῶν δύο Ἁγίων τελεῖται στίς 11 Σεπτεμβρίου.
Ὅσιος Δανιήλ ὁ ἐν τῷ κάστρῳ τῶν Πατρῶν.Στό βίο τοῦ Ὁσίου Νικήτα ἐκ Θηβῶν ἀναφέρεται ὅτι ἦλθε στήν Πάτρα καί συνάντησε τόν Ὅσιο Δανιήλ τόν ἐν Κάστρῳ. Ἔζησε τόν ΙΑ΄ αἰῶνα, καταγόταν ἀπό τήν Πάτρα καί ζοῦσε μέ μεγάλη ἄσκηση καί πολλή προσευχή. Ἔλαβε ἀπό τό Θεό τό χάρισμα τῆς φιλοξενίας, ὅπως ὁ Ἀβραάμ, δηλαδή νά δέχεται, νά φιλοξενεῖ ἀνθρώπους καί νά τούς ἀναπαύει καθοδηγώντας τους πνευματικά. Ἡ μνήμη του τελεῖται στίς 23 Ἰουνίου.
Ὅσιος Σάββας ὁ Βατοπεδινός.Μοναχός τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Βατοπεδίου καί διά Χριστόν σαλός. Ἔζησε τόν ΙΔ΄ αἰῶνα. Μετά τίς ἐπιδρομές τῶν Καταλανῶν φεύγει ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος περιπλανώμενος καί ἀσκούμενος στήν Κύπρο, τά Ἱεροσόλυμα καί τό Σινᾶ. Ἐπιστρέφοντας στήν κυρίως Ἑλλάδα διέρχεται καί ἀπό τήν περιοχή τῶν Πατρῶν ὅπου διαμένει ἑνάμισυ ἔτος περίπου. Ἀπό ἐδῶ καταλήγει στήν Μονή τῆς Χώρας τῆς Κωνσταντινουπόλεως ζώντας τόν ἔγκλειστό βίο. Ἡ κοίμησή του συνέβηκε τό 1349. Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται τίς 23 Ἰουλίου.
Ἅγιος Παῦλος ὁ Ὁσιομάρτυρας. Ἐκ Σοπωτοῦ. Ἔζησεν ἐν Πάτραις. Ἐμαρτύρησεν ἐν Τριπόλει τό 1818. (22 Μαΐου).
Ἅγιοι Ἀναστασία καί Χριστόδουλος καί οἱ σύν αὐτοῖς Νεομάρτυρες. Ἐμαρτύρησαν ἐν Πάτραις τήν Κυριακήν τῶν Βαΐων τοῦ 1821.(Τρίτη Διακαινησίμου).
Πηγή Ιερά Μητρόπολις Πατρών