Η ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ ΜΑΣ
Με τον Πατριάρχη του Γένους μας κ.κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟ
Μπροστά στο άγαλμα του Διογένη που καταγόταν από τη Σινώπη
ΠΑΝΑΓΙΑ ΣΟΥΜΕΛΑ
Μπροστά από τη Θεολογική Σχολή της Χάλκης Η αρχή του Κερατίου Κόλπου (χρυσούν Κέρας) ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΣΤΑ ΙΕΡΑ ΧΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ Ο Σύλλογος Προστασίας Υγείας και Περιβάλλοντος της περιοχής του Κέντρου Υγείας Χαλανδρίτσης από 17 έως 26 Αυγούστου 2010 πραγματοποίησε την ετήσια καλοκαιρινή του εκδρομή στα ιερά χώματα του Πόντου και της Κωνσταντινούπολης, στις αξέχαστες και αλησμόνητες πατρίδες. Ο Σύλλογος αποφάσισε την πραγματοποίηση της εκδρομής αυτής για πολλούς λόγους. Ένας λόγος είναι να γνωρίσουν τα μέλη του μία περιοχή την οποία δεν είναι εύκολο κανείς να επισκεφθεί, αφού οι τουριστικοί αυτοί δρόμοι ακόμη δεν έχουν ανοίξει και παρουσιάζει έντονο οικολογικό ενδιαφέρον. Άλλος λόγος ήταν η επίσκεψη στο ιστορικό μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά, που για 1500 χρόνια αποτελούσε το κέντρο και την πνευματική εστία του Ποντιακού Ελληνισμού. Σπουδαίος επίσης λόγος ήταν να δοθεί η ευκαιρία σε μέλη και φίλους του Συλλόγου που έχουν Ποντιακή καταγωγή να επισκεφθούν τα μέρη στα οποία έζησαν οι πρόγονοί τους και ξεριζώθηκαν βίαια στην περίοδο της γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού (1916-1923) και της Μικρασιατικής καταστροφής. Τρίτη 17-8-2010: Αναχώρηση αεροπορικώς για Κωνσταντινούπολη. Φθάσαμε στην Πόλη γύρω στις 11,30΄ π.μ. και επειδή η ανταπόκριση για Τραπεζούντα ήταν στις 5,30΄ το απόγευμα κάναμε μία μικρή ξενάγηση στην Πόλη. Πρώτη μας επίσκεψη στην Ιερά Μονή Μπαλουκλή, που είναι έξω από τα τείχη. Για την ίδρυση της Ι. Μονής Ο Νικηφόρος Κάλλιστος αναφέρει την εξής παράδοση: Ο μετέπειτα Αυτοκράτορας Λέων ο Θράξ (457-474 μ.Χ.), όταν ερχόταν ως απλός στρατιώτης στην Κωνσταντινούπολη, συνάντησε στη Χρυσή Πύλη έναν τυφλό που του ζήτησε νερό. Ψάχνοντας για νερό, μια φωνή του υπέδειξε την πηγή. Όταν θα γινόταν Αυτοκράτορας, του είπε η προφητική φωνή, θα έπρεπε να χτίσει δίπλα στην πηγή μια Εκκλησιά. Ο Κάλλιστος περιγράφει τη μεγάλη αυτή Εκκλησία με πολλές λεπτομέρειες. Στην αυλή της βρίσκονται οι τάφοι των Οικουμενικών Πατριαρχών. Ο σημερινός Ναός ανεγέρθηκε το 1833 επί Οικουμενικού Πατριάρχη Κωνσταντίου Α΄ και εγκαινιάσθηκε μετά δύο χρόνια. Το αγίασμα βρίσκεται στον υπόγειο Ναό και αποτελείται από μαρμαρόκτιστη πηγή, το νερό της οποίας είναι αγίασμα. Απ' εδώ διαδόθηκε η εορτή της Παναγίας Ζωοδόχου Πηγής και γιορτάζεται την Παρασκευή της Διακαινησίμου σε όλο τον Ορθόδοξο κόσμο. Στη συνέχεια επισκεφθήκαμε την Ιερά Μονή Βλαχερνών στον Κεράτιο κόλπο. Ο Ναός κτίσθηκε από την αυτοκράτειρα Πουλχερία μεταξύ των ετών 450-453 μ.Χ., αλλά ολοκληρώθηκε επί Λέοντος Α' (457-474). για να δεχθεί το ωμοφόριο και την Τίμια Εσθήτα της Θεοτόκου, που μεταφέρθηκαν από την Παλαιστίνη το 473. Κατά το 626, όταν η Πόλις πολιορκήθηκε από τους Αβάρους, η εικόνα της Παναγίας και το ωμοφόριο λιτανεύθηκαν από τον Πατριάρχη Σέργιο στις επάλξεις. Η πολιορκία λύθηκε μετά από ξαφνική φοβερή τρικυμία, η Πόλη σώθηκε και η σωτηρία αποδόθηκε στην Θεοτόκο. Σύσσωμος ο λαός αγρύπνησε στον ιστορικό Ναό ψάλλοντας για πρώτη φορά τον Ακάθιστο Ύμνο. Προσκυνήσαμε την εικόνα της Θεοτόκου, ήπιαμε αγιασμό από την πηγή που υπάρχει ακόμη εκεί και ψάλλαμε όλοι μαζί τον ύμνο «Τη Υπερμάχω στρατηγώ…». Από εκεί αναχωρήσαμε για το κέντρο της Ορθοδοξίας, το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο, στην περιοχή του Φαναρίου, επί του Κερατίου κόλπου. Ρίγη συγκινήσεως μας κυρίευσαν όταν φθάσαμε στην κεντρική πύλη, στην οποία κρέμασαν οι Τούρκοι τον Οικουμενικό μας Πατριάρχη Γρηγόριο τον Ε΄ στις 10 Απριλίου του 1821, η οποία παραμένει μέχρι σήμερα κλειστή για να θυμίζει σε όλους τη βαρβαρότητα και βαναυσότητα των Τούρκων με την έναρξη της Ελληνικής επανάστασης και τα χιλιάδες αθώα θύματα της θηριωδίας των ημερών εκείνων. Μπήκαμε και προσκυνήσαμε τον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου. Το τέμπλο του πραγματικά μεγαλόπρεπο, καθηλώνει το βλέμμα του πιστού. Είναι ξυλόγλυπτο, με εναλλαγή χρυσού και κυανού σύμφωνα με την Ανδριανουπολίτικη παράδοση και πρόσφατα συντηρημένο. Το βορεινό κλίτος του Ναού είναι αφιερωμένο στους Τρεις Ιεράρχες, ενώ το νότιο στην Παναγία την Παμμακάριστο, όπου βρίσκεται και το προσκυνητάρι με την περίπτυστη εικόνα της Βρεφοκρατούσας Θεοτόκου, της «Παμμακαρίστου». Στον Ναό είναι θησαυρισμένο και ένα τμήμα από την στήλη της φραγγελώσεως, της κολόνας δηλαδή που ήταν δεμένος ο Χριστός, καθώς επίσης και τρεις ιερές λειψανοθήκες με τα αλώβητα σώματα των αγίων γυναικών, Ευφημίας, Θεοφανούς της αυτοκράτειρας, συζύγου Λέοντος ΣΤ΄ του Σοφού, και της αγίας Σολομονής, μητρός των αγίων Μακκαβαίων. Η ώρα είχε ήδη παρέλθει. Έπρεπε ν’ αναχωρήσουμε για το αεροδρόμιο και να πάρουμε την πτήση για την Τραπεζούντα, στην οποία φθάσαμε αργά το βράδυ. Τετάρτη 18-8-2010: Πρωινή αναχώρηση για την Παναγία Σουμελά. Περάσαμε τον ποταμό Πυξίτη και φθάσαμε στο μοναστήρι που είναι σκαρφαλωμένο στο Όρος Μελά. Σύμφωνα με την παράδοση, το 386 οι Aθηναίοι μοναχοί Bαρνάβας και Σωφρόνιος οδηγήθηκαν στις απάτητες βουνοκορφές του Πόντου μετά από αποκάλυψη της Παναγίας, με σκοπό να ιδρύσουν το μοναχικό της κατάλυμα. Eκεί, σε σπήλαιο της απόκρημνης πλαγιάς του όρους, σε υψόμετρο 1063 μέτρα, είχε μεταφερθεί από αγγέλους η ιερή εικόνα της Παναγίας της Aθηνιώτισσας, την οποία, πάντα κατά την παράδοση, εικονογράφησε ο Eυαγγελιστής Λουκάς. Tο σοβαρό πρόβλημα της ύδρευσης του μοναστηριού λύθηκεκατά θαυματουργό τρόπο. H ανθρώπινη λογική αδυνατεί να απαντήσει στο θέαμα που βλέπουν και οι σημερινοί ακόμη προσκυνητές, να αναβλύζει αγιασματικό νερό μέσα από ένα γρανιτώδη βράχο. Oι θεραπευτικές του ιδιότητες έκαναν πασίγνωστο το μοναστήρι όχι μόνο στους χριστιανούς, αλλά και στους μουσουλμάνους που ακόμη συνεχίζουν να το επισκέπτονται και να ζητούν τη χάρη της Παναγίας. Μεγάλοι ευεργέτες της Μονής υπήρξαν οι αυτοκράτορες της Τραπεζούντας (1204-1461 μ.Χ.), όπως ο Μανουήλ Γ΄ Κομνηνός και ο Αλέξιος Γ΄ ο Κομνηνός τον οποίο έσωσε η Παναγία από μεγάλη θαλασσοταραχή. Πολύτιμα έγγραφα και πολλά αρχαία χειρόγραφα φυλάγονταν στη βιβλιοθήκη του μοναστηριού, μέχρι τον ξεριζωμό. Mέσα στη βιβλιοθήκη της μονής βρήκε το 1868 ο ερευνητής Σάββας Iωαννίδης το πρώτο Ελληνικό χειρόγραφο του Διγενή Aκρίτα. Tο 1922 οι Tούρκοι κατέστρεψαν ολοσχερώς το μοναστήρι. Aφού πρώτα λήστεψαν όλα τα πολύτιμα αντικείμενα που υπήρχαν μέσα στη Μονή, μετά έβαλαν φωτιά, για να σβήσουν τα ίχνη των εγκλημάτων τους ή για να ικανοποιήσουν το μίσος τους εναντίον των Eλλήνων. Oι μοναχοί πριν την αναγκαστική έξοδο το 1923 έκρυψαν μέσα στο παρεκκλήσι της Aγίας Bαρβάρας την εικόνα της Παναγίας, το ευαγγέλιο του Oσίου Xριστοφόρου και τον σταυρό του αυτοκράτορα της Tραπεζούντας Mανουήλ Kομνηνού, τα οποία επεστράφησαν στην Ελλάδα το 1931 μετά την προσέγγιση του Ελ. Βενιζέλου με τον Ισμέτ Ινονού. Τρεις ημέρες πριν, στις 15 Αυγούστου, ο Οικουμενικός μας Πατριάρχης Βαρθολομαίος ο Α΄, πήρε άδεια και λειτούργησε για πρώτη φορά στον ιερό αυτό χώρο μετά το 1922. Εμείς 3 μέρες αργότερα, νομίζαμε, πως είμαστε παρόντες και συμμετείχαμε σ’ αυτό το θαύμα και νομίσαμε πως ακούσαμε την φωνή του Πατριάρχη μας απευθυνόμενος στους προσκυνητές, υψώνοντας και κλυδωνίζοντας με πυγμή, σ’ εκείνο το σημείο της ομιλίας του, ψηλά την ποιμαντορική ράβδο: «Επιστρέφοντες εις τα ίδια, ας κρατήσουμε, ως αναμμένη Πασχαλινή λαμπάδα την ακαταίσχυντον Θεομητορική ελπίδα του Σουμελιώτικου Δεκαπενταύγουστου να ανθίσει πλουσίως μέσα μας και ‘φέρει κι άλλο’»! Μετά το ιερό μας αυτό προσκύνημα και το καφέ που ήπιαμε κάτω από τα βαθύσκια πλατάνια του ποταμού Πυξίτη, αναχωρήσαμε για την Αργυρούπολη. Η Αργυρούπολη είχε μεγάλη σημασία για τον ελληνισμό του Πόντου. Η περιοχή έβγαζε αρκετό ασήμι και οι Τούρκοι εξαναγκάσθηκαν να δώσουν πολλά προνόμια στους Έλληνες μεταλλουργούς. Η πόλη έφθασε να έχει πληθυσμό 30.000 κατοίκους και να είναι η μεγαλύτερη πόλη του Πόντου. Οι κάτοικοί της ήταν πλούσιοι, με πλουσιότερους τους αρχιμεταλλουργούς, οι οποίοι απλόχερα σκόρπιζαν χρήματα για τις εκκλησιαστικές, εκπαιδευτικές και άλλες ανάγκες του έθνους. Τα πατριαρχεία Κωνσταντινούπολης, Αντιόχειας, Ιεροσολύμων, σε στιγμές οικονομικής κρίσης, συχνά ζητούσαν τη συνδρομή τους. Για το λόγο αυτό προκαλούσαν συχνά το φθόνο των Τούρκων, οι οποίοι, για να σφετεριστούν τον πλούτο τους, έφταναν συχνά σε ακραίες πράξης βίας εναντίων των Ελλήνων. Στα τέλη του 17ου αιώνα η Ελληνική κοινότητα της Αργυρούπολης έφτιαξε το Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Γεωργίου, του οποίου είδαμε τα ερείπια, το φροντιστήριο στο οποίο φοιτούσαν αγόρια, του οποίου αψευδείς μάρτυρες στέκουν οι 4 τοίχοι του. Την ίδια περίοδο η πόλη είχε 6 ενορίες καθώς επίσης και ένα πενταθέσιο παρθεναγωγείο. Η παρακμή της πόλης άρχισε τον 19ο και 20ο αιώνα και ολοκληρώθηκε με τη Μικρασιατική καταστροφή. Οι Αργυρουπολίτες μεταφέρθηκαν οι πιο πολλοί στη Νάουσα και κατόρθωσαν να φέρουν μαζί τους τον πολυτιμότερό θησαυρό τους που ήταν οι 972 τόμοι των βιβλίων της βιβλιοθήκης τους και άλλα ιερά κειμήλια που φυλάσσονται στο κτίριο της Ευξείνου Λέσχης της Νάουσας. Στα ανεκτίμητα αυτά βιβλία που χρονολογούνται από το 1330 περιλαμβάνονται βιβλία θεολογικά, φιλοσοφικά, ιστορικά, γεωγραφίας, αλλά και χειρόγραφες επιστολές. Εμείς φθάσαμε στη νέα πόλη, πήραμε μικρά λεωφορεία και ανεβήκαμε στην παλιά πόλη. Παντού εγκατάλειψη και καταστροφή. Από το Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Γεωργίου έχουν απομείνει ελάχιστα ντουβάρια. Δίπλα της στέκουν μόνο οι 4 τοίχοι του φροντιστηρίου στο οποίο φοιτούσαν τα αγόρια. Στα βάθος διακρίναμε το 5/θέσιο παρθεναγωγείο. Μια γερόντισσα Τουρκάλα, μας κάλεσε με νοήματα στο σπίτι της για να το δούμε και το οποίο να ανήκε στους Έλληνες. Φύγαμε πολύ συγκινημένοι. Κατά την επιστροφή μας σταματήσαμε και είδαμε το γεφύρι της Τρίχας. Βρίσκεται στο δρόμο Τραπεζούντας - Ερζερούμ σε απόσταση 18 χιλιομέτρων από την Τραπεζούντα. Ενώνει τις δύο όχθες του ποταμού Πυξίτη. Σήμερα δεν χρησιμοποιείται. Διατηρείται σαν μνημείο, που υπενθυμίζει τον τραγικό θρύλο, σύμφωνα με τον οποίο ο πρωτομάστορας για να στεριώσει το γιοφύρι, θυσίασε στα θεμέλιά του τη γυναίκα του. Πέμπτη 19-8-2010: Το πρόγραμμα περιλάμβανε ξενάγηση στην Τραπεζούντα. Η ωραιότερη πόλη του Πόντου, η πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας των Κομνηνών, το τελευταίο καταφύγιο του Ελληνισμού. Η Τραπεζούντα ιδρύθηκε το 756 π.χ. για πρώτη φορά από Ίωνες αποίκους. Έζησε δόξες, καταστροφές, τιμές και θυσίες, αλλά έμεινε και στάθηκε Ελληνική επί 2678 χρόνια. Αυτή την πόλη πρωτοαντίκρυσαν οι Μύριοι του Ξενοφώντα και φώναξαν το περίφημο «Θάλαττα - θάλαττα». Το 1204 οι αδελφοί Αλέξιος και Δαβίδ Κομνηνός ιδρύουν την αυτοκρατορία της Τραπεζούντος, των μεγάλων Κομνηνών, που διατηρήθηκε μέχρι το 1461, οπότε ο Μωάμεθ ο πορθητής κυρίευσε και το τελευταίο κομμάτι του ελεύθερου Ελληνισμού. Σ’ όλη την περίοδο της Τουρκοκρατίας η Τραπεζούντα παρέμεινε το προπύργιο του ποντιακού Ελληνισμού και έγινε πεδίο απερίγραπτων σφαγών, εξισλαμισμών, εκτοπίσεων και διώξεων φοβερών. Πνευματικός φάρος του Πόντου υπήρξε το περιώνυμο Φροντιστήριο Τραπεζούντας που ιδρύθηκε το 1682 από τον Πόντιο Σεβαστό Κιμινίτη και λειτούργησε, με ασήμαντες διακοπές έως το 1923. Κύριος σκοπός του ήταν να βγάζει δασκάλους που θα μάθαιναν γράμματα τα Ελληνόπουλα του Πόντου. Πρώτη μας επίσκεψη στον ιερό ναό της Αγίας Σοφίας. Από τα παράλια Δυτικά της Τραπεζούντας η Αγια Σοφία δεσπόζει πάνω σ' ένα ύψωμα, πάνω από την θάλασσα। Η εκκλησία κτίστηκε πάνω, ή δίπλα σε αρχαίο ναό. Χτίστηκε από τον Μανουήλ Α' 1238-1263 με πρότυπο την Αγία Σοφία Κωνσταντινούπολης και διακοσμείται με θαυμάσιες τοιχογραφίες και μωσαϊκά, εξαιρετικά δείγματα τέχνης της εποχής επηρεασμένα και από την γειτονική Γεωργία. Μετατράπηκε σε τζαμί και έτσι τα μωσαϊκά καλύφθηκαν με σουβά. Το 1960 η Τουρκική κυβέρνηση απεφάσισε την μετατροπή του ναού σε μουσείο. Κοντά στο ναό υπάρχει και τετραώροφος πύργος - καμπαναριό, που ήταν και παρατηρητήριο της σχολής αστρονομίας, στην οποία δίδαξε ο περίφημος αστρονόμος Κωνσταντίνος Λουκίτης.
Επόμενη επίσκεψή μας ήταν το σπίτι του Θεοφύλακτου Κωστάκη. Η οικογένεια Κωστάκη Θεοφύλακτου υπήρξε από τις πλουσιότερες οικογένειες του Πόντου με μεγάλη συνεισφορά στα κοινά και στα φιλανθρωπικά έργα. Υπήρξε ιδιοκτήτης ενός από τους τέσσερις μεγαλύτερους τραπεζικούς-εμπορικούς οίκους της Τραπεζούντας και του Πόντου, ευεργέτης της κοινότητας Τραπεζούντας και δήμαρχος της κατά τη Ρωσική κατοχή (1916-1918). Το 1917, ο Θεοφύλακτος χρεοκόπησε και κατασχέθηκε όλη η περιουσία του συμπεριλαμβανομένου και του μεγάρου που έχτισε για να στεγάσει την οικογένεια του και που σήμερα στεγάζεται το μουσείο Τραπεζούντας, μέσα στο οποίο εκτίθενται αρχαιολογικά ευρήματα εποχής των Χετταίων και πολλές βυζαντινές εικόνες από την Παναγία Σουμελά. Στη συνέχεια ανεβήκαμε στο λόφο του Κρυονερίου, όπου ήσαν οι βίλλες των πλουσίων Ελλήνων. Επισκεφθήκαμε τη βίλλα του Κωστάκη Καπαγιαννίδη που δεσπόζει της περιοχής. Αυτό το σπίτι άρεσε στον Κεμάλ Ατατούρκ, το επισκεπτόταν συχνά και έμενε εκεί. Φύγαμε από το λόφο του Κρυονερίου και κατηφορίσαμε προς την πόλη θαυμάζοντας τα τείχη των Κομνηνών, που σε πείσμα των καιρών στέκουν ακόμα όρθια και σε αρκετά καλή κατάσταση. Περάσαμε την πύλη και επισκεφθήκαμε την εκκλησία της Παναγίας της Χρυσοκεφάλου.
Ήταν ο ναός όπου γίνονταν οι στέψεις των Κομνηνών। Μετά το 1461 μετατράπηκε σε τζαμί με την ονομασία Φατίχ Τζαμί (Τζαμί του Πορθητή)। Είναι από τους παλαιοτέρους ναούς της πόλης. Πίσω από το άγιο βήμα, υπήρχε ο τάφος του αυτιοκράτορα Αλέξιου Δ΄. Από το 1980 τα οστά του μεταφέρθηκαν και βρίσκονται στην Νέα Μονή της Παναγίας Σουμελά, στο Βέρμιο. Κοντά στην Παναγία της Χρυσοκεφάλου υπάρχει τζαμί και το μαυσωλείο της Γκιουλμπαχάρ, γυναίκας του σουλτάνου Βαγιαζήτ, που ήταν Ελληνικής καταγωγής και την αγάπησε πολύ. Επόμενος σταθμός μας το απόγευμα ήταν η περιοχή του Όφεως και ιδιαιτέρα η πόλη της Ριζούντας. Είναι 60 χιλιόμετρα ανατολικά της Τραπεζούντας. Θεωρείται πρωτεύουσα του τσαγιού. Όλες οι πλαγιές είναι φυτεμένες με τσάϊ που θεωρείται εξαιρετικής ποιότητας. Στα χρόνια του Ιουστινιανού εθεωρείτο ένα από τα σημαντικότερα φρούρια της ανατολής. Πριν τον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο είχε 5.000 κατοίκους από τους οποίους οι 1.500 ήσαν Έλληνες και οι υπόλοιποι διαφόρων εθνικοτήτων. Ήταν αγροτική περιοχή, αλλά και ναυτιλιακό κέντρο. Είχε 5 εκκλησίες, 3 δημοτικά σχολεία, ημιγυμνάσιο και σχολαρχείο .Στην πόλη είχαν μεγάλη δραστηριότητα η φιλόπτωχος αδελφότης και ο μουσικοχορευτικός σύλλογος «Χρύσανθος». Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή οι Έλληνες σκπρπίσθηκαν στον Καύκασο και άλλοι ήρθαν στην Ελλάδα. Επειδή ήταν η περίοδος του Ραμαζανιού και τα περισσότερα καταστήματα ήσαν κλειστά, βολευτήκαμε όπως – όπως από τα μικρά παντοπωλεία για πρόχειρο φαγητό και βρήκαμε καφέ και δυο ζαχαροπλαστεία ανοικτά। Η πόλη ήταν ωραία και καθαρή, κάναμε βόλτα και θαυμάσαμε την παραδοσιακή πολύχρωμη αγορά που εκτός των άλλων είχε πολλά μπακιρένια οικιακά σκεύη. Επιστρέψαμε στην Τραπεζούντα και βράδυ απολαύσαμε παραδοσιακό φαγητό σε εστιατόριο της πόλης σε λόφο με πανοραμική θέα, αφού χρησιμοποιήσαμε για την άνοδο και κάθοδο ειδικό ασανσέρ.
Παρασκευή 20-8-2010: Πρωί - πρωί, αναχωρήσαμε από την Τραπεζούντα με επόμενο σταθμό διανυκτέρευσής μας τη Σαμψούντα. Πρώτη πόλη που αντικρίσαμε ήταν η Τόνια, στην οποία εξακολουθεί να μιλιέται ο αρχαία Ποντιακή διάλεκτος. Θεωρείται και σήμερα φιλόξενη πόλη, αλλά μεταξύ των κατοίκων κυριαρχεί η βεντέτα. Επόμενη παραλιακή πόλη είναι η Τρίπολη, την οποία ίδρυσαν τον 7ο π.Χ. αιώνα, κάτοικοι της Τρίπολης της Πελοποννήσου. Ο πληθυσμός της αρχές του 20ου αιώνα ήταν 7.000 κάτοικοι, από τους οποίους οι 2.500 Έλληνες. Τα κτήματα, το εμπόριο και η ναυσιπλοΐα ήταν η κύρια ασχολία των Ελλήνων. Διέθετε αρρεναγωγείο και παρθεναγωγείο και από το 1908 απέκτησε το φιλεκπαιδευτικό σύλλογο «Οδύσσεια». Ο Μητροπολιτικός της ναός ήταν αφιερωμένος στον Αρχάγγελο Μιχαήλ. Μετά το 1916, όταν έφυγε ο Ρωσικός στρατός από την περιοχή, οι Τούρκοι οδήγησαν τον Ελληνικό πληθυσμό στο εσωτερικό (στρατόπεδα εργασίας) όπου οι πιο πολλοί έχασαν τη ζωή τους. Όσοι γλύτωσαν κατέφυγαν στη Ρωσία. Την Τρίπολη οι αυτοκράτορες της Τραπεζούντας χρησιμοποιούσαν για τις θερινή τους διαμονή. Επόμενος σταθμός ήταν η αρχαιότατη πόλη της Κερασούντας।
Την ίδρυσαν οι Σινωπείς τον 7ο π.Χ. αιώνα. Το όνομά της οφείλεται στα δύο κέρατα που σχηματίζει ή στα δάση των πολλών κερασιών που και σήμερα υπάρχουν. Στα χρόνια των μεγάλων Κομνηνών ήταν η δεύτερη σε σημασία πόλη μετά την Τραπεζούντα. Στην απογραφή του 1913 είχε 30.000 κατοίκους από τους οποίους οι 17.000 ήσαν Έλληνες, Τούρκοι 7.000 και οι υπόλοιποι διαφόρων εθνικοτήτων. Το 1915 άρχισαν οι σφαγές των 3.000 Αρμενίων και το 1919 των Ελλήνων με τη σύλληψη των 80 προκρίτων και εξεχόντων μελών της Ελληνικής κοινωνίας. Τη διαταγή έδωσε ο Τοπάν Οσμάν, ο σφαγιαστής των Κερασουντίων. Επισκεφθήκαμε το Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Νικολάου, που σήμερα έχει μετατραπεί σε μουσείο. Στον τρούλο του σώζεται ακόμη η εικόνα του Παντοκράτορα. Εκτίθενται ευρήματα της εποχής των Χαλδαίων, η καμπάνα της Εκκλησίας, νομίσματα διαφόρων εποχών, είδη λαϊκής τέχνης της Οθωμανικής περιόδου και σε υπόγειο χώρο του ναού πιθάρια διαφόρων εποχών. Ανεβήκαμε στο εσωτερικό της πόλης, επισκεφθήκαμε το παρθεναγωγείο, είδαμε πολλά Ελληνικά σπίτια, τα πιο πολλά εγκαταλειμμένα, που μαρτυρούσαν όμως την πρόοδο και τον πολιτισμό των Ελλήνων κατοίκων τους. Πάνω στο λόφο δέσποζε το Βυζαντινό κάστρο σε πολύ καλή κατάσταση. Επόμενη παραθαλάσσια πόλη που περάσαμε ήταν τα Κοτύωρα, σήμερα λέγεται Ορντού. Ήταν αποικία των Σινωπαίων και εκεί έμειναν οι Μύριοι με τον Ξενοφώντα 45 ημέρες. Αρχές του 20ου αιώνα είχε 12.000 από τους οποίους οι μισοί ήσαν Έλληνες. Είχε τρεις μεγάλες ενορίες, της Υπαπαντής, του Αγίου Γεωργίου και του Αγίου Νικολάου, που αποτελούσαν και τις τρεις μεγάλες Ελληνικές συνοικίες. Στην Υπαπαντή βρισκόταν η Ψωμιάδειος Σχολή (ημιγυμνάσιο) που χτίσθηκε με δαπάνες του Κ. Ψωμιάδη. Στη συνοικία του Αγίου Νικολάου βρισκόταν η Καρυπίδειος Σχολή και στου Αγίου Γεωργίου το δημοτικό σχολείο. Το 1909 ιδρύθηκε ο Ελληνικός σύλλογος «Αναγέννησις» με μεγάλη προσφορά στην ομογένεια. Τον Σεπτέμβριο του 1917 ξεκίνησε και η μεγάλη έξωση των Ελλήνων από τους Τούρκους. Στην αρχή οι κάτοικοι οδηγήθηκαν και διασκορπίστηκαν στους νομούς Σεβάστειας και Κασταμονής, εκτός από τους 2.500 που πρόλαβαν μέσω Τραπεζούντας να διεκπεραιωθούν στη Ρωσία. Όσοι δε τελικά κατάφεραν να επιζήσουν μέχρι το 1923 όπου και συνομολογήθηκε η «υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών» μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας μετανάστευσαν στην Ελλάδα. Φεύγοντας από τα Κοτύωρα, αφήσαμε τον εθνικό δρόμο και πήραμε επαρχιακό για να μας οδηγήσει στο ακρωτήριο του Ιάσονα. Ο Ιάσονας, κατά την μυθολογία μας, φεύγοντας από τη Ιωλκό, για να πάρει πίσω το «χρυσόμαλλο δέρας» και πριν φτάσει στον Κολχίδα, περιοχή ανατολικά της Τραπεζούντας, σημερινή Γεωργία, σταμάτησε στον Εύξεινο Πόντο σε ένα ακρωτήρι και έφτιαξε βωμό στο Δία για να προσφέρει θυσία. Από τότε και μετά το ακρωτήρι αυτό ονομάζεται Ιασώνειο. Στα Βυζαντινά χρόνια χτίσθηκε Ναός του Αγίου Νικολάου, προστάτη των θαλασσινών. Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή ο Ναός ερειπώθηκε. Τα τελευταία χρόνια αναστηλώθηκε ο Ναός, έφτιαξαν μνημείο του Ιάσωνα και αποτελεί τόπο έλξης τουριστών. Αναχωρήσαμε από το Ιασώνειο ακρωτήριο, γεμάτοι εθνική υπερηφάνεια, σκεπτόμενοι πως με το μύθο του «χρυσόμαλλου δέρατος» είναι συνυφασμένο το δαιμόνιο της φυλής μας για την εξερεύνηση του κόσμου. Ο Ιάσωνας και οι άλλοι Έλληνες που έλαβαν μέρος στην Αργοναυτική εκστρατεία, υπήρξαν από τους πρώτους θαλασσοπόρους της ανθρωπότητας που έφυγαν από το Αιγαίο, πέρασαν τον άγριο Βόσπορο (Συμπληγάδες πέτρες), διέσχισαν το Εύξεινο (αφιλόξενο) Πόντο και ήρθαν σε επαφή και κοινωνία με άλλους λαούς και τόπους. Αυτό εξ άλλου αναφέρει και ο Όμηρος για τον Οδυσσέα «… κι’ ανθρώπων γνώρισε πολλών τους τόπους και τη γνώμη…». Αργά το απόγευμα φτάσαμε στην Σαμψούντα. Το όνομά της ήταν Αμισός, εις Αμισόν , σ’ Αμσόν = Σαμψούς. Ιδρύθηκε από τους Μιλησίους τον 7ο αιώνα π.Χ. Σήμερα έχει 330.000 κατοίκους και είναι ισχυρό εμπορικό κέντρο κυρίως καπνού. Είναι έδρα Πανεπιστημίου και διεθνούς έκθεσης. Τον 20ο αιώνα η Σαμψούντα είχε πάνω από 20.000 Έλληνες. Οι Αρμένιοι και οι Τούρκοι ήσαν λιγότεροι. Διέθετε πολλές Ελληνικές Εκκλησίες, Δημοτικά Σχολεία, Παρθεναγωγεία και αλληλοδιδακτικά σχολεία. Υπήρχαν, επίσης και τα εξής κοινωνικά ιδρύματα: Η Φιλόπτωχος Αδελφότης (Ορθοδοξία), η Φιλόπτωχος Αδελφότης Κυριών, ο Πανευξείνειος Ελληνικός Σύλλογος (Αναγέννησις), ο Μουσικός Σύλλογος (Ορφεύς), η Ελληνική Εμπορική Λέσχη, η Αδελφότης (Πατριάρχης Φώτιος ο Ομολογητής ), ο Πολιτικός Σύλλογος (Περικλής ), ο Σύλλογος των Οινοέων, ο Σύλλογος των Σινωπέων και το Σωματείο των καπνεργατών. Στην Σαμψούντα (Αμισό) εκδιδόταν και η εφημερίδα «Φως», στην αρχή εβδομαδιαία και έπειτα δυο φορές την εβδομάδα. Μετά το 1914 άρχισε η ραγδαία ελάττωση και ο πλήρης εξαφανισμός του Ελληνικού και Αρμενικού πληθυσμού, εξαιτίας των διωγμών και της γνωστής οργανωμένης γενοκτονίας, που άρχισαν με τον πρώτο μεγάλο πόλεμο και τέλειωσαν με τη σύμβαση της ανταλλαγής, Γενάρη του 1923. Όσοι από τους 20000 Έλληνες κατόρθωσαν να επιζήσουν, είτε σε εξορίες και φυλακές, είτε στην πόλη (ελάχιστα γυναικόπαιδα και γέροι), με την ανταλλαγή ήρθαν στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα, στον Πειραιά, στη Θεσσαλονίκη και σε άλλα μέρη. Ο πρόξενος της συμμαχικής προς την Τουρκία, Αυστρο-ουγγαρίας Kwiatofski ενημερώνει τον Αυστριακό υπουργό Εξωτερικών στη Βιέννη κόμητα Όττοκαρ Τσερνίν για τις πράξεις των συμμάχων τους: «....Μέχρι τώρα λεηλατήθηκαν και κατόπιν πυρπολήθηκαν στα περίχωρα της Σαμψούντας από τα τουρκικά στρατεύματα 16 ελληνικά χωριά με 890 σπίτια, 17 εκκλησίες και 16 σχολεία. Σε άλλα 22 χωριά που τα λεηλάτησαν προηγουμένως έκαψαν 341 σπίτια και 2 εκκλησίες....» Η ξενάγησή μας άρχισε από την κεντρική πλατεία. Εκεί, η Ελληνίδα ξεναγός μας, μας είπε πως το 1922 οι Τούρκοι έσφαξαν πολλούς Έλληνες και του ενταφίασαν σε ομαδικά τάφο, κάτω από την πλατεία. (Το βράδυ μια μικρή ομάδα από μας πήγαμε στην πλατεία και χωρίς να κινήσουμε τις υποψίες των Τούρκων ψάλλαμε τρισάγιο στη μνήμη των σφαγιασθέντων αδελφών μας). Μετά την πλατεία προχωρήσαμε προς το κέντρο της πόλης και φθάσαμε στις ερειπωμένες και καμμένες αποθήκες καπνού του σφαγιασθέντα τότε μαζί με άλλους προκρίτους Αβαντάλογλου. Είδαμε το αρχοντικό του, ένα από τα πολλά Ελληνικά σχολεία, το χώρο που ήταν η Εκκλησία, την οποία πρώτα έκαψαν και μετά γκρέμισαν. Εκεί σταματήσαμε για λίγο, κοιτάζαμε το χώρο, ένας Τούρκος μας ρώτησε στα Ποντιακά ποιοι είμαστε και μας έφερε μια φωτογραφία του ναού πριν την καταστροφή. Μας είπε πως είναι μετανοιωμένος γιατί και εκείνος παιδί τότε συμμετείχε στο γκρέμισμα της Εκκλησίας.
Σάββατο 21-08-2010: Αναχωρήσαμε το πρωί από τη Σαμψούντα, αφού κάναμε μια μικρή περιήγηση με τα λεωφορεία στα αξιοθέατα της πόλης. Ταξιδεύοντας πλάι στην παραλία του Εύξεινου Πόντου συναντήσαμε την Μπάφρα. Πόλη κτισμένη πάνω στην οδό Σινώπης-Σαμψούντας, στη δεξιά όχθη του Άλυ ποταμού, που είναι ο μεγαλύτερος της Τουρκίας που εκβάλλει στον Εύξεινο Πόντο. Πριν την καταστροφή του 1922, οι Έλληνες ήσαν 3.000, οι Τούρκοι 7.000 και 1.500 περίπου Αρμένιοι. Εκτός από τους ντόπιους υπήρχαν και οικογένειες καταγόμενες από την Καππαδοκία, όπως και από άλλες πόλεις του Πόντου. Οι περισσότεροι από αυτούς ήταν τουρκόφωνοι. Στην πόλη πριν τον Α´ Παγκόσμιο Πόλεμο, λειτουργούσαν εκπαιδευτήρια διαφόρων βαθμίδων: νηπιαγωγείο (400 νήπια), οκτατάξια αστική σχολή (160 μαθητές), πεντατάξιο παρθεναγωγείο (80 μαθήτριες) και τριτάξιο αρρεναγωγείο στη συνοικία Ισαακλή (40 μαθητές). Υπήρχε, επίσης, θέατρο 400 θέσεων. Ο Μητροπολιτικός Ναός της πόλης ήταν αφιερωμένος στην Αγία Μαρίνα. Η Μπάφρα ήταν έδρα επισκοπής (Ζήλων) και ανήκε στη Μητρόπολη Αμάσειας. Νότια του οικισμού βρίσκεται το βουνό Ντεπιέν Νταγκ, στα πυκνά δάση του οποίου διαδραματίστηκαν στα 1915-1918 σκληρές μάχες των Μπαφραίων ανταρτών κατά των αποσπασμάτων της τουρκικής χωροφυλακής. Η ξυλεία ήταν από τα σημαντικά εξαγωγικά προϊόντα της περιοχής. Η Μπάφρα, εμπορικό κέντρο για τα εκατό και πλέον χωριά της περιοχής της, παρήγαγε επίσης αρκετά μεγάλες ποσότητες μαύρου χαβιαριού και, βέβαια, τα περίφημα καπνά που έφεραν το όνομά της. Συνεχίσαμε την πορεία μας για την Σινώπη. ΣΙΝΩΠΗ:Η πρώτη ελληνική αποικία του Πόντου τον 8ο αιώνα π।Χ। από τους Μιλησίους. Από αυτήν ξεκίνησε ο Ποντιακός Ελληνισμός, γιατί ίδρυσαν σχεδόν όλες τις άλλες πόλεις του Πόντου. Χτισμένη στη βάση μικρής χερσονήσου, αποτελούσε σημαντικό λιμάνι του Ευξείνου πόντου και όπως αναφέρει ο Ηρόδοτος ήταν η κατάληξη του δρόμου καραβανιών από τον Ευφράτη ποταμό. Οι κάτοικοί της υπερηφανεύονταν ότι κατάγονταν από τους Αργοναύτες. Ο πυρήνας της πόλης περικλειόταν από το αρχαίο τείχος που τμήματά του σώζονται μέχρι σήμερα. Οι κάτοικοι μιλούσαν ελληνικά και ασχολούνταν, κυρίως, με τη γεωργία, την αλιεία, τη ναυπηγική και το εμπόριο. Ήταν οικονομικό κέντρο για τα χωριά της περιοχής, οι κάτοικοι των οποίων (οι πιο πολλοί Έλληνες) ψώνιζαν κάθε Πέμπτη στο παζάρι της. Ταυτόχρονα διατηρούσε εμπορικές σχέσεις με τις μεγάλες πόλεις της αυτοκρατορίας (Κωνσταντινούπολη και Σμύρνη). Στις αρχές του 20ου αιώνα είχε 15.000 κατοίκους, από τους οποίους οι 5.000 ήσαν Έλληνες και οι υπόλοιποι Τούρκοι, Αρμένιοι κ.λ.π. Η συνοικίες των Ελλήνων ήσαν έξω από το κάστρο κοντά στο λιμάνι. Η ορθόδοξη κοινότητα υπαγόταν στη Μητρόπολη Αμάσειας με έδρα τη Σαμψούντα. Διέθετε δύο μεγάλες εκκλησίες (Ευαγγελίστρια και Άγιο Κωνσταντίνο) και διατηρούσε νηπιαγωγείο, οκτατάξια αστική σχολή και πεντατάξιο παρθεναγωγείο. Από τη Σινώπη καταγόταν ο κυνικός φιλόσοφος Διογένης που γεννήθηκε το 412 ή κατ’ άλλους 399 π.Χ. και θεωρείται ο κυριότερος εκπρόσωπος της Κυνικής Φιλοσοφίας. Σύμφωνα με έναν θρύλο, γεννήθηκε την ημέρα που πέθανε ο Σωκράτης. Κατηγορήθηκε ότι παραχάραξε το νόμισμα της Σινώπης και εξορίσθηκε. Τα καλοκαίρια έμενε στην Κόρινθο και τη χειμερινή περίοδο στην Αθήνα. Παρακολούθησε μαθήματα στον ρήτορα Αντισθένη. Σύντομα ο Διογένης ξεπέρασε το δάσκαλό του, όχι μόνο σε φήμη, αλλά και στην αυστηρότητα του τρόπου ζωής. Ο Διογένης δεν συγκρότησε ένα θεωρητικό σύστημα αξιών, αλλά με τις πράξεις του γελοιοποιούσε και εξευτέλιζε το κοινωνικό σύστημα της εποχής του. Χρησιμοποιούσε τον αστεϊσμό και το λογοπαίγνιο ως μέσο για τα διδάγματά του. Πίστευε πως η ευτυχία του ανθρώπου βρίσκετε στη φυσική ζωή και πως μόνο με την αυτάρκεια, την λιτότητα, την αυτογνωσία και την άσκηση μπορεί κανείς να την εξασφαλίσει. Εφαρμόζοντας στην πράξη τις αρχές του κυκλοφορούσε στην Αθήνα ξυπόλυτος, φορώντας χειμώνα καλοκαίρι το ίδιο ρούχο και μόνο στα μεγάλα κρύα δανειζόταν από κάποιο φίλο του ένα μανδύα και είχε στην πλάτη του ένα σακούλι όπου έβαζε τίποτε τρόφιμα και ένα τάσι για να πίνει νερό. Κοιμόταν χωρίς να μεταχειρίζεται στρωσίδια μέσα σε ένα…πιθάρι, με φύλακες τα σκυλιά του, που άλλοτε το κυλούσε στη Βασίλειο Στοά κι άλλοτε στο Μητρώο, κάτω από την Ακρόπολη, αποδεικνύοντας, έτσι, πως και το σπίτι ακόμα ήταν κάτι το περιττό. Απέρριπτε την πολυθεΐα και τις μεγάλες θρησκευτικές τελετές. Στην είσοδο της Σινώπης οι Τούρκοι ανήγειραν μνημείο του Διογένη με το φανάρι στο χέρι (που έψαχνε να βρει άνθρωπο), αλλά αντί για πιθάρι πίσω του τοποθέτησαν ένα … κρασοβάρελο. Σταματήσαμε στο μνημείο για να αποδώσουμε τιμή στο μεγάλο Έλληνα φιλόσοφο και όλοι φωτογραφήσαμε και φωτογραφηθήκαμε στο μνημείο. Μετά τη σχετική ξεκούραση και το καφεδάκι αναχωρήσαμε για την Κασταμονή. Στην πορεία μας σταματήσαμε σε μεγάλο κατάστημα που προσέφερε φαγητό, καφέ και διάφορα άλλα είδη। Εκεί μας περίμενε μια μεγάλη και αναπάντεχη έκπληξη। Τούρκος ταξιδιώτης με την οικογένειά του, γιατρός το επάγγελμα, 40 ετών, μας πλησίασε, αφού κατάλαβε από τη συνομιλία μας ότι ήμασταν Έλληνες, και μας απεκάλυψε ότι είναι Πόντιος και κρυπτοχριστιανός, ένας από τις χιλιάδες των Ελλήνων κρυπτοχριστιανών που υπάρχουν ακόμη στην περιοχή του Πόντου, που οι πρόγονοί τους για πολλούς λόγους εξαναγκάσθηκαν να εξισλαμισθούν εξωτερικά και να φαίνονται και να ζουν σαν Τούρκοι, εσωτερικά παρέμειναν χριστιανοί και Έλληνες। Συγκλονισθήκαμε από την αποκάλυψη αυτή, είχαμε ακούσει και διαβάσει όλοι μας για το κρυπτοχριστιανικό πρόβλημα, άλλα πιστεύαμε και άλλα δεν τα πιστεύαμε, τώρα είχαμε μπροστά μας την απόδειξη, την ύπαρξη πολλών κρυπτοχριστιανών στον Πόντο, αλλά και σε άλλες περιοχές της Τουρκίας। Ο κύριος αυτός μας αποκάλυψε ότι ζει σε μεγάλη πόλη, είναι γιατρός, Πανεπιστημιακός, εξωτερικά ζει σαν μουσουλμάνος, εσωτερικά δε είναι χριστιανός. Όταν αναχωρήσαμε από το κατάστημα, πληροφορήσαμε όλους τους συνταξιδιώτες μας για το γεγονός και συζητήσαμε το πρόβλημα των εξισλαμισμών και το κρυπτοχριστιανικό. Το 1992 στην Ελληνική Βουλή συζητήθηκε το θέμα με επερώτηση για τους παλινοστούντες Ποντίους και επέκριναν την Ελληνική Πολιτεία επειδή αγνοεί τα αδέλφια μας στον Πόντο. Πρόκειται για τους βουλευτές Θ. Κατσανέβα, Χ. Καστανίδη και Λ. Κωνσταντινίδη. Οι δηλώσεις έχουν ως εξής: Θ. Κατσανέβας: "Η ύπαρξη 300.000 ή και περισσοτέρων Ελλήνων, Ρωμιών, κρυπτοχριστιανών ή εκμουσουλμανισμένων στην Τουρκία, ασφαλώς και πρέπει να ανασυρθεί από τη λήθη της εξωτερικής μας πολιτικής, την ίδια στιγμή που η Τουρκία μιλά για δήθεν καταπίεση της μουσουλμανικής μειονότητας της Δ. Θράκης. Προτείνεται να διερευνηθεί η δυνατότητα ίδρυσης νέου προξενείου ή η μεταφορά του προξενείου Αδριανούπολης στις περιοχές της Τόνιας όπου κατοικούν οι περισσότεροι Έλληνες". Καστανίδης: "Η Ελλάδα οφείλει να αποκτήσει μειονοτική πολιτική. Αυτή θα πρέπει να συμπεριλάβει μια σοβαρή κατηγορία ανθρώπων που ζουν στην σημερινή Τουρκία και χαρακτηρίζονται κρυπτοχριστιανοί". Κωνσταντινίδης: "Βρέθηκα το καλοκαίρι στη Ρωσία και Τουρκία. Συνάντησα εκεί ανθρώπους που βαπτίζουν τα παιδιά τους "Ελλάδα", "Μήδεια", "Πατρίδα" (ένας από τους κρυπτοχριστιανούς που συνάντησα λέγονταν Ερμής). Άλλοι ανεβάζουν τους Κρυπτοχριστιανούς στο 1.500.000. Αργά το απόγευμα φτάσαμε στην Κασταμονή। Ιστορική πόλη του Β/Δυτικού Πόντου. Το όνομά της μάλλον σημαίνει κάστρο των Κομνηνών. Βρίσκεται στην περιοχή της Παφλαγονίας και είναι πατρίδα των Κομνηνών Βυζαντινών αυτοκρατόρων. Εξ άλλου εκεί υπήρχε και το μεγάλο πατρογονικό τους κτήμα. Από την Κασταμονή, κατά μία παράδοση, προέρχονταν οι μοναχοί του πήγαν στο Άγιο όρος και ίδρυσαν τη Μονή Κωσταμονίτου. Οι Έλληνες κάτοικοι της Κασταμονής ήσαν λίγοι, οι περισσότεροι ήσαν μουσουλμάνοι. Ασχολούνταν με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Σήμερα η Κασταμονή είναι μια πόλη των 100.000 κατοίκων. Δεν έχει τουριστική ανάπτυξη, άλλα είναι πολύ γραφική. Θαυμάσαμε την όμορφη κεντρική της πλατεία, κάναμε βόλτα στα γραφικά της σοκάκια, απολαύσαμε το φωταγωγημένο βυζαντινό της κάστρο επάνω στο λόφο και περπατήσαμε στην Ελληνική συνοικία. Το συγκλονιστικό είναι ότι μία κυρία από την παρέα μας προσπάθησε βάσει των περιγραφών του πατέρα της, να βρει το πατρογονικό της σπίτι. Μετά από αρκετή αναζήτηση, έφθασε στην περιοχή, βρήκε τα σημάδια που έψαχνε, αλλά πληροφορήθηκε πως το πατρικό της πριν λίγο καιρό είχε κατεδαφιστεί από τον Τούρκο ιδιοκτήτη και στη θέση του υπήρχε νέα οικοδομή. Αξίζει να σημειωθεί ότι σε κάποιο σημείο του σπιτιού, ο πατέρας της κυρίας, είχε κρύψει τα χρυσαφικά που κατείχε. Η συγκίνηση όμως της κ. Χαράς, που βρήκε, έστω και έτσι, το πατρικό της ήταν απερίγραπτη, αλλά και τα μάτια της βουρκωμένα.
Κυριακή 22-08-2010: Μετά το πρωινό μας αναχωρήσαμε για την Κωνσταντινούπολη. Πρώτη πόλη που συναντήσαμε στη μεγάλη αυτή διαδρομή ήταν το Καραμπούκ με 140.000 κατοίκους που εργάζονται κυρίως στα ορυχεία της περιοχής. Στη συνέχεια ο δρόμος μας οδήγησε στη γραφική και ιστορική Σαφράμπολη ή Θεοδωρούπολη. Η Σαφράμπολη είναι μια όμορφη και γραφική πόλη. Οι κάτοικοι της ζούσαν πλουσιοπάροχα από τα κέρδη από την καλιέργια του "κρόκου" του γνωστού μπαχαρικού σαφράν από το οποίο πήρε και το όνομα της. Η Σαφράμπολη βρισκόταν στον κυριότερο εμπορικό δρόμο που ένωνε την Ανατολή με τη Δύση, από τον 13ο αιώνα όλα τα καραβάνια που ερχόντουσαν από τα βάθη της Ασίας σταματούσαν εκεί. Ήταν επίσης πασίγνωστο κέντρο αργυροχρυσοχοΐας τα κοσμήματα της Σαφράμπολης ήταν διάσημα σε όλα τα Βαλκάνια και την δυτική Ασία. Οι τεχνίτες της δούλευαν πολύ το κοράλλι, κάτι σπάνιο για ορεινή πόλη. Οι έμποροι, όμως και ναυτικοί κάτοικοί της έφερναν τα κοράλλια τα οποία οι τεχνίτες της πόλης τα μετέτρεπαν σε έργα τέχνης. Αξίζει να σημειωθεί ότι η τεχνοτροπία των κοσμημάτων της Σαφράμπολης διασώζει την βυζαντινή παράδοση, της οποίας τα στοιχεία διασώθηκαν αυτούσια στην τέχνη της κατασκευής κοσμημάτων. Η πόλη έχει χαρακτηριστεί διατηρητέος οικισμός και μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς από την UNESCO. Έχει παλιά γραφικά ξύλινα σπίτια, πολλά από τα οποία ανήκαν σε Έλληνες πριν το 1922. Οι δρόμοι της είναι στενοί, καλντερίμια, και διαθέτει πολλά μικρά με έντονο χρώμα μαγαζιά που πουλάνε είδη λαϊκής τέχνης και αργυροχρυσοχοΐας. Είδαμε την Εκκλησία του Αγίου Στεφάνου που σήμερα έχει μετατραπεί σε τζαμί. Αναχωρήσαμε από τη Σαφράμπολη, και μετά από γραφική διαδρομή συναντήσαμε το Σαγγάριο ποταμό. Ο Σαγγάριος ήταν ο κύριος ποταμός της Φρυγίας. Στις όχθες του ήταν χτισμένη η πρωτεύουσά τους Γόρδιον (Γόρδιος δεσμός του Μ. Αλεξάνδρου). Τον 6ο αιώνα ο Ιουστινιανός έκτισε μεγάλη γέφυρα πάνω στον Σαγγάριο για να διευκολύνει την σύνδεση της Κωνσταντινούπολης με τις ανατολικές επαρχίες. Σήμερα η γέφυρα σώζεται ολόκληρη με τις εννέα καμάρες της και αποτελεί εκπληκτικό μνημείο αρχιτεκτονικής και οδοποιΐας, στο οποίο σταματήσαμε, το διασχίσαμε και θαυμάσαμε τα έργα των προγόνων μας. Στον Σαγγάριο εξ άλλου, σταμάτησε η προέλαση του ελληνικού στρατού κατά την Μικρασιατική Εκστρατεία ύστερα από μία πολύνεκρη μάχη τον Αύγουστο του 1921. Συγκινημένοι, αναχωρήσαμε από το Σαγγάριο, αφού ξύπνησαν μέσα μας πολλές ιστορικές μνήμες, οι οποίες είχαν εφιαλτική κατάληξη για την παρουσία του Ελληνισμού στη γη της Μικράς Ασίας, στη γη της Ιωνίας, όπου δέσποζε, μεγαλουργούσε, φώτιζε και προσέφερε πολιτισμό σε όλο τον κόσμο αδιακρίτως. Μετά από αρκετή πορεία, συναντήσαμε μπροστά μας τη Νικομήδεια, στο βάθος του ομώνυμου κόλπου και έδρα του Ρωμαίου αυτοκράτορα Διοκλητιανού। Σ’ αυτή την πόλη βαπτίσθηκε και πέθανε ο γενάρχης της Ρωμιοσύνης ο Μ। Κωνσταντίνος। Σήμερα έχει 195।000 κατοίκους। Επί τέλους αργά το απόγευμα, διασχίσαμε όλη τη Μ। Ασία και φθάσαμε στο Βόσπορο, στο στενότερο σημείο των δύο Ηπείρων, Ασίας και Ευρώπης। Περάσαμε την νέα γέφυρα Σουλτάν Αχμέτ (Μωάμεθ) που έχει μήκος 1090 μέτρα και κατασκευάσθηκε το 1988, μπήκαμε στην Ευρωπαϊκή Τουρκία και μετά από λίγο, φθάσαμε στηνΚωνσταντινούπολη,στο Πέραν (πλατεία Ταξίμ) όπου και καταλύσαμε.
Δευτέρα 23-8-2010: Ξυπνήσαμε στη Βασιλεύουσα. Στην πόλη που κάθε Ρωμιός έχει μέσα στην ψυχή του και η επίσκεψή της αποτελεί παντοτινό όνειρο. Μετά το πρωινό αναχωρήσαμε για τη Μονή της Χώρας. Η πρώιμη ιστορία της μονής δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα. Σήμερα έχει αποδειχθεί πως ο ναός χτίστηκε το διάστημα 1077-81 από την πεθερά του Αλεξίου Α΄ Κομνηνού Μαρία Δούκαινα, στη θέση παλαιότερων κτισμάτων που χρονολογούνται τον 6ο και 9ο αιώνα. Υπέστη σοβαρή φθορά, πιθανώς εξαιτίας σεισμού, και επισκευάστηκε το 1120 από τον Ισαάκιο Κομνηνός. Ο Θεόδωρος Μετοχίτης, Βυζαντινός λόγιος και πολιτικός, συνέβαλε στην ανακαίνισή της (1316-21) και ήταν υπεύθυνος για την προσθήκη του εξωνάρθηκα, του νότιου παρεκκλησίου, καθώς και για το διάκοσμο του ναού που περιλάμβανε αξιόλογα ψηφιδωτά και τοιχογραφίες. Επιπλέον, κληροδότησε στη Ι. Μονή σημαντική περιουσία, χτίζοντας παράλληλα νοσοκομείο και δωρίζοντας σε αυτή την αξιόλογη συλλογή βιβλίων του, με αποτέλεσμα να προσελκύσει αργότερα σημαντικούς λογίους. Η Ι. Μονή μετατράπηκε σε οθωμανικό τέμενος με εντολή του μεγάλου βεζίρη του σουλτάνου Βαγιαζήτ Β΄ (1481-1512) και έγινε γνωστό ως Καριγιέ Τζαμί. Σημαντικό μέρος της διακόσμησης του ναού καταστράφηκε. Το 1948 τέθηκε σε εφαρμογή πρόγραμμα αναστήλωσης του μνημείου και από το 1958 λειτουργεί ως μουσειακός χώρος. Ο ψηφιδωτός διάκοσμος του ναού και οι τοιχογραφίες του παρεκκλησίου αποτελούν ζωγραφικό υπόμνημα για το ανεβασμένο ποιοτικά επίπεδο, την ιδεολογική κατεύθυνση, την αναβίωση των κλασσικών γραμμάτων, την καλλιτεχνική καταξίωση και το υψηλό ήθος της Αναγέννησης των Παλαιολόγων κατά τον 14ο αι. Η Μονή της Χώρας είναι μια από τις σημαντικότερες και ωραιότερες πινακοθήκες στον κόσμο, αναφέρει ο καθηγητής Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Αθ. Παλιούρας. Μετά την ξενάγησή μας στην Ι। Μονή, αναχωρήσαμε για την συνοικία Ταταύλα, όπου μένουν αρκετοί Έλληνες. Θέλαμε να επισκεφθούμε μια Ελληνική Εκκλησία και να γιορτάσουμε και μεις έτσι τα «εννιάμερα» της Παναγίας μας. Επισκεφθήκαμε την Εκκλησία του Αγίου Δημητρίου।। Η Θ. Λειτουργία μόλις είχε τελειώσει. Ο Επίτροπος μας καλοδέχτηκε με περισσή αγάπη και μας ξενάγησε στο Ναό του Αγίου Δημητρίου. Μας είπε την ιστορία του Ναού, αλλά με συγκίνηση μας μίλησε για τους λιγοστούς δυστυχώς Έλληνες που εξαναγκάσθηκαν να εγκαταλείψουν τις πατρογονικές τους εστίες τις τελευταίες δεκαετίες και να ζητήσουν καταφύγιο κυρίως στη μητέρα Ελλάδα. Μας είπε πως τα τελευταία χρόνια δεν αντιμετωπίζουν ιδιαίτερα προβλήματα, αλλά το κακό έχει γίνει. Είναι αυτοί που φυλάνε και θα φυλάνε «Θερμοπύλες», «Τα ιερά και τα όσια της φυλής». Φύγαμε από το Ναό του Αγίου Δημητρίου στα Ταταύλα και πήγαμε να επισκεφθούμε το Τοπ Καπί, τα ανάκτορα των Σουλτάνων. To Τοπ Καπί (τουρκ. Topkapı Sarayı) είναι χτισμένο σε λόφο που επιβλέπει το Βόσπορο και ήταν ακρόπολη του αρχαίου Βυζαντίου, αποτελούσε δε επίσημη κατοικία των σουλτάνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από τα μέσα του 15ου αιώνα μέχρι την κατασκευή του παλατιού Ντολμαμπαχτσέ (1853). Από τις 3 Απριλίου του 1924 λειτουργεί ως μουσείο και αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα αξιοθέατα της πόλης. Εκτός από τα ιστορικά κτίσματα, στις συλλογές του περιλαμβάνονται έργα κεραμικής, ισλαμικής καλλιγραφίας, χειρόγραφα, υφάσματα, τεχνουργήματα, θησαυροί των σουλτάνων, καθώς και ισλαμικά κειμήλια μεγάλης αξίας, αλλά και χριστιανικοί θησαυροί, όπως είναι το χέρι του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου. Το πρόγραμμά μας στη συνέχεια περιλάμβανε κρουαζιέρα με μισθωμένο καραβάκι στο Βόσπορο. Κατεβήκαμε στον Κεράτιο κόλπο, πήραμε το καραβάκι και ανηφορήσαμε προς τον Βόσπορο. Το όνομα ΒΟΣΠΟΡΟΣ σημαίνει πέρασμα βοδιού (βους + πόρος), συνδέεται με τον Ελληνικό μύθο της Ιούς και του ταξιδιού της μετά τη μετατροπή της σε βόδι από το Δία για την προστασία της. Μία ακόμη ερμηνεία προέλευσης του ονόματος είναι ότι μπορεί να προήλθε από τους «βοείους ασκούς» που χρησιμοποιούσαν οι Θράκες για να τον διασχίσουν. Λέγεται επίσης στη μυθολογία ότι οι επιπλέοντες βράχοι κάποτε συνέθλιβαν κάθε πλοίο που προσπαθούσε να διαβεί το Βόσπορο έως ότου ο ήρωας Ιάσων πέρασε με πονηριά, οπότε οι βράχοι σταθεροποιήθηκαν, και επετεύχθη η πρόσβαση των Ελλήνων στον Εύξεινο Πόντο. Παλιά, όλη η περιοχή του Βοσπόρου ήταν Ελληνική। Εκεί οι Έλληνες είχαντα εξοχικά τους. Περάσαμε το Μεσοχώρι, την Ξηροκρήνη, το Μέγα Ρεύμα, το Σωσθένειο, το Μπαλτά, το Νεοχώρι, τα Θεραπειά και φθάσαμε μέχρι τις συμπληγάδες πέτρες, στο στενότερο σημείο του Βοσπόρου. Οι Συμπληγάδες Πέτρες στην ελληνική μυθολογία φέρονταν ως δύο πολύ μεγάλοι βράχοι του θαλάσσιου στενού (διαύλου), που ενώνονταν και αποχωρίζονταν συνεχώς, έτσι ώστε ήταν αδύνατο το ασφαλές πέρασμα ενός πλοίου. Το πρώτο πλοίο που κατάφερε τελικά το ασφαλές πέρασμα ήταν η «Αργώ» με τους Αργοναύτες και με τη βοήθεια της θεάς Ήρας. Από τότε, οι δύο βράχοι ακινητοποιήθηκαν. Θαυμάσαμε το καταπράσινο τοπίο και καταλύσαμε σε κάποιες ψαροταβέρνες με το φρέσκο ψάρι του Βοσπόρου, έχοντας πάντα θέα τις συμπληγάδες πέτρες। Αργά το απόγευμα, ήρθαν τα λεωφορεία μας και διασχίζοντας τη Ευρωπαϊκή ακτή του Βοσπόρου και περνώντας από τις περιοχές που έχουν ανεγερθεί τα τελευταία χρόνια ουρανοξύστες, φθάσαμε στο ξενοδοχείο μας για ολιγόωρη ξεκούραση. Τα βράδυ δειπνήσαμε σε παραδοσιακό εστιατόριο στη θάλασσα του Μαρμαρά.
Τρίτη 24-8-2010: Κλασική ξενάγηση της Πόλης. Επισκεφθήκαμε την Κινστέρνα ή Ιουστιανιάνειο υδραγωγείο. Κτίστηκε για πρώτη φορά επί Μ. Κωνσταντίνου και επεκτάθηκε επί Ιουστινιανού. Επικράτησε να λέγεται «Υδραγωγείο του Ιουστινιανού». Είναι η μεγαλύτερη δεξαμενή από τις 60 που χτίστηκαν επί Βυζαντινής εποχής και η είσοδος της είναι απέναντι από την Αγία Σοφία. Ανηγέρθη το 532 μέσα σε μερικές μήνες και χρησιμοποιήθηκε μέχρι τον 16ο αι. Επί Οθωμανικής εποχής όμως δεν χρησιμοποιήθηκε. Αποκαταστάθηκε τον 19ο αιώνα. Οι κίονες που χρησιμοποιήθηκαν στην ανέγερση της δεξαμενής είναι συφκεντρωμένες από διάφορα ρωμαϊκά μνημεία। Έχει ανεγερθεί πάνω σε έκταση περίπου 10।000 τετρ। μέτρων με χωρητικότητα 80।000 κυβ। μέτρων και αποτελείται από 336 κίονες με 8 μ। ύψος। Έχει καταπληκτική εμφάνιση και μοιάζει με δάσος από κίονες। Έχει μήκος 143 μ। και πλάτος 65 μ। Οι τοίχοι της δεξαμενής έχουν 4,8 μ। πάχος। Τα 98 από τα κιονόκρανα είναι κορινθιακού ρυθμού। Σε μία βάση ενός κίονα έχει τοποθετηθεί ανάποδα το κεφάλι της Μέδουσας। Σε μία κολόνα έχουν σκαλισθεί μάτια με δάκρυα, τα οποία είναι αφιερωμένα στους ανθρώπους που έχασαν τη ζωή τους στην κατασκευή του έργου। Πάνω από την Κινστέρνα, ο αυτοκράτορας Κωνστάντιος ίδρυσε μία από τις μεγαλύτερες βιβλιοθήκες που περιείχε 120 χιλιάδες τόμους। Σ’ αυτή την βιβλιοθήκη είχε αποθησαυρισθεί όλη η αρχαία Ελληνική γραμματεία। Το υλικό που χρησιμοποιήθηκε για την αντιγραφή των βιβλίων ήταν η «περγαμηνή», που ήταν πολύ πιο ανθεκτική από τον πάπυρο। Το Βυζάντιο με τις βιβλιοθήκες του και τις Μονές που ήσαν κέντρα αντιγραφής διέσωσε την αρχαία Ελληνική σοφία। Στη συνέχεια επισκεφθήκαμε τον Βυζαντινό Ιππόδρομο (ήταν χώρος δημόσιας ψυχαγωγίας που προοριζόταν για ιπποδρομίες και αρματοδρομίες, αποκτώντας παράλληλα θεσμικές και πολιτικές διαστάσεις), είδαμε τον χάλκινο τρίποδα των Δελφών (αφιέρωμα των Ελλήνων μετά τη μάχη των Πλαταιών στο μαντείο των Δελφών), τον Αιγυπτιακό Οβελίσκο που μετάφερε από την Αίγυπτο ο Μέγας Θεοδόσιος και τη στήλη του Κωνσταντίνου του Πορφυρογέννητου. Στο ευθύ (βορειοανατολικό) άκρο υπήρχαν δώδεκα πύλες που είχαν τη δυνατότητα να ανοίγουν συγχρόνως με αυτόματο μηχανισμό. Σε έναν πύργο πάνω από αυτές τις πύλες είχαν στηθεί τα περίφημα τέσσερα χάλκινα άλογα, τα οποία μετά το 1204 τα πήραν οι Ενετοί και τα τοποθέτησαν πάνω από την πύλη της βασιλικής του Αγίου Μάρκου. Στο μέσο περίπου της ανατολικής πλευράς, πάνω από τα καθίσματα, ήταν τοποθετημένο το αυτοκρατορικό θεωρείο (κάθισμα), το οποίο συνδεόταν με το Μέγα Παλάτιο, που βρισκόταν πίσω από τον Ιππόδρομο. Στο κέντρο του στίβου εκτεινόταν ένα χαμηλό φράγμα (εύριπος ή spina),3 γύρω από το οποίο πραγματοποιούνταν οι αρματοδρομίες, με φορά αντίθετη προς εκείνη των δεικτών του ρολογιού. Ο κάθε αγώνας αποτελούντα από 7 γύρους με άρματα που είχαν δύο ρόδες και τα έσερναν 4 άλογα. Δίπλα από τον σημερινό χώρο του ιππόδρομου είναι κατασκευασμένο το Μπλέ Τζαμί, πάνω στο χώρο που ήσαν τα Βυζαντινά ανάκτορα. Το τζαμί χτίστηκε μεταξύ 1609 και 1616 με διαταγή του σουλτάνου Αχμέτ Α' -από τον οποίο πήρε και το όνομά του। Χτίστηκε στο κέντρο της νοτιοδυτικής πλευράς του ιπποδρόμου επίτηδες απέναντι από την Αγία Σοφία, έτσι ώστε να δεσπόζει αυτό। Είναι το αποκορύφωμα αλλά και η παρακμή της θρησκευτικής Οθωμανικής αρχιτεκτονικής γιατί μετά από αυτό δεν κατορθώθηκε η ανέγερση άλλου όμοιου είτε σε έκταση ή διακόσμηση। Είναι το μοναδικό τζαμί με 6 μιναρέδες। Οι διαστάσεις του είναι 51 Χ 53 μέτρα। Η εσωτερική του διακόσμηση επισκιάζει όλα τα άλλα τζαμιά। Ονομάζεται «μπλέ τζαμί» χάρη στον εσωτερικό του διάκοσμο με ψηφίδες και μπλε βιτρώ, τα οποία όταν τα χτυπάει ο ήλιος παίρνουν την απόχρωση του μπλε। Ο τρούλος, του που στηρίζεται σε 4 χονδροκομμένους πεσσούς, έχει ύψος 43 μέτρα και διάμετρο 23,5 μέτρα
Στη συνέχεια επισκεφθήκαμε το θερινό ανάκτορο των σουλτάνων το Ντολμά Μπαχτσέ। Τον 19ο αιώνα είχε αρχίσει η παρακμή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας। Ο σουλτάνος Αμπτούλ Μετζίτ για να δείξει την ισχύ του έφτιαξε ένα παλάτι με ωραίους κήπους, σύμφωνα με τα Ευρωπαϊκά δεδομένα। Γέμισαν ένα μεγάλο μέρος του Βοσπόρου και το έκαναν ξηρά και από το γεγονός αυτό πήρε και το όνομά του «ντολμά μπαχτσέ» = γεμιστός κήπος. Το ανάκτορο έκτισε ο αρχιτέκτονας Καραμπέ Μπαλιάν, Αρμενικής καταγωγής. Το κτίσιμο διήρκεσε 13 χρόνια, από το 1843 έως το 1846. Με τα σημερινά δεδομένα στοίχισε περίπου 560 εκατομμύρια δολάρια, υπέρογκο ποσό, για ένα λαό που υπέφερε από φτώχεια. Το χρησιμοποίησαν ως κατοικία τους οι 6 τελευταίοι σουλτάνοι και συνεδρίασε σ’ αυτό η πρώτη Οθωμανική Βουλή στις 19 Μαρτίου του 1877. Μετά την ανακήρυξη της δημοκρατίας ο Κεμάλ Ατατούρκ το έκανε θέρετρο και σ’ αυτό πέθανε από κίρρωση του ήπατος στις 10 Νοεμβρίου του 1938. Μετά το θάνατο του Ατατούρκ διαμορφώθηκε σε μουσείο και φιλοξενούνται και διάφορες προσωπικότητες. Η διακόσμηση των εσωτερικών χώρων είναι έργο Γάλλων και Ιταλών καλλιτεχνών. Οι πιο πολλοί πίνακες είναι έργο του Ρώσου ζωγράφου Αϊβαζόβσκι. Στην εσωτερική διακόσμηση χρησιμοποιήθηκαν 14 τόνοι χρυσάφι και 40 τόνοι ασήμι. Το μεγαλύτερο χαλί του παλατιού είναι 124 τ. μ. Το κτίσμα είναι 14.600 τ.μ. και με τα παραρτήματα φθάνει στα 64.000 τ.μ. Αποτελείται από 285 δωμάτια και 43 αίθουσες. Ξεχωρίζει η αίθουσα τελετών που είναι 1.800 τ.μ. και στον τρούλο της σε ύψος 36 μέτρα κρέμεται ο μεγαλύτερος πολυέλαιος του κόσμου, βάρους 4,5 τόνων, δώρο της βασίλισσας της Αγγλίας Βικτωρίας της Β΄. Εδώ δοκιμάσθηκε για πρώτη φορά η θέρμανση του χώρου από το δάπεδο. Η ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ Επόμενη επίσκεψή μας ήταν στο κορυφαίο μνημείο όχι μόνο της Κωνσταντινούπολης, αλλά και όλης της Χριστιανοσύνης, την ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ. Ο Ναός είναι αφιερωμένος στην Σοφία του Θεού, τον Ιησού Χριστό και γιόρταζε της Μεσοπεντηκοστής. «Όλων τα γόνατα κόβονται όταν αντικρίζουν την Αγία Σοφία. Ξεναγείς, ανεβαίνεις, φορτίζεσαι. Αρχιτεκτονική, ιστορία, εκκλησία, μάρμαρα, σελίδες δόξης, ευκλείας, σελίδες βανδαλισμών, πόνου, δακρύων. Μισοτελειωμένη λειτουργία, ψηφιδωτά απαράμιλλα, περασμένα μεγαλεία» (Αρχιμ. Δοσίθεος, ηγούμενος Ι.Μ. Τατάρνας). Είναι η πιο σπουδαία εκκλησία που έγινε στην Κωνσταντινούπολη από τους Βυζαντινούς. Το πρώτο οικοδόμημα χτίστηκε μεταξύ των 325 - 360. Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος άρχισε τις εργασίες και ο γιος του Κωνστάντιος (337-361) τις ολοκλήρωσε. Ήταν η μεγαλύτερη Εκκλησία της πόλης και του παλατιού, την ονόμαζαν επίσης και Μεγάλη Εκκλησία. Η Εκκλησία πυρπολύθηκε όταν ο αυτοκράτορας Αρκάδιος με την Ευδοξία εξόρισαν την Πατριάρχη Ιωάννη το Χρυσόστομο και ξαναχτίσθηκε από τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο τον Β΄ και ήταν πεντάκλιτη βασιλική. Κατά τη στάση του Νίκα επί αυτοκράτορα Ιουστιανιανού, το 532 μ.Χ., καταστράφηκε από πυρκαγιά η Αγία Σοφία, όσο και Αγία Ειρήνη. Μετά την καταστολή της στάσης, ο Ιουστινιανός αμέσως απεφάσισε το χτίσιμο της σημερινής Αγίας Σοφίας επάνω στα ερείπια της βασιλικής του Κωνστάντιου. Ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός θέλησε να ξαναχτίσει την καμένη εκκλησία, με την επιθυμία, η νέα οικοδομή να είναι η μεγαλύτερη και η ωραιότερη που είχε γίνει μέχρι τότε. Ανέθεσε αμέσως στους πιο διάσημους αρχιτέκτονες της εποχής, στον Ανθέμιο από τις Τράλλεις και στον Ισίδωρο από τη Μίλητο, να διευθύνουν το έργο, έτσι ώστε οι εργασίες να αρχίσουν μόλις 39 μέρες μετά την πυρκαγιά. Ύστερα από τις πολύπαθες εμπειρίες του παρελθόντος, δεν χρησιμοποίησαν το ξύλο σαν υλικό κατασκευής. Έφεραν από διάφορες περιοχές της Αυτοκρατορίας πολύτιμα μάρμαρα. Πολλές από τις κολόνες του εσωτερικού, προέρχονται από ερειπωμένους αρχαίους ναούς, όπως του Μπάαλμπεκ της Συρίας, της Ηλιουπόλεως της Αιγύπτου, της Εφέσου και των Δελφών. Λευκά μάρμαρα από την Προκόνησο, πράσινα από τη Θεσσαλία, χρυσαφιά από τη Λιβύη, κοκκινωπά από τη Φρυγία, κοκκαλί από την Καππαδοκία, χρησιμοποιήθηκαν για τις υπόλοιπες κολόνες, τα κιονόκρανα και τις επενδύσεις των τοίχων. Για τον τρούλο χρησιμοποίησαν τούβλα, όπως επίσης και για τα τόξα και τους τοίχους. Στο έργο δούλεψαν 1.000 μαστόροι και 10.000 εργάτες και η κατασκευή διήρκεσε πέντε χρόνια. Τα εγκαίνια έγιναν στις 27 Δεκεμβρίου 537. Ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός έφθασε μέσα σε άμαξα. Τον υποδέχθηκε στην είσοδο του Ναού ο Πατριάρχης Μηνάς και σύμφωνα με το πρωτόκολλο, μπήκαν μαζί στην Μεγάλη Εκκλησία. Ο Αυτοκράτορας ένοιωσε υπερηφάνεια και έκσταση, κατευθύνθηκε προς το Ιερό και αναφέρεται ότι αφού προσευχήθηκε στο Θεό που τον αξίωσε να πραγματοποιήσει αυτό το μεγάλο έργο, φώναξε «Νενίκηκά σε Σολομών». Οι χρονογράφοι της εποχής περιέγραψαν την Αγία Σοφία σαν κάτι το καταπληκτικό, που ήταν δύσκολο να παραδεχτεί κανείς ότι χτίστηκε από ανθρώπινα χέρια. Το κτίριο, ακόμη και σήμερα στην κατάσταση που βρίσκεται, παραμορφωμένο, δηλαδή, από τις προσθαφαιρέσεις, εξασκεί αναμφισβήτητη γοητεία σ’ εκείνον που το επισκέπτεται, έστω και αν είναι ξένος προς το βαθύτερο νόημά του. Στην Αγία Σοφία δόθηκε λύση σ’ ένα μεγάλο δυσεπίλυτο αρχιτεκτονικό πρόβλημα. Το πρόβλημα του συνδυασμού της δρομικής (μακρύ κτίριο) διάταξης κτιρίου, όπου κυριαρχεί ο κατά μήκος άξονας, που έλκει το βλέμμα προς το Ιερό, και της περίκεντρης διάταξης, όπου κυριαρχεί ο κατακόρυφος άξονας, που έλκει το βλέμμα προς τον τρούλο, μικρογραφία της ουράνιας σφαίρας, όπου κατά τη χριστιανική αντίληψη, κατοικεί ο Θεός. Όλες οι προσπάθειες που έγιναν πριν την Αγία Σοφία γι’ αυτό τον δύσκολο συμβιβασμό, δεν κατέληξαν σε ικανοποιητικά αποτελέσματα. Αυτό το δύσκολο πρόβλημα έλυσαν οι αρχιτέκτονες Ανθέμιος και Ισίδωρος. Συνδύασαν τους θόλους κατά τέτοιο τρόπο, ώστε οι ωθήσεις του ενός να εξουδετερώνονται από τις αντίθετες ωθήσεις του άλλου χρησιμοποιώντας εκτός από τα σφαιρικά τρίγωνα και τα ημιτρούλια. Έτσι οι τοίχοι δεν φορτώνονται πολύ βάρος, παραμένουν πιο λεπτοί και δημιουργούνται παράθυρα για τον άπλετο φωτισμό. Ενώ χρησιμοποιήθηκαν 4 ογκώδεις πεσσοί για τη στήριξη του τρούλου, 100 τ.μ. ο καθένας, όταν μπει κάποιος στο εσωτερικό του Ναού, δεν βλέπει τίποτε. Ο τρούλος είναι ανάλαφρος και αφήνει την εντύπωση ότι αιωρείται στο κενό, ενώ ενάερα «παραπετάσματα» βρίσκονται εκεί που θα έπρεπε κανείς να βρει βαριούς τοίχους. Όλα αυτά έχουν αποκρυβεί με επιμέλεια, για να καταργηθεί οπτικά το βάρος και να εξαϋλωθεί η μάζα τους. Τα 4 τόξα γίνονται 4 ασώματες γραμμές που φαίνονται ανίκανες να σηκώσουν το παραμικρό βάρος. Ανάμεσά τους τα 4 λοφία, ή σφαιρικά τρίγωνα, φαίνονται σαν μεμβράνες, που δεν μπορεί να φανταστεί ότι μεταφέρουν τεράστια βάρη. Σ’ αυτά επάνω ψηφιδογράφησαν Σεραφείμ. Μόλις πριν λίγο καιρό έγινε η αποκάλυψη ενός σεραφείμ. Το δεύτερο θέμα που αντιμετώπισαν οι αρχιτέκτονες ήταν αυτό του πνευματικού συμβολισμού, που ήταν και πιο λεπτό από το πρώτο. Η επέκταση του πιστού προς το άπειρο. Ο Βυζαντινός έμπαινε στο Ναό από τα Δυτικά, πρώτα στο αίθριο (αυλή). Το πλάτος της αυλής ήταν μεγαλύτερο από το μήκος της. Η επίδρασή της επομένως στην ψυχή, ήταν κάπως ανασχετική της κίνησης προς το Ναό και η ανάσχεση αυτή αυξανόταν με την είσοδο στον πολύ στενό εξωνάρθηκα. Ξαλάφρωνε λίγο ο πιστός με την είσοδό του στον εσωνάρθηκα, πλατύτερο και ψηλότερο από τον πρώτο. Και αυτός πάντως ήταν στενόμακρος, τοποθετημένος κατά πλάτος για τον πιστό, που έβλεπε αντίκρυ του τον ανατολικό μακρύ τοίχο, τελείως επίπεδο, υπενδεδυμένο με ορθομαρμάρωση όμοια προς την όλη ορθομαρμάρωση του Ναού και πάμφωτο από μια σειρά παραθύρων στη στέγη ψηλά. Η εντύπωση από την στιλπνή, χρωματιστή και φωτεινή αυτή επιφάνεια, όπου ανοίγονταν 9 θύρες, που άφηναν το βλέμμα ν’ αποκτάει φευγαλέες εντυπώσεις από το εσωτερικό του Ναού, ήταν σαν μια πρώτη νύξη για το όραμα που θα αποκαλυπτόταν στον πιστό. Και ήταν πραγματική αποκάλυψη, αυτό που αντίκριζαν τα μάτια μόλις κανείς περνούσε το κατώφλι μιας από τις πύλες που ανοίγονταν στη μέση της φωτεινής επιφάνειας του εσωνάρθηκα. Το βλέμμα του πιστού τραβούσε ο κατά μήκος άξονας του κεντρικού κλίτους και οδηγούνταν σε μια τεράστια «αγκαλιά», την μεγάλη κόγχη του Ιερού Βήματος, που δημιουργούσε το ανατολικό ημιτρούλιο. Τα πλαϊνά κλίτη ήταν πιο σκοτεινά, έτσι ο πιστός ξανάφερνε το βλέμμα του προς το κέντρο του Ναού, γιατί αυτό τον ανάγκαζε να κάνει η κοίλη επιφάνεια της μεγάλης κόγχης του Ιερού. Το βλέμμα του τότε κατευθυνόταν προς τον κατακόρυφο άξονα, όπου τον περίμενε άλλη φαντασμαγορία. Ο πάμφωτος τεράστιος τρούλος φαινόταν να αιωρείται 55 μέτρα πάνω από το κεφάλι του, αγγίζοντας τις κορυφές των 4 αΰλων τόξων, που σαν ουρανός δέσποζε σ’ όλο τον εσωτερικό χώρο. Ο πιστός αισθανόταν ότι τον παρακολουθούσε το μάτι του Θεού! Χαμήλωνε τα μάτια και προχωρούσε διστακτικά προς το κέντρο του Ναού, όπου αισθανόταν να μηδενίζεται, μέσα στον χωρίς όρια, αχανή αυτό χώρο που καταυγαζόταν από ένα υπερκόσμιο αγγελικό φως. Στη ψυχή του πιστού ζωντάνευαν, άθελά του, οι θρησκευτικές ιδέες και ο νους του ανέβαινε προς το Θεό. Αυτό ήταν το κατόρθωμα των Αρχιτεκτόνων της Αγίας Σοφίας που τους εμπιστεύθηκε ο Ιουστιανιανός. Δημιούργησαν ένα έργο πνοής, που μέχρι σήμερα είναι αξεπέραστο στη χριστιανική τέχνη. Η επιφάνεια του Ναού μαζί με το νάρθηκα και τον εξωνάρθηκα, είναι 7.570μ2. Είναι η τέταρτη σε μέγεθος Εκκλησία στον κόσμο. Όχι εντελώς ημισφαιρικός ο κεντρικός τρούλος, κυριαρχεί στο εσωτερικό, έχει 55.60 μέτρα ύψος και διάμετρο μεταξύ 31,50 μ.. Μπροστά από το Ναό, στη μεγάλη αυλή, βρισκόταν η φιάλη του εξαγνισμού με την καρκινική επιγραφή: «ΝΙΨΟΝ ΑΝΟΜΗΜΑΤΑ ΜΗ ΜΟΝΑΝ ΟΨΙΝ». Δυστυχώς δεν σώζεται σήμερα. Ο τρούλος της Αγίας Σοφίας κατέρρευσε το Μάϊο του 558, και ξανακτίσθηκε από τον Ισίδωρο, συνώνυμο ανιψιό, του αρχιτέκτονά της. Αργότερα πάλι, το 867 συγκεκριμένα, ράγισε ο τρούλος μετά από σεισμούς, και τον επισκεύασε ο αυτοκράτορας Βασίλειος Β'. Όμως η μεγαλύτερη συμφορά συνολικά που βρήκε την Αγία Σοφία, ήταν το 1204 όταν οι Φράγκοι κυρίεψαν και λεηλάτησαν την Πόλη. Ο Μωάμεθ ο πορθητής την μετέτρεψε σε τζαμί. Σήμερα η Αγία Σοφία έχει συληθεί και ως ένα βαθμό παραμορφωθεί από αυτά που έχουν προστεθεί εσωτερικά και με την επίχριση των αγιογραφιών και κυρίως των ψηφιδωτών. Εξωτερικά έχουν προστεθεί τέσσερις μιναρέδες. Το 1935 με απόφαση του Κεμάλ Ατατούρκ μετατράπηκε σε μουσείο. Ο Θρύλος για την τελευταία Θεία Λειτουργία στην Αγια-Σοφιά.
Όταν οι Τούρκοι μπήκαν στη Βασιλική Εκκλησία, ένας ιερέας τελούσε τη Θεία Λειτουργία. Βλέποντας τους άπιστους να μπαίνουν, δε σκεπτόταν παρά μόνο πώς να σώσει από τη βεβήλωση τον Άγιο Άρτο και το πολύτιμο Αίμα του Χριστού. Ανέβηκε, λοιπόν, βιαστικός στον Άμβωνα, κρατώντας τ' Άγιο Δισκοπότηρο κι εξαφανίστηκε σε μια μικρή πόρτα. Την έκλεισε πίσω του, μα δυστυχώς οι Τούρκοι τον είχαν δει κι έτρεξαν να τον προφτάσουν. Όταν όμως έφθασαν στο σημείο που θα έπρεπε να βρίσκεται η πόρτα, ξαφνιάστηκαν γιατί δεν είδαν παρά μόνο μια γυμνή, λεία επιφάνεια χωρίς το παραμικρό σημάδι ανοίγματος. Αγριεμένοι, προσπάθησαν να γκρεμίσουν τον τοίχο, αλλά έσπασαν τα όπλα τους, χωρίς να καταφέρουν τίποτε! -Ας φέρουν τους χτίστες του στρατού μας, αποφάσισε ο Σουλτάνος. Έτσι θα δούμε τι είναι πίσω απ' αυτόν τον τοίχο.Οι χτίστες ήρθαν με τα εργαλεία τους κι άρχισαν να χτυπούν τον τοίχο. Παρ' όλες τους τις προσπάθειες όμως, δεν μπόρεσαν ούτε να τον τρυπήσουν κι ομολόγησαν πως σίγουρα υπήρχε κάποιο τεχνικό μέσο, που τους ήταν άγνωστο. -Είστε ανίκανοι, φώναξε καταθυμωμένος ο Σουλτάνος και θα τιμωρηθείτε! Να φέρουν βυζαντινούς χτίστες! Τότε έφεραν βιαστικά όσους μπόρεσαν και απειλώντας τους με θάνατο, τους πρόσταζαν να ρίξουν αυτόν τον τοίχο! Μα, ούτε κι αυτοί δεν τα κατάφεραν! Γιατί, το θέλημα του Θεού, πιο δυνατό από κάθε ανθρώπινη δύναμη, κρατούσε αυτές τις πέτρες δεμένες γερά, για να προστατεύει τον ιερέα. Όλους αυτούς τους αιώνες, ο ιερέας αγρυπνεί, σφίγγοντας το δισκοπότηρο, που προστάτευσε από τους άπιστους! Μα, όταν θα ξαναπάρουμε την Πόλη, η πόρτα θα ξανανοίξει μόνη της, ο ιερέας θα βγει, θα ξαναμπεί στο ιερό και θα συνεχίσει τη Θεία Λειτουργία, από κει ακριβώς που είχε σταματήσει! ΤΑ ΨΗΦΙΔΩΤΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΣΟΦΙΑΣ Το Αμερικάνικο Βυζαντινό Ινστιτούτο το 1930 ανέλαβε την εργασία για την αποκάλυψη των ψηφιδωτών, σπουδαιότερα απ’ αυτά είναι: Πάνω από την αυτοκρατορική πύλη στον νάρθηκα βρίσκεται σε ψηφιδωτή παράσταση (9ος αιών) ο Κύριος ένθρονος, και κρατάει το ευαγγέλιο ανοικτό। Η Παρθένος και ο αρχάγγελος Γαβριήλ παρίστανται μέσα σε κύκλους. Στα πόδια του Κυρίου βρίσκεται σε στάση ικεσίας ο αυτοκράτορας Λέων ΣΤ΄ ο Σοφός. Η Ένθρονη Θεοτόκος» με το Χριστό στην αγκαλιά και τους αυτοκράτορες Ιουστινιανό και Μ. Κωνσταντίνο, αριστερά και δεξιά αντίστοιχα, οι οποίοι Της προσφέρουν ο ένας το ναό και ο άλλος την πόλη. Το έργο βρίσκεται στο τύμπανο του τόξου της νότιας πύλης του νάρθηκα και χρονολογείται από το 10ο αιώνα. Στο Γυναικωνίτη έχουν αποκαλυφθεί αρκετά ψηφιδωτά: Η Δέηση είναι το μεγαλύτερο και πλέον όψιμο ψηφιδωτό της Αγίας Σοφίας. Χρονολογείται στα τέλη του 13ου ή στο 14ο αιώνα και εικονίζει τη Θεοτόκο και τον Άγιο Ιωάννη το Βαπτιστή να δέονται στο Χριστό για τη σωτηρία των ανθρώπων. Στο ανατολικό άκρο του νότιου υπερώου βρίσκονται δύο αυτοκρατορικά ψηφιδωτά. Το πρωιμότερο από αυτά εικονίζει το Χριστό ένθρονο ανάμεσα στον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Θ΄ και την αυτοκράτειρα Ζωή. Το αυτοκρατορικό ζεύγος του 11ου αιώνα απεικονίζεται με επίσημο ένδυμα. Είναι πιθανό, αρχικά να εικονιζόταν στο ψηφιδωτό ένας από τους προηγούμενους συζύγους της Ζωής (ο Ρωμανός Γ΄ ή ο Μιχαήλ Δ΄) και ίσως αντικαταστάθηκε αργότερα με το πορτρέτο του Κωνσταντίνου Θ΄. Το τελευταίο από τα αυτοκρατορικά ψηφιδωτά στο νότιο υπερώο αποτελούσε χορηγία του Ιωάννη Β΄ Κομνηνού στις αρχές του 12ου αιώνα. Πρόκειται για ένα πορτρέτο του ιδίου και της συζύγου του Ειρήνης που στέκονται εκατέρωθεν της Θεοτόκου με το Βρέφος και έναν πλαϊνό πίνακα που εικονίζει το γιο τους Αλέξιο. Είναι παρόμοιο με το ψηφιδωτό του Κωνσταντίνου Θ΄ και της Ζωής, αν και λιγότερο φυσιοκρατικό και περισσότερο σχηματικό. Τέλος, ψηφιδωτά διακοσμούν τις επιφάνειες κάτω από τα αψιδωτά παράθυρα, στο βόρειο και νότιο μεγάλο τύμπανο. Υπάρχουν σειρές ψηφιδωτών με επισκόπους (ανάμεσα σε εκείνα που σώζονται σε καλή κατάσταση περιλαμβάνονται ο άγιος Ιγνάτιος Κωνσταντινουπόλεως, ο άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος και ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος από την Αντιόχεια), καθένας από τους οποίους κρατά έναν κώδικα σε στάση ευλογίας. Τέλος, στο τύμπανο του τόξου της νότιας πύλης του νάρθηκα βρίσκεται το θαυμάσιο ψηφιδωτό (10ος αιών) με τον παράσταση της Θεοτόκου να είναι «Ένθρονος» να κρατά αγκαλιά τον Χριστό, και οι αυτοκράτορες Ιουστινιανός και Μέγας Κωνσταντίνος αριστερά και δεξιά να της προσφέρουν ο ένας το Ναό και ο άλλος την Πόλη. Στον τρούλο της Αγίας Σοφίας η αρχική παράσταση ήταν ένας Σταυρός μέσα σε στεφάνι. Μετά την εικονομαχία τοποθετήθηκε η εικόνα του Παντοκράτορα, που διατηρήθηκε για αρκετά χρόνια και μετά τη μετατροπή του Ναού σε τζαμί, όπως αναφέρουν διάφοροι περιηγητές. Η Μεγάλη Εκκλησία του Ιουστιανιανού, η Αγία Σοφία, απετέλεσε αντικείμενο θαυμασμού όχι μόνο μέσα στην Βυζ. αυτοκρατορία, αλλά και πέρα από τα σύνορά της, (Δυτική Ευρώπη, Ρωσία), όπου διαδόθηκε η φήμη της και αποτέλεσε πηγή έμπνευσης όχι μόνο για χριστιανούς αρχιτέκτονες, αλλά και για τους Οθωμανούς. Η Αγία Σοφία του Κιέβου (11ος αιών), η Αγία Σοφία του Μπενεβέντο (8ος αιών), ο ναός του Καρλομάγνου στο Άαχεν (αρχές 9ου αιώνα), το Κυριακό της Αγκόνα (15ος αιών) απετέλεσαν έχουν εμφανή τον επηρεασμό τους από τη Μεγάλη Εκκλησία. Αλλά και πολλά Οθωμανικά τζαμιά, αρχιτεκτονικά έχουν επηρεασθεί σε μεγάλη κλίμακα, όπως το Σουλεϊμανίγε τζαμί και το Σουλταναχμέτ στην Κωνσταντινούπολη. Μετά την επίσκεψή μας στο μνημείο της Ρωμιοσύνης και το μεσημεριανό φαγητό εκεί κοντά στον Ιππόδρομο, αναχωρήσαμε για επίσκεψη στη Σκεπαστή αγορά (Καπαλίτσαρσι). Η σκεπαστή αγορά χτίσθηκε από τους Τούρκους σε χώρο υπαίθριο που χρησιμοποιούσαν οι Βυζαντινοί για αγορά. Η αγορά αυτή υπέστη πολλές καταστροφές από σεισμούς και πυρκαγιές. Οι μεγαλύτερες ανακαινίσεις της έγιναν μετά το σεισμό του 1894 και την πυρκαγιά του 1954. Έχει έκταση 300 στρέμματα, 80 δρόμους, 4.000 περίπου μαγαζιά, 18 πύλες και εργάζονται 15.000 άτομα. Στο Οθωμανικά χρόνια δεν ήταν μόνο εμπορικό κέντρο, αλλά και χρηματιστηριακό. Κάθε τετράγωνο ή σοκάκι προοριζόταν για ένα είδος εμπορίου και μύριζε ανάλογα με το προϊόν που προσέφερε. Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα ήταν και σκλαβοπάζαρο. Καθημερινώς δέχεται η αγορά 500.000 επισκέπτες. Υπάρχουν 1.500 καταστήματα χρυσοχοΐας με 10 τόνους χρυσό. Στην αγορά μπορεί να βρει κανείς ναργιλέδες, κεραμικά, μπακίρια, όνυχες, φλιτζάνια, κομπολόγια από κεχριμπάρι, κοστούμια χορού της κοιλιάς, κουτάκια από φίλντισι και σιντέφι, χαλιά, δερμάτινα κ.λ.π. Τα δερμάτινα θέλουν πολύ προσοχή ως προς την ποιότητα. Οι τιμές σηκώνουν πολύ παζάρι και συνήθως είναι διπλάσιες από τις κανονικές. Το βράδυ, μετά τη σχετική ξεκούραση, πήγαμε σε σοβαρό κέντρο με φολκλορικό πρόγραμμα και ζωντανή μουσική। Εκεί όταν το συγκρότημα έπαιξε Ελληνικά τραγούδια έγινε το αδιαχώρητο στην πίστα। Οι εκδρομείς μας ξέδωσαν και κατά το κοινώς λεγόμενο και άφησαν τον εαυτό τους λίγο ελεύθερο, μετά τις τόσες συγκινήσεις.
Τετάρτη 25-09-2010: ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΣΤΑ ΠΡΙΓΚΗΠΟΝΗΣΑ Μετά το πρωινό αναχωρήσαμε για τα Πριγκηπόννησα. Με τα λεωφορεία ξεκινήσαμε από το ξενοδοχείο μας, περάσαμε την κρεμαστή γέφυρα του Φατίχ Μεχμέτ και φθάσαμε στη Χαλκηδόνα, ώστε με αυτό τον τρόπο να γνωρίσουμε και ένα μικρό κομμάτι της Ασιατικής πλευράς, απέναντι από την Κωνσταντινούπολη. Και στη Χαλκηδόνα υπάρχουν λίγοι Έλληνες, αποτελούν τη Μητρόπολη Χαλκηδόνος και έχουν Μητροπολιτικό Ναό την Αγία Τριάδα. Φθάσαμε στην παραλία, έξω από τη Χαλκηδόνα και πήραμε το καραβάκι για τα Πριγκηπόννησα. Τα Πριγκηπόνησα είναι ένα σύμπλεγμα νησιών στη Θάλασσα του Μαρμαρά, νότια της Κωνσταντινούπολης, στο στόμιο του κόλπου της Νικομηδείας. Αποτελείται από 4 μεγάλα νησιά: Πρώτη, Αντιγόνη, Χάλκη, Πρίγκηπος. Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας τα κατοικούσαν αμιγώς Έλληνες. Οι κάτοικοι ασχολούνταν κυρίως με την αλιεία και αργότερα με την εμπορική ναυτιλία, συσσωρεύοντας αμύθητα πλούτη. Σταδιακά αποικίστηκαν κι από άλλους Ρωμιούς από τη Νάξο, την Άνδρο, την Κρήτη, τη Χίο και από άλλα νησιά, καθώς επίσης και από Έλληνες της Μικρασίας, του Πόντου και της Θράκης. Αναφέρονται ακόμα Μανιάτες και Τσάκωνες της Πελοποννήσου. Όλοι αυτοί με τον καιρό συγχωνεύτηκαν και οι απόγονοί τους θεωρούσαν πια τον εαυτό τους αυτόχθονα πληθυσμό. Ο Ελληνισμός ήκμασε και το κάθε νησί είχε τη δική του κοινότητα, σχολείο, συλλόγους και φιλόπτωχο αδελφότητα. Εκτός από τα πολλά μοναστήρια που είχαν ιδρυθεί, σαν πνευματικά νησιά που ήταν, καλλιεργήθηκε έντονα η κοινωνική και εκπαιδευτική πολιτική του Φαναρίου, γεγονός που αποδεικνύεται από την ίδρυση σ' αυτά της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, της Εμπορικής Σχολής, του Ορφανοτροφείου, της Παιδούπολης και της Στέγης Εργαζομένων Κοριτσιών. Μετά την κατάρρευση της Μεγάλης Ιδέας με την Μικρασιατική καταστροφή του 1922, πάγωσε το ρωμαίικο στοιχείο που απέμεινε στην Τουρκία και φυσικά στα Πριγκηπόνησα. Ως το 1955 υπήρξε μια περίοδος ηρεμίας. Το πογκρόμ των Ελληνικών περιουσιών της Πόλης που συνέβη τότε, σήμανε την αρχή του τέλους. Ακολούθησαν οι απελάσεις της δεκαετίας του '60. Η αίσθηση ανασφάλειας των υπολοίπων, τους οδήγησε σε σταδιακή αναχώρηση, συχνά χωρίς τη διασφάλιση της ιδιοκτησίας της ακίνητης περιουσίας τους. Τη θέση τους πήραν μέτοικοι από τα βάθη της Μικρασίας, κυρίως Τούρκοι, Κούρδοι και Λαζοί. Σήμερα από τους 20.000 μόνιμους κατοίκους ελάχιστοι είναι Ρωμιοί. Παρά ταύτα, το πέρασμα των Ελλήνων είναι εμφανές ακόμη και σήμερα. Σημαντικού ενδιαφέροντος είναι η Μονή του Αγίου Γεωργίου στην Πρίγκηπο και η Μονή της Αγίας Τριάδας στη Χάλκη, στην οποία στεγαζόταν και η Θεολογική Σχολή. Τα Πριγκηπόνησα το καλοκαίρι είναι δημοφιλής εκδρομικός τόπος. Δεν υπάρχουν αυτοκίνητα και οι συγκοινωνίες γίνονται με παραδοσιακές άμαξες και ποδήλατα. Το γεγονός αυτό δίνει έναν πρόσθετο τόνο παράδοσης και ηρεμίας στην περιοχή. Πρώτη μας επίσκεψη ήταν η Χάλκη. Κατεβήκαμε στο λιμάνι και με άμαξες ανηφορίσαμε για την ιερά Μονή Αγίας Τριάδος που στεγάζεται η Θεολογική Σχολή. Η Μονή ιδρύθηκε από τον Πατριάρχη Μέγα Φώτιο 858-861 και 878-886). Το 1844, ο Πατριάρχης Γερμανός Δ΄ δημιούργησε στις εγκαταστάσεις της Μονής Θεολογική Σχολή, η οποία εγκαινιάστηκε στις 23 Σεπτεμβρίου 1844. Όλα τα κτήρια εκτός από ένα παρεκκλήσι καταστράφηκαν από το σεισμό του Ιουνίου του 1894, αλλά επισκευάστηκαν από τον αρχιτέκτονα Περικλή Φωτιάδη και η σχολή εγκαινιάστηκε πάλι τον Οκτώβριο του 1896. Σημαντική ανακαίνιση έγινε στη δεκαετία του 1950. Πολλοί Ορθόδοξοι Θεολόγοι, ιερείς, επίσκοποι και πατριάρχες φοίτησαν στη Χάλκη, συμπεριλαμβανομένου και του Πατριάρχου Βαρθολομαίου. Στους φοιτητές της Χάλκης περιλαμβάνονταν όχι μόνο γηγενείς Έλληνες, αλλά και Ορθόδοξοι από όλο τον κόσμο, προσδίδοντας στη σχολή έναν διεθνή χαρακτήρα. Οι Θεολογικές εγκαταστάσεις περιλαμβάνουν το παρεκκλήσι της Αγίας Τριάδος, κοιτώνες, αναρρωτήριο, γραφεία, και την σχολική βιβλιοθήκη η οποία κατέχει σημαντική ιστορική συλλογή βιβλίων, περιοδικών, και χειρογράφων από τον 14ο αιώνα και μετά. Πολλοί μεταπτυχιακοί φοιτητές από την Ελλάδα και το εξωτερικό, επισκέπτονται και εντρυφούν σ’ αυτή. Το 1971 η σχολή έκλεισε εξαιτίας ενός Τουρκικού νόμου που απαγόρευε τη λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων. Το 1998 η επιτροπή ιδιοκτητών της σχολής διατάχθηκε να διαλυθεί, αλλά διεθνής κριτική έπεισε την Άγκυρα να ακυρώσει τη διαταγή. Σε μικρό αριθμό επισκεπτών δόθηκε η ευκαιρία από υπηρετούντα εφημέριο, να μας οδηγήσει στην αξιόλογη Βιβλιοθήκη της Σχολής, να τη θαυμάσουμε και να τη βιντεοσκοπήσουμε, ώστε να την δουν, έστω και με αυτό τον τρόπο, όσοι δεν μπόρεσαν να την επισκεφθούν. Συγκινημένοι κατεβήκαμε από τη Σχολή, πάλι με τα τετράποδα τροχοφόρα, και πήραμε το καραβάκι μας για το κοσμοπολίτικο νησί της Πριγκήπου. Η Πρίγκιπος πήρε την ονομασία της από το γεγονός ότι φυλακίζονταν εκεί πρίγκιπες επί της βυζαντινής αυτοκρατορίας, αλλά και αργότερα από τους Οθωμανούς. Είναι το μεγαλύτερο από τα νησιά και οι τουρκικές πηγές σημειώνουν ότι το νησί κατοικούνταν από πολυπληθές ελληνικό στοιχείο, στο οποίο κατά την εποχή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας είχαν προστεθεί και Οθωμανοί συγγραφείς, ποιητές και λογοτέχνες. Αξιόλογο κτίσμα είναι το Ορφανοτροφείο, ενώ σημαντικά είναι τα σπίτια του Χατζόπουλου, του Σαπουντζάκη, του Αγκοπιάν κ.ά. Κεντρικός ενοριακός ναός είναι του Αγίου Δημητρίου κοντά στην αποβάθρα. Στα μέσα του 18ου αιώνα ο μοναχός Ησαΐας έκτισε τη μονή Αγίου Γεωργίου Κουδουνά στην κορυφή του υψηλότερου βουνού της Πριγκήπου, πάνω στα ερείπια βυζαντινών κτισμάτων. Ανάμεσά τους υπήρχε και μια θέση που οι κάτοικοι ονόμαζαν «Άγιος Γεώργιος», από κάποιο παλιό ξωκλήσι. Ο Ελληνικός χαρακτήρας του νησιού είναι πασίδηλος και το αναφέρουν όλοι οι περιηγητές. Ο μοναδικός Τούρκος που κατοικούσε στο νησί ήταν ο γραμματέας του κυβερνήτη. Αρχίζει να εξελίσσεται σε παραθεριστικό θέρετρο των πλούσιων κατοίκων της Πόλης. Η παλιά κοινωνία των ψαράδων και των οινοπαραγωγών μετατρέπεται σε κοσμική κοινωνία. Στην παραλία περπατούν στολισμένες κυρίες της καλής κοινωνίας, στα μαγαζιά συχνάζουν εύποροι έμποροι και καπεταναίοι, όχι μόνον Έλληνες, αλλά και Αρμένηδες, Εβραίοι και Ευρωπαίοι. Παράλληλα, η τοπική κοινότητα κτίζει και συντηρεί σχολεία αγοριών και κοριτσιών, ανακαινίζει τους ναούς, φροντίζει για τους ανήμπορους, τους γέροντες και τα ορφανά και γενικά λειτουργεί ένα σύστημα κοινωνικής μέριμνας. Επίσης, λειτουργούσαν δύο ιδιωτικά σχολεία: του Φωτίου και του Τριανταφυλλίδη με 42 μαθητές. Με το τέλος του αιώνα στην Πρίγκηπο κατοικούσαν 15.000 κάτοικοι, κυρίως Έλληνες. Το τέλος της «ανέμελης» αυτής περιόδου θα ξεκινήσει με την έναρξη των βαλκανικών πολέμων, το 1912. Τα γεγονότα του 1955 με το πογκρόμ των ελληνικών εμπορικών μαγαζιών της Πόλης και του 1964 με τις απελάσεις, δείχνουν το δρόμο και στους Έλληνες της Πριγκήπου. Δηλαδή, ότι μόνη λύση είναι η αναχώρηση από την πατρίδα τους και εγκατάσταση στην Ελλάδα. Από τους 430 μαθητές και μαθήτριες που είχαν τα σχολεία του νησιού το 1908, μόλις 117 φοιτούσαν το 1961. Το 1970 είχαν απομείνει 55 και το 1980 μόνο 11. Το μεγαλόπρεπο λιθόχτιστο σχολικό κτίριο έχει πλέον εγκαταλειφθεί, έπειτα από τις ζημιές που έπαθε στο σεισμό του 1999। Άλλωστε οι Έλληνες μαθητές σήμερα δεν ξεπερνούν τους 3 με 4 και οι μόνιμοι Έλληνες κάτοικοι, κυρίως γέροντες, τους 40 στο σύνολο των 7.300 κατοίκων της νήσου. Στην κεντρική αγορά της Χώρας, που κάποτε ήταν αποκλειστικά Ελληνική, δεν υπάρχει πλέον κανένα μαγαζί Ελληνικής ιδιοκτησίας. Μόνο κάποιες Ελληνικές επιγραφές σε καταστήματα είδαμε, και αυτές για να μας εξάψουν το εθνικό συναίσθημα και να τα επισκεφθούμε. Λόγοι καθαρά επαγγελματικοί. Κάναμε τη βόλτα μας στην παραλία και στο εσωτερικό και τελικά καθίσαμε στην παραλία, σε γραφική ταβέρνα, πλάϊ στο κύμα ν’ απολαύσουμε το φρέσκο ψητό ψάρι και τις άλλες λιχουδιές του νησιού. Συναντήσαμε και άλλους επισκέπτες από την Ελλάδα και ήσαν πολλοί। Μία παρέα ήταν από την Κρήτη, τα Χανιά। Μετά το φαγητό, έβγαλαν τις λίρες που είχαν μαζί τους και το έστρωσαν στο γλέντι και στο χορό. Πολλοί δικοί μας ενθουσιάστηκαν και συμμετείχαν. Σε κάποιους θύμισε παλιές εποχές. Φαινόμασταν ευχαριστημένοι, όχι όμως ευτυχισμένοι. Το μυαλό μας γύριζε συνεχώς πίσω στους αδελφούς μας που ζούσαν εκεί και αναγκάσθηκαν «εν μια νυκτί» να τα εγκαταλείψουν όλα και να φύγουν για τη μητέρα Ελλάδα, κουβαλώντας μαζί τους μόνο τις αναμνήσεις τους και καμία αποσκευή! Αργά το απόγευμα επιστρέψαμε στην Πόλη। Το βραδυνό μας ήταν ελεύθερο. Κατεβήκαμε στην πλατεία Ταξίμ και στον πεζόδρομο που σφύζει από ζωή. Περάσαμε από το Ναό της Αγίας Τριάδος, είδαμε πολλά αρχοντικά σπίτια και καταστήματα που παλιά ανήκαν στους Έλληνες και σήμερα αρκετά είναι εγκαταλελειμμένα, "περασμένα μεγαλεία, διηγώντας τα να κλαις..." Πέμπτη 26-09-2010: ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ Τελευταία μέρα του ταξιδιού μας. Αναχωρήσαμε το πρωί με όλες τις αποσκευές μας για το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο. Θα συναντούσαμε το Οικουμενικό μας Πατριάρχη κ.κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟ τον Α΄, τον σταθερό πηδαλιούχο της ανά την οικουμένη Ορθοδοξίας. Επειδή έλλειπε τις προηγούμενες ημέρες σε διάφορες Εκκλησιαστικές αποστολές, ήμασταν πολλοί οι εκδρομείς – προσκυνητές που ζητήσαμε να τον δούμε και να πάρουμε την πατριαρχική του ευλογία. Συγκεντρωθήκαμε στον πάνσεπτο Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου, προσκυνητές σχεδόν από όλα τα μέρη της Ελληνικής γης। Βρεθήκαμε εκεί από την Πάτρα, την Καλαμάτα, την Κρήτη, την Θεσσαλονίκη και μαζί μας και πολλοί παίκτες και παράγοντες του ΠΑΟΚ, που το απόγευμα είχαν ποδοσφαιρική αναμέτρηση με τη Φενέρ Μπαχτσε. Στις 10 π.μ. ήρθε ο Πατριάρχης, που έγινε ενθουσιωδώς δεκτός. Μας καλωσόρισε με περισσή αγάπη και καλοσύνη. Προσφώνησε όλους τους επισκέπτες και έκανε ειδική αναφορά στο σύλλογο το δικό μας, αποκαλώντας τον ζωντανό σύλλογο και αγωνίζεται για τη σωτηρία του περιβάλλοντος। Από τους λόγους του, αλλά και από τις δραστηριότητές του, πήραμε κουράγιο, πήραμε θάρρος για να συνεχίσουμε το έργο μας με περισσότερη δύναμη, με περισσότερη ελπίδα ότι ο κόπος μας δεν πάει χαμένος και, ότι υπάρχει ελπίδα σωτηρίας। Ο Πατριάρχης μας, εξ άλλου μας είπε ότι πρέπει να είμαστε δυνατοί, να αισιοδοξούμε και στη δύσκολη εποχή που ζούμε, εκτός από τον αγώνα μας για τη σωτηρία του περιβάλλοντος, πρέπει να κρατάμε ζωντανά, τα ήθη, τα έθιμα και τις παραδόσεις μας για να μην χαθούμε σαν λαός μέσα στη χοάνη της παγκοσμιοποίησης. Είμαστε ένας λαός με ιστορία και προσφορά. Ο κόσμος σήμερα περιμένει πολλά από μας σε όλους τους τομείς. Ο Ελληνισμός και η Ορθοδοξία, αυτά τα παγκόσμια μεγέθη πρέπει πάντοτε να είναι οι βάσεις μας. Αν τα χάσουμε, χαθήκαμε. Αυτοί εκεί, αν και σε δύσκολες συνθήκες και με φοβερά προβλήματα, κρατάνε ψηλά τη δάδα της Ρωμιοσύνης. Αναχωρήσαμε από το Πατριαρχείο με το ηθικό μας ανεβασμένο. Οι σκλαβωμένοι ακόμη αδελφοί μας, κάτω από την ηγεσία του στιβαρού Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου του Α΄, κρατάνε ψηλά και κυματίζει αγέρωχο το φλάμπουρο όχι μόνο της πίστης, αλλά και του γένους. Εκεί στο υποβαθμισμένο Φανάρι, χτυπά η καρδιά της Ορθοδοξίας, αλλά και του παγκόσμιου Ελληνισμού. Ο Πατριάρχης, εκτός από Ηγέτης της Ορθοδοξίας (Οικουμενικός), ακόμη και σήμερα, είναι ο Εθνάρχης όλων των εκτός της Ελλάδος Ελήνων. Όλοι οι ανά τον κόσμο Έλληνες, σ’ αυτόν έχουν την αναφορά τους, είναι ο πατέρας τους, και είναι τα παιδιά του. Συγκινημένοι, αναχωρήσαμε από το Πατριαρχείο. Τελευταίος μας σταθμός στην Πόλη ήταν η επίσκεψή μας στο Πιέρ Λοτί, στην περιοχή Εγιούπ, όπου υπάρχει μεγάλο Τούρκικο κοιμητήριο και τζαμί. Ανεβήκαμε με τελεφερίκ στο ύψωμα, που βρίσκεται στην άκρη του Κεράτιου κόλπου και μπορείς να θαυμάσεις από ψηλά την Κωνσταντινούπολη απολαμβάνοντας το καφεδάκι σου εκεί. Ο Πιερ Λοτί ήταν αξιωματικός του ναυτικού, ταξίδευε συχνά στις χώρες της Μέσης Ανατολής και έγραφε μυθιστορήματα με περιγραφές των ταξιδιών του. Είχε μεγάλο πάθος με την Κωνσταντινούπολη, ώστε να έχει χαρακτηριστεί τουρκόφιλος, ντυνόταν μάλιστα σαν Τούρκος και είχε ανατολίτικες διακοσμήσεις το σπίτι του। Επισκεπτόμενος για πρώτη φορά την Κωνσταντινούπολη το 1876 (αφού προηγουμένως είχε επισκεφθεί και την Ελλάδα), ο Πιερ Λοτί ερωτεύτηκε "τα πράσινα μάτια" μιας παντρεμένης Τουρκάλας, γυναίκας ενός πλούσιου Τούρκου επιχειρηματία. Για την ερωτική αυτή περιπέτειά του, ο Λοτί έγραψε το αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα "Αζιγιαντέ" που έχει κυκλοφορήσει και στην Ελλάδα. Αγαπημένο του μέρος ήταν το καφενείο αυτό, όπου εμπνεόταν και τα διάφορα μυθιστορήματά του.
Αφού αγναντέψαμε για τελευταία φορά την Πόλη από ψηλά (σαν τα Ευζωνάκια του δημοτικού μας τραγουδιού) πήραμε το δρόμο της επιστροφής, σιγοτραγουδώντας τη στροφή: «…πάλι θα γενούν δικά μας να η μεγάλη Εκκλησιά μας, Τούτη είν’ οι χρυσοί της θόλοι, Αχ κατακαημένη πόλη. Κι ο παπάς που είναι κρυμμένος μέσα στ’ Άγιο Βήμα, τα Ευζωνάκια δεν θαργήσει να βγει να τα κοινωνήσει…!»
.